2014-01-16 19:07:06
Φωτογραφία για Τραπεζική ενοποίηση κατά κρίσης
του Philip Alexander *

Από τον Σεπτέμβριο του 2012 τέθηκε και προχώρησε σχετικά το θέμα της τραπεζικής ένωσης της Ευρώπης –κάτι αναγκαίο όταν 18 χώρες μέλη της έχουν κοινό νόμισμα.

Στο πλαίσιο αυτό, πολύς λόγος έγινε για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η οποία θα πρέπει να λειτουργήσει και ως μοναδική εποπτεύουσα αρχή στην ζώνη του ευρώ. Αυτό είναι το πρώτο βήμα προς μια πλήρη τραπεζική ένωση, που θα περιλαμβάνει ένα ενιαίο σύνολο κανόνων που καταρτίστηκε από την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή, αλλά και ένα ενιαίο σύστημα παροχής καταθετικών εγγυήσεων. Εγγυήσεις που, σε περιόδους κρίσης, μπορούν να αποτελέσουν μία ισχυρή δύναμη για το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα. Έτσι, τον Οκτώβριο του 2012 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ζήτησε την εξουσιοδότηση να παραγάγει ένα roadmap εγκαίρως, με σκοπό να καταλήξει σε ένα νομικό πλαίσιο για την τραπεζική ένωση –πράγμα που συμφωνήθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο. Σίγουρα δε, το γεγονός αυτό αποτελεί ένα πολύ θετικό βήμα για την ευρωζώνη, καθόσον κάνει πιο στέρεη την διαδικασία ολοκλήρωσής της.


Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΚΤ θα είναι μία από τις πολλές κεντρικές τράπεζες οι οποίες θα διεκπεραιώσουν την τραπεζική εποπτεία, συμπεριλαμβανομένης και της αμερικανικής Fed. Η τραπεζική ένωση θα αντιστοιχεί σε όσα επιτάσσει η έκθεση του 2009 του Jacques de Larosiere, στην οποίαν η ευρωζώνη προτρεπόταν στην στενότερη τραπεζική συνεργασία ενόψει της χρηματοοικονομικής κρίσης. Αυτά επισημαίνει η Gertrude Tumpel Gugerell, η οποία, ούσα μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ έως το 2011, πιστεύει ότι η τραπεζική ένωση είναι ουσιώδης στο να επιβλέπει τις τράπεζες που είναι υπερβολικά μεγάλες για να βοηθηθούν από τις κυβερνήσεις τους.

«Η εμπειρία δείχνει ότι όλες οι ρυθμιστικές και εποπτικές αρχές θα πρέπει να είναι καλύτερα ομαδοποιημένες ώστε να ξεπεράσουν μια κρίση. Θα είναι πρόκληση για το ίδρυμα, το οποίο θα πρέπει να ξεπεράσει τις ικανότητες αλλά και τους πόρους του. Η ΕΚΤ έχει ήδη πληροφορίες για την πρόσβαση των τραπεζικών αντισυμβαλλομένων της σε ρευστότητα και είναι ήδη αναμεμειγμένη σε συζητήσεις για αναδιοργάνωση τραπεζών σε εθνικό επίπεδο, τόσο στο πλαίσιο του G20 όσο και σε αυτό του ΔΝΤ», λέει η ίδια.

Οι εξελίξεις, από την άποψη αυτή, είναι πολύ πιο σημαντικές απ’ όσο μπορούν να φανταστούν οι ευρωσκεπτικιστές. Παρά τα προβλήματά του, το ευρωτραπεζικό σύστημα «δένει». Έτσι, οι τράπεζες της ευρωζώνης ελπίζουν πως η τραπεζική ένωση θα μπορούσε να καταφέρει καίριο πλήγμα στην κρίση που επίμονα ταλαιπωρεί την περιοχή. Επίσης, θα κάνει τα πράγματα ευκολότερα για τους μεγάλους διασυνοριακούς τραπεζικούς ομίλους, που προς το παρόν πρέπει να συνεννοούνται με πολλές εποπτικές αρχές της ευρωζώνης. «Προσωπικά πιστεύω ότι το project της ενιαίας τραπεζικά ευρωζώνης θα κόψει τον σύνδεσμο ανάμεσα στο κρατικό χρέος και στον τραπεζικό κίνδυνο και θα κάνει την εποπτεία πιο αξιόπιστη. Η εποπτεία όλων των τραπεζών από την ΕΚΤ έχει νόημα μακροπρόθεσμα και θα μετασχηματίσει το χρηματοοικονομικό τοπίο της Ευρώπης προς το θετικότερο», λέει ο Frederic Janbon, μέλος της επιτροπής εκτελεστικών στελεχών της BNP Paribas, της μεγαλύτερης τράπεζας της ευρωζώνης.

Ωστόσο, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος της σύγχυσης από τον όγκο των, ενίοτε αντικρουόμενων, νομοθετικών πρωτοβουλιών της ΕΕ. Η πρόταση για έναν μόνον επιβλέποντα σημαίνει ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να αναλάβει πρόωρη παρέμβαση όταν ένα χρηματοοικονομικό ίδρυμα δεν πληροί ή πρόκειται να παραβιάσει τις απαιτήσεις διαφάνειας. Αλλά αυτό φαίνεται να τέμνει την Οδηγία για την διαχείριση της κρίσης που δημοσίευσε πριν λίγο καιρό η Επιτροπή.

Η πρόταση για μία μόνον επιβλέπουσα αρχή φαίνεται πως προκαλεί άμβλυνση της διάκρισης μεταξύ της πρόωρης παρέμβασης στο πλαίσιο του σχεδίου ανάκαμψης των τραπεζών και της πυροδότησης των διαδικασιών που θα οδηγήσουν σε οριστική επίλυση. Επιπλέον, η πρόταση καθιστά δυσδιάκριτα τα όρια ανάμεσα στους ρόλους των εποπτευουσών αρχών και των αρχών λήψης αποφάσεων –οι οποίοι, σύμφωνα με την ΕΕ, «θα είναι διακριτοί, ώστε να αποφεύγονται οι συγκρούσεις συμφερόντων», λέει ο James Modrall, partner με αρμοδιότητα το δίκαιο της ΕΕ στην εταιρεία Cleary Gottlieb των Βρυξελλών.

Ποιος είναι μέσα και ποιος έξω

Ίσως η πλέον ακανθώδης ερώτηση αφορά στην σχέση της ΕΚΤ, ως την μόνη ευρωπαϊκή επιβλέπουσα αρχή, με τις αρχές των 10 χωρών της ΕΕ που είναι ακόμη εκτός ευρωζώνης –ειδικά της Μεγάλης Βρεταννίας. Προς το παρόν, οι κανόνες που εκπονούνται από την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή πρέπει να συμφωνούνται ομόφωνα από τα 27 μέλη της ΕΕ.

«Στην περίπτωση που η τραπεζική ένωση περιλαμβάνει συμπαγές μπλοκ 18 χωρών με δικαίωμα ψήφου, θα υπάρξουν επιπλοκές», λέει ο Graham Bishop, σύμβουλος με εξειδίκευση στο χρηματοοικονομικό δίκαιο της ΕΕ και πρώην σύμβουλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. «Η Επιτροπή μπορεί εύκολα να κάνει παραχωρήσεις προς τις χώρες που δεν είναι στο ευρώ προκειμένου να πετύχει μια καλύτερη σχέση ανάμεσα στην ΕΚΤ και στους εθνικούς εποπτεύοντες. Έτσι, θα δελεαστούν όσο το δυνατόν οι περισσότερες χώρες εκτός ευρώ να προσχωρήσουν. Είναι ωστόσο ασύλληπτο η σημερινή βρεταννική κυβέρνηση να ενταχθεί σε μία τραπεζική ένωση που θα δώσει στην Μεγάλη Βρεταννία ξεχωριστό δικαίωμα βέτο –εκτός και αν αλλάξει ό,τι ισχύει για τα δικαιώματα ψήφου», τονίζει.

Κανείς δεν πιστεύει ότι η ΕΚΤ θα έχει την πλήρη και αποκλειστική επίβλεψη, αν και είναι πιθανόν να τής δοθεί εξουσία επί των συστημικώς σημαντικών οργανισμών κάποια στιγμή τον επόμενο χρόνο. H Barbara Matthews, ανεξάρτητη ρυθμιστική σύμβουλος που διετέλεσε σύνδεσμος του αμερικανικού υπουργείου Οικονομίας με την ΕΕ, αμφιβάλλει για το εάν ποτέ αποκτήσει σημαντικές εξουσίες. «Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς την Γερμανία να επιτρέπει στην ΕΚΤ να λαμβάνει σημαντικές αποφάσεις για το μέλλον των sparkassen ή των landesbanken. Ένας από τους συμβιβασμούς είναι ότι η ΕΚΤ θα αναπέμπει την εξουσία πίσω στους εθνικούς επιβλέποντες, οπότε η καθημερινή επίβλεψη θα είναι θέμα του κάθε κράτους», προσθέτει.

Ίσως να μην έχει άδικο. Όμως, δεν χωράει καμμία αμφιβολία ότι το concept της τραπεζικής ένωσης είναι ένα μικρό βήμα για στενότερη δημοσιονομική και πολιτική ένωση. Ωστόσο, η πλήρης συζήτηση μιας νέας Συνθήκης που θα ενεργοποιούσε κάτι τέτοιο θα έπρεπε να λάβει χώρα έως το 2015. Διότι η κρίση δεν επιτρέπει νέες καθυστερήσεις –πράγμα που, αν συμβεί, θα προκαλέσει και τις ανάλογες αρνητικές αντιδράσεις των αγορών.

* Αρθρογράφος στην εφημερίδα Financial Times, χρηματοοικονομικός σύμβουλος
Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ