2013-11-01 18:17:05
Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης, Δικηγόρος Αθηνών
Οι όροι αποκλίνουσα συμπεριφορά, εγκληματικότητα και παραβατικότητα, χρησιμοποιούνται συχνά ως συνώνυμοι. Στην εγκληματολογία όμως υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές μεταξύ των τριών αυτών όρων.
Η αποκλίνουσα συμπεριφορά αποτελεί τον όρο ομπρέλα που περιλαμβάνει την εγκληματικότητα και την παραβατικότητα. Ωστόσο, στο πλαίσιο μιας πολιτικής πρόληψης του εγκλήματος, έχει προταθεί η αντικατάσταση του όρου εγκληματικότητα με τον όρο παραβατικότητα, κυρίως για τις πράξεις που δεν αξιολογούνται ως ιδιαίτερα σοβαρές για το σύνολο της κοινωνίας (π.χ. παραβάσεις Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, μικροκλοπές), αλλά και για την προστασία ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, όπως είναι οι ανήλικοι παραβάτες (οι οποίοι χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής και αντιμετώπισης).
Έγκλημα είναι κατά τον ορισμό του Ποινικού Κώδικα,πράξη άδικη και καταλογιστή στο δράστη της, η οποία τιμωρείται από το νόμο(ΠΚ 14). Το έγκλημα είναι η κεντρική έννοια του Ποινικού Δικαίου. Τα στοιχεία της έννοιας του εγκλήματος, όπως προκύπτουν από αυτόν τον ορισμό, είναι:
-Πράξη η παράλειψη (ενέργεια).
-Άδικη (αντιτιθέμενη στο νόμο) και
-Καταλογιστή (ασύγγνωστη)
Τα εγκλήματα διακρίνονται σε κακουργήματα, πλημμελήματα και σε πταίσματα.
Η ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας, η ανάπτυξη της πληροφορικής και η ευρύτατη χρήση του Διαδικτύου έχουν επιφέρει επαναστατικές αλλαγές στο σύνολο των καθημερινών δραστηριοτήτων, στην παραγωγική διαδικασία, στις συναλλαγές, στην εκπαίδευση, στη διασκέδαση, ακόμα και στον τρόπο σκέψεως του σύγχρονου ανθρώπου. Μαζί με αυτές τις αλλαγές, οι οποίες κατά κανόνα βελτιώνουν την ποιότητα της ζωής μας, υπεισέρχονται και οι παράμετροι που ευνοούν την ανάπτυξη νέων μορφών εγκληματικότητας. Οι νέες αυτές μορφές εγκληματικότητας θεσμοθετούνται με τον όρο Ηλεκτρονικό Έγκλημα.
Με τον όρο ποινή, μπορεί να εννοείται μια απλή υπόδειξη, μια παρατήρηση
σε σκληρό τόνο, η χειροδικία, ο περιορισμός, η στέρηση δικαιώματος, το
χρηματικό πρόστιμο και η φυλάκιση. Σκοπός της ποινής είναι ο σωφρονισμός κι ο παραδειγματισμός.
Ποινή είναι η κύρωση που υφίσταται ο παραβάτης ενός γραπτού νόμου με σκοπό την αποκατάσταση της κοινωνικής ευρυθμίας και της έννομης τάξης.
Χαρακτηριστικά διατυπώνεται η άποψη ότι "κάθε πολιτεία για να κατοχυρώσει τα δικαιώματα των πολιτών και να διασφαλίσει την κοινωνική ισορροπία, επιβάλλει ποινές σ αυτούς που παραβαίνουν τους νόμους".
Τα διάφορα είδη ποινών (χρηματική ποινή, φυλάκιση, στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων) εξασφαλίζουν τη σιγουριά αλλά και την ευνομία στην πολιτεία.
Κατά τον ορισμό του καθηγητή κ.Ανδρουλάκη, ποινή είναι μια προβλεπόμενη από το νόμο, σκληρή δηλ. στιγματιστική και οδυνηρή μεταχείριση, η οποία επιβάλλεται σε κάποιον από την Πολιτεία ως αποδοκιμασία για μια αντικανονική συμπεριφορά του. Η ποινή επιβάλλεται αποκλειστικά από ένα ειδικά γι αυτό το σκοπό συγκροτημένο κρατικό όργανο, το ποινικό δικαστήριο , με τήρηση των κανόνων της ποινικής δίκης. Σχετικά με τους σκοπούς και τις λειτουργίες της ποινής μπορεί να διακρίνει κανείς δύο βασικές κατευθύνσεις, μία προς το παρόν και μία προς το μέλλον.
Καταρχάς, η ποινή λειτουργεί ως τιμωρία για ένα έγκλημα που έγινε ήδη στο παρελθόν: με αυτήν επιδιώκεται η ανταπόδοση του κακού και η αποκατάσταση έτσι της δικαιοσύνης και της διασαλευμένης πολιτικής, θρησκευτικής και ηθικής τάξεως. Η ποινή θεωρείται ως συστατικό της ουσίας του εγκλήματος και άρα ως αναγκαία συνέπειά του, ακόμα και στην περίπτωση που δεν θα υπήρχε οργανωμένη κρατική εξουσία, γι αυτό και οι θεωρίες για την ποινή που στηρίζονται στην αντίληψη αυτή ονομάζονται απόλυτες. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι, μολονότι η τιμωρητική λειτουργία της ποινής εμφανίζεται κυρίως σε αρχέγονες κοινωνίες, ως ενστικτώδης αντίδραση αυτών εναντίον εκείνου που θέτει σε κίνδυνο την υπόστασή τους, η ίδια αυτή λειτουργία θεωρήθηκε και αργότερα και μάλιστα από επιφανείς φιλοσόφους, όπως ο Kant και ο Hegel, ως ο μόνος λόγος για τον οποίο μπορεί να επιβληθεί μια ποινή.
Κατά δεύτερον, η ποινή λειτουργεί ως προσπάθεια αποτροπής της τελέσεως ενός εγκλήματος στο μέλλον , είτε από τον συγκεκριμένο εγκληματία (ειδική πρόληψη), είτε και από άλλους κοινωνούς (γενική πρόληψη). Επιδιώκεται, δηλαδή, με αυτήν η πρόληψη της τελέσεως νέων εγκλημάτων και δη με δύο τρόπους: από τη μία πλευρά με τον εκφοβισμό, τον παραδειγματισμό και την έμμεση διαπαιδαγώγηση των πολλών μέσα από την ποινή και από την άλλη με τον εκφοβισμό, τη βελτίωση ή την αχρήστευση των συγκεκριμένων δραστών, ανάλογα με το αν πρόκειται για άτομα ακίνδυνα, βελτιώσιμα ή ανεπίδεκτα βελτιώσεως. Ο σκοπός της ποινής αναζητείται εδώ, όχι στην πραγμάτωσή της με κάθε θυσία, αλλά στην εξυπηρέτηση αναγκών που αφορούν στην ανθρώπινη συμβίωση. Οι θεωρίες της ποινής που έχουν ως αφετηρία αυτόν τον σκοπό ονομάζονται λοιπόν σχετικές, διότι δεν θέτουν την ποινή ως αυτοσκοπό, αλλά ως μέσο για την προστασία της ανθρώπινης κοινωνίας.
Σκοπός της ποινής:
- Ο σωφρονισμός του παραβάτη που διέπραξε το αδίκημα.
- Η αναμόρφωση του χαρακτήρα του μέσα από τη συνειδητοποίηση της πράξης του αλλά και του τιμήματος που πληρώνει.
- Η κατάλληλη προετοιμασία για ομαλή επανένταξη στην κοινωνία, διαπαιδαγώγηση - ανακοινωνικοποίηση του εγκληματία, μέσα από τον προσανατολισμό του στους νόμους και τις αξίες που αποδέχεται η κοινωνία.
- Η ποινή εντάσσεται στο πλαίσιο της απονομής του δικαίου, δηλ. δικαιώνει και λυτρώνει τον αδικημένο, αλλά αποκαθιστά και την ηθική τάξη στην κοινωνία (αποκατάσταση της διαταραγμένης κοινωνικής ισορροπίας).
- Ο εκφοβισμός και η αποθάρρυνση των επίδοξων εγκληματιών, μέσο παραδειγματισμού για το κοινωνικό σύνολο. Tromaktiko
Οι όροι αποκλίνουσα συμπεριφορά, εγκληματικότητα και παραβατικότητα, χρησιμοποιούνται συχνά ως συνώνυμοι. Στην εγκληματολογία όμως υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές μεταξύ των τριών αυτών όρων.
Η αποκλίνουσα συμπεριφορά αποτελεί τον όρο ομπρέλα που περιλαμβάνει την εγκληματικότητα και την παραβατικότητα. Ωστόσο, στο πλαίσιο μιας πολιτικής πρόληψης του εγκλήματος, έχει προταθεί η αντικατάσταση του όρου εγκληματικότητα με τον όρο παραβατικότητα, κυρίως για τις πράξεις που δεν αξιολογούνται ως ιδιαίτερα σοβαρές για το σύνολο της κοινωνίας (π.χ. παραβάσεις Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, μικροκλοπές), αλλά και για την προστασία ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, όπως είναι οι ανήλικοι παραβάτες (οι οποίοι χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής και αντιμετώπισης).
Έγκλημα είναι κατά τον ορισμό του Ποινικού Κώδικα,πράξη άδικη και καταλογιστή στο δράστη της, η οποία τιμωρείται από το νόμο(ΠΚ 14). Το έγκλημα είναι η κεντρική έννοια του Ποινικού Δικαίου. Τα στοιχεία της έννοιας του εγκλήματος, όπως προκύπτουν από αυτόν τον ορισμό, είναι:
-Πράξη η παράλειψη (ενέργεια).
-Άδικη (αντιτιθέμενη στο νόμο) και
-Καταλογιστή (ασύγγνωστη)
Τα εγκλήματα διακρίνονται σε κακουργήματα, πλημμελήματα και σε πταίσματα.
Η ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας, η ανάπτυξη της πληροφορικής και η ευρύτατη χρήση του Διαδικτύου έχουν επιφέρει επαναστατικές αλλαγές στο σύνολο των καθημερινών δραστηριοτήτων, στην παραγωγική διαδικασία, στις συναλλαγές, στην εκπαίδευση, στη διασκέδαση, ακόμα και στον τρόπο σκέψεως του σύγχρονου ανθρώπου. Μαζί με αυτές τις αλλαγές, οι οποίες κατά κανόνα βελτιώνουν την ποιότητα της ζωής μας, υπεισέρχονται και οι παράμετροι που ευνοούν την ανάπτυξη νέων μορφών εγκληματικότητας. Οι νέες αυτές μορφές εγκληματικότητας θεσμοθετούνται με τον όρο Ηλεκτρονικό Έγκλημα.
Με τον όρο ποινή, μπορεί να εννοείται μια απλή υπόδειξη, μια παρατήρηση
σε σκληρό τόνο, η χειροδικία, ο περιορισμός, η στέρηση δικαιώματος, το
χρηματικό πρόστιμο και η φυλάκιση. Σκοπός της ποινής είναι ο σωφρονισμός κι ο παραδειγματισμός.
Ποινή είναι η κύρωση που υφίσταται ο παραβάτης ενός γραπτού νόμου με σκοπό την αποκατάσταση της κοινωνικής ευρυθμίας και της έννομης τάξης.
Χαρακτηριστικά διατυπώνεται η άποψη ότι "κάθε πολιτεία για να κατοχυρώσει τα δικαιώματα των πολιτών και να διασφαλίσει την κοινωνική ισορροπία, επιβάλλει ποινές σ αυτούς που παραβαίνουν τους νόμους".
Τα διάφορα είδη ποινών (χρηματική ποινή, φυλάκιση, στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων) εξασφαλίζουν τη σιγουριά αλλά και την ευνομία στην πολιτεία.
Κατά τον ορισμό του καθηγητή κ.Ανδρουλάκη, ποινή είναι μια προβλεπόμενη από το νόμο, σκληρή δηλ. στιγματιστική και οδυνηρή μεταχείριση, η οποία επιβάλλεται σε κάποιον από την Πολιτεία ως αποδοκιμασία για μια αντικανονική συμπεριφορά του. Η ποινή επιβάλλεται αποκλειστικά από ένα ειδικά γι αυτό το σκοπό συγκροτημένο κρατικό όργανο, το ποινικό δικαστήριο , με τήρηση των κανόνων της ποινικής δίκης. Σχετικά με τους σκοπούς και τις λειτουργίες της ποινής μπορεί να διακρίνει κανείς δύο βασικές κατευθύνσεις, μία προς το παρόν και μία προς το μέλλον.
Καταρχάς, η ποινή λειτουργεί ως τιμωρία για ένα έγκλημα που έγινε ήδη στο παρελθόν: με αυτήν επιδιώκεται η ανταπόδοση του κακού και η αποκατάσταση έτσι της δικαιοσύνης και της διασαλευμένης πολιτικής, θρησκευτικής και ηθικής τάξεως. Η ποινή θεωρείται ως συστατικό της ουσίας του εγκλήματος και άρα ως αναγκαία συνέπειά του, ακόμα και στην περίπτωση που δεν θα υπήρχε οργανωμένη κρατική εξουσία, γι αυτό και οι θεωρίες για την ποινή που στηρίζονται στην αντίληψη αυτή ονομάζονται απόλυτες. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι, μολονότι η τιμωρητική λειτουργία της ποινής εμφανίζεται κυρίως σε αρχέγονες κοινωνίες, ως ενστικτώδης αντίδραση αυτών εναντίον εκείνου που θέτει σε κίνδυνο την υπόστασή τους, η ίδια αυτή λειτουργία θεωρήθηκε και αργότερα και μάλιστα από επιφανείς φιλοσόφους, όπως ο Kant και ο Hegel, ως ο μόνος λόγος για τον οποίο μπορεί να επιβληθεί μια ποινή.
Κατά δεύτερον, η ποινή λειτουργεί ως προσπάθεια αποτροπής της τελέσεως ενός εγκλήματος στο μέλλον , είτε από τον συγκεκριμένο εγκληματία (ειδική πρόληψη), είτε και από άλλους κοινωνούς (γενική πρόληψη). Επιδιώκεται, δηλαδή, με αυτήν η πρόληψη της τελέσεως νέων εγκλημάτων και δη με δύο τρόπους: από τη μία πλευρά με τον εκφοβισμό, τον παραδειγματισμό και την έμμεση διαπαιδαγώγηση των πολλών μέσα από την ποινή και από την άλλη με τον εκφοβισμό, τη βελτίωση ή την αχρήστευση των συγκεκριμένων δραστών, ανάλογα με το αν πρόκειται για άτομα ακίνδυνα, βελτιώσιμα ή ανεπίδεκτα βελτιώσεως. Ο σκοπός της ποινής αναζητείται εδώ, όχι στην πραγμάτωσή της με κάθε θυσία, αλλά στην εξυπηρέτηση αναγκών που αφορούν στην ανθρώπινη συμβίωση. Οι θεωρίες της ποινής που έχουν ως αφετηρία αυτόν τον σκοπό ονομάζονται λοιπόν σχετικές, διότι δεν θέτουν την ποινή ως αυτοσκοπό, αλλά ως μέσο για την προστασία της ανθρώπινης κοινωνίας.
Σκοπός της ποινής:
- Ο σωφρονισμός του παραβάτη που διέπραξε το αδίκημα.
- Η αναμόρφωση του χαρακτήρα του μέσα από τη συνειδητοποίηση της πράξης του αλλά και του τιμήματος που πληρώνει.
- Η κατάλληλη προετοιμασία για ομαλή επανένταξη στην κοινωνία, διαπαιδαγώγηση - ανακοινωνικοποίηση του εγκληματία, μέσα από τον προσανατολισμό του στους νόμους και τις αξίες που αποδέχεται η κοινωνία.
- Η ποινή εντάσσεται στο πλαίσιο της απονομής του δικαίου, δηλ. δικαιώνει και λυτρώνει τον αδικημένο, αλλά αποκαθιστά και την ηθική τάξη στην κοινωνία (αποκατάσταση της διαταραγμένης κοινωνικής ισορροπίας).
- Ο εκφοβισμός και η αποθάρρυνση των επίδοξων εγκληματιών, μέσο παραδειγματισμού για το κοινωνικό σύνολο. Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ