2013-12-19 14:43:06
Ενστάσεις για επιμέρους ζητήματα του νομοσχεδίου για τον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων διατυπώνει η Έκθεση της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής που δόθηκε σήμερα Πέμπτη στη δημοσιότητα.
Οι συντάκτες της έκθεσης αναφέρουν ότι ο τρόπος υπολογισμού του κύριου φόρου, δηλαδή με συντελεστή φόρου εκπεφρασμένο σε ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο κτίσματος ή γηπέδου, αντί με αναλογικό συντελεστή (ή κλίμακα συντελεστών) επί της αξίας του ακινήτου, έχει κριθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας , ότι δεν παραβιάζει τις αρχές της καθολικότητας και ισότητας του φόρου.
Περαιτέρω, ως προς την παράλληλη επιβολή δύο φόρων επί του ίδιου αντικειμένου, αλλά με διαφορετική βάση υπολογισμού, η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής παρατηρεί ότι η ως άνω διπλή φορολόγηση δεν «φαίνεται» να παραβιάζει τις συνταγματικές αρχές, διότι το Σύνταγμα δεν απαγορεύει καταρχήν τη διπλή φορολόγηση.
Ωστόσο, οι συντάκτες της έκθεσης παρατηρούν πως η επιβολή φόρου ακίνητης περιουσίας με κριτήριο τη συνολική αξία της περιουσίας του υποκειμένου στον φόρο, αντί της αυτοτελούς επιβολής φόρου ανά ακίνητο, βρίσκεται εγγύτερα στο πνεύμα του άρθρου 4 παρ
. 5 του Συντάγματος, λαμβανομένου υπόψη ότι η φοροδοτική ικανότητα κρίνεται εν τέλει στο επίπεδο του υποκειμένου σε φόρο, και δεν εξαντλείται στο επίπεδο του αντικειμένου του φόρου.
Ακόμη, υπογραμμίζεται πως στο μέτρο που ως κριτήριο για την επιβολή του φόρου λαμβάνεται η πραγματική κατάσταση του ακινήτου, κατά σύμφωνη προς το Σύνταγμα (αρχή της φορολογικής ισότητας) ερμηνεία, αυτονόητο είναι ότι ο Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων θα επιβάλλεται βάσει της πραγματικής κατάστασης του ακινήτου, ακόμη και σε περιπτώσεις που αυτή είναι μικρότερη από την αναγραφόμενη «στην οριστική εγγραφή στο κτηματολογικό γραφείο».
Ειδικά για το ζήτημα της εισαγωγής εισοδηματικού κριτηρίου επί φόρου επιβαλλόμενου επί της περιουσίας η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής κάνει αναφορά σε δύο σημαντικές ευρωπαϊκές αποφάσεις. Όπως αναφέρει:
Το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο έκρινε, με την απόφασή του της 22.6.1995 (BVerfGE, 93, 121), μεταξύ άλλων, ότι η επιβολή φόρου ακίνητης περιουσίας, παραλλήλως προς άλλους υφισταμένους φόρους, δεν πρέπει θίγει τον πυρήνα του δικαιώματος της ιδιοκτησίας, καθώς και ότι ο φόρος πρέπει να μπορεί να καταβάλλεται ετησίως από τα εισοδήματα τα οποία προέρχονται κατά συνήθη χρήση από την περιουσία αυτή. Περαιτέρω, με αφετηρία την παραδοχή ότι το εισόδημα το οποίο προκύπτει από την περιοδική εκμετάλλευση της περιουσίας πρέπει μεν να συμβάλλει στην κάλυψη των δημοσίων βαρών, συγχρόνως, όμως, ένα τμήμα του πρέπει να παραμένει εις χείρας του φορολογουμένου, έθεσε το σχετικό όριο στο ήμισυ του ως άνω εισοδήματος, υπό την έννοια ότι η συνολική φορολογική επιβάρυνση της ακίνητης περιουσίας δεν μπορεί να υπερβαίνει, κατά προσέγγιση, το ήμισυ του εισοδήματος που παράγεται από αυτή (Halbteilungsgrundsatz, αρχή της «διαιρέσεως εις το ήμισυ»).
Το Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο (Conseil Constitutionnel) έκρινε με την 98- 405 DC απόφασή του της 29.12.1998 επί του φόρου αλληλεγγύης επί της κινητής και ακίνητης περιουσίας, ότι ο ως άνω φόρος κατοχής της περιουσίας πρέπει να μπορεί να καταβάλλεται διά των εισοδημάτων που παράγει αυτή και, συνεπώς, για να είναι η φορολόγηση της περιουσίας συνταγματικώς ανεκτή, πρέπει η κατοχή της να συνδέεται και με παραγωγή εισοδήματος.
forologikanea.gr
Οι συντάκτες της έκθεσης αναφέρουν ότι ο τρόπος υπολογισμού του κύριου φόρου, δηλαδή με συντελεστή φόρου εκπεφρασμένο σε ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο κτίσματος ή γηπέδου, αντί με αναλογικό συντελεστή (ή κλίμακα συντελεστών) επί της αξίας του ακινήτου, έχει κριθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας , ότι δεν παραβιάζει τις αρχές της καθολικότητας και ισότητας του φόρου.
Περαιτέρω, ως προς την παράλληλη επιβολή δύο φόρων επί του ίδιου αντικειμένου, αλλά με διαφορετική βάση υπολογισμού, η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής παρατηρεί ότι η ως άνω διπλή φορολόγηση δεν «φαίνεται» να παραβιάζει τις συνταγματικές αρχές, διότι το Σύνταγμα δεν απαγορεύει καταρχήν τη διπλή φορολόγηση.
Ωστόσο, οι συντάκτες της έκθεσης παρατηρούν πως η επιβολή φόρου ακίνητης περιουσίας με κριτήριο τη συνολική αξία της περιουσίας του υποκειμένου στον φόρο, αντί της αυτοτελούς επιβολής φόρου ανά ακίνητο, βρίσκεται εγγύτερα στο πνεύμα του άρθρου 4 παρ
Ακόμη, υπογραμμίζεται πως στο μέτρο που ως κριτήριο για την επιβολή του φόρου λαμβάνεται η πραγματική κατάσταση του ακινήτου, κατά σύμφωνη προς το Σύνταγμα (αρχή της φορολογικής ισότητας) ερμηνεία, αυτονόητο είναι ότι ο Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων θα επιβάλλεται βάσει της πραγματικής κατάστασης του ακινήτου, ακόμη και σε περιπτώσεις που αυτή είναι μικρότερη από την αναγραφόμενη «στην οριστική εγγραφή στο κτηματολογικό γραφείο».
Ειδικά για το ζήτημα της εισαγωγής εισοδηματικού κριτηρίου επί φόρου επιβαλλόμενου επί της περιουσίας η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής κάνει αναφορά σε δύο σημαντικές ευρωπαϊκές αποφάσεις. Όπως αναφέρει:
Το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο έκρινε, με την απόφασή του της 22.6.1995 (BVerfGE, 93, 121), μεταξύ άλλων, ότι η επιβολή φόρου ακίνητης περιουσίας, παραλλήλως προς άλλους υφισταμένους φόρους, δεν πρέπει θίγει τον πυρήνα του δικαιώματος της ιδιοκτησίας, καθώς και ότι ο φόρος πρέπει να μπορεί να καταβάλλεται ετησίως από τα εισοδήματα τα οποία προέρχονται κατά συνήθη χρήση από την περιουσία αυτή. Περαιτέρω, με αφετηρία την παραδοχή ότι το εισόδημα το οποίο προκύπτει από την περιοδική εκμετάλλευση της περιουσίας πρέπει μεν να συμβάλλει στην κάλυψη των δημοσίων βαρών, συγχρόνως, όμως, ένα τμήμα του πρέπει να παραμένει εις χείρας του φορολογουμένου, έθεσε το σχετικό όριο στο ήμισυ του ως άνω εισοδήματος, υπό την έννοια ότι η συνολική φορολογική επιβάρυνση της ακίνητης περιουσίας δεν μπορεί να υπερβαίνει, κατά προσέγγιση, το ήμισυ του εισοδήματος που παράγεται από αυτή (Halbteilungsgrundsatz, αρχή της «διαιρέσεως εις το ήμισυ»).
Το Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο (Conseil Constitutionnel) έκρινε με την 98- 405 DC απόφασή του της 29.12.1998 επί του φόρου αλληλεγγύης επί της κινητής και ακίνητης περιουσίας, ότι ο ως άνω φόρος κατοχής της περιουσίας πρέπει να μπορεί να καταβάλλεται διά των εισοδημάτων που παράγει αυτή και, συνεπώς, για να είναι η φορολόγηση της περιουσίας συνταγματικώς ανεκτή, πρέπει η κατοχή της να συνδέεται και με παραγωγή εισοδήματος.
forologikanea.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Πάτρα: Γέμισαν τις...μπλούζες τους με προιόντα από supermarket...
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Τηλεφώνημα για βόμβα στο δικαστικό μέγαρο Ρεθύμνου
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ