2014-02-01 09:00:10
Ένα ισχυρό χτύπημα στην... καρδιά των μεσαιωνικών ρυθμίσεων, που διέπουν τη λειτουργία της αγοράς καυσίμων και επιτρέπουν στους ισχυρούς να ευημερούν εις βάρος των καταναλωτών, καταφέρνει ο ΟΟΣΑ με την πολυσυζητημένη, πλέον, έκθεσή του για τη λειτουργία του ανταγωνισμού στις επιμέρους αγορές της Ελλάδας.
Ως γνωστόν, η αγορά καυσίμων διέπεται από ένα σχεδόν... σατανικό καθεστώς ρυθμίσεων, οι οποίες επιβάλλονταν διαχρονικά από τις κυβερνήσεις με πρόσχημα την καταστολή του λαθρεμπορίου και την ασφάλεια του εφοδιασμού των καταναλωτών, αλλά, στην πραγματικότητα, εξυπηρετούν τις επιδιώξεις των λίγων, ισχυρών παικτών να κρατούν... ελεγχόμενο τον ανταγωνισμό και να εξασφαλίζουν μεγάλα περιθώρια κέρδους.
Σήμερα η αγορά καυσίμων έχει φθάσει να ελέγχεται σε συντριπτικό βαθμό από τους δύο καθετοποιημένους ομίλους των διυλιστηρίων, με πρώτο, βεβαίως, τον όμιλο των ΕΛΠΕ, που ελέγχει τα τρία τέταρτα της αγοράς της διύλισης και ποσοστό πάνω από 30% στην εμπορία, αφού έχει ενισχυθεί πλέον και από τη συμφωνία εξαγοράς των δραστηριοτήτων της BP στην Ελλάδα.
Ο ΟΟΣΑ, σε συνεργασία με την ελληνική Επιτροπή Ανταγωνισμού, δεν ασχολήθηκαν μόνο με το ρυθμιστικό πλαίσιο για το γάλα ή για τα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα, θέματα που κυριαρχούν στη δημόσια συζήτηση το τελευταίο διάστημα, αλλά «ξεσκόνισε» και τους κανόνες λειτουργίας αγορών, που ελέγχονται από λίγους και ισχυρούς, όπως η αγορά των καυσίμων.
Η αγορά των καυσίμων, σημειωτέον, είναι η πιο «ανθεκτική» σε όλες τις παρεμβάσεις που έχουν γίνει για τη μεταρρύθμιση των κανόνων της και δεν είναι τυχαίο ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού, παρότι έκανε τρεις φορές ελέγχους και ρυθμιστικές παρεμβάσεις, δεν έχει καταφέρει να την ανοίξει στον ανταγωνισμό.
Αυτή την φορά, όμως, σε συνεργασία με τους ειδικούς του ΟΟΣΑ, οι ειδικοί της Επιτροπής κατάφεραν να αναδείξουν μία από τις σοβαρότερες στρεβλώσεις στη λειτουργία της αγοράς καυσίμων:
Η ελληνική πετρελαϊκή νομοθεσία κάνει διάκριση ανάμεσα σε δύο κατηγορίες πρατηρίων: αυτά που συμβάλλονται με κάποια εταιρεία εμπορίας και στα ανεξάρτητα πρατήρια (με το σήμα Α.Π.), τα οποία μπορούν να αγοράζουν ελεύθερα από διαφορετικούς προμηθευτές.
Οι ειδικοί του ΟΟΣΑ και της Επιτροπής Ανταγωνισμού εξέτασαν αυτό το καθεστώς και διαπίστωσαν ότι η ελληνική νομοθεσία επιβάλλει σε όσους πρατηριούχους επιλέξουν συνεργασία με εταιρεία εμπορίας μόνο μία μορφή συμβατικής συνεργασίας: τη σύναψη αποκλειστικής σύμβασης.
Στην έκθεση τονίζεται ότι η επιβολή από το νόμο ενός και μόνο τύπου σύμβασης μεταξύ πρατηριούχων και εταιρειών εμπορίας συνιστά υπερβολικό περιορισμό της εμπορικής ελευθερίας και διατυπώνεται η σύσταση προς την κυβέρνηση να απαλείψει άμεσα αυτό τον περιορισμό από το ρυθμιστικό πλαίσιο της αγοράς. Δηλαδή, να ορίζεται ότι εταιρείες και πρατηριούχοι θα πρέπει να έχουν συμβάσεις συνεργασίας, αλλά όχι κατ’ ανάγκη αποκλειστικές.
Η συζήτηση για τις αποκλειστικές συμβάσεις συνεργασίας μεταξύ πρατηριούχων και εταιρειών εμπορίας πρέπει να σημειωθεί ότι είναι άκρως ενοχλητική για τις εταιρείες εμπορίας, καθώς η εμπορική δύναμη των τελευταίων έχει ιστορικά στηριχθεί στην επιβεβλημένη από το νόμο στους πρατηριούχους σύναψη αποκλειστικών εμπορικών συμφωνιών. Εάν αυτός ο περιορισμός αρθεί αναμφίβολα οι πρατηριούχοι θα έχουν πολύ περισσότερα περιθώρια διαπραγμάτευσης, καθώς οι εταιρείες θα είναι υποχρεωμένες να τους προσφέρουν περισσότερα «θέλγητρα», προκειμένου να υπογράφουν αποκλειστικές συμβάσεις.
Εκτός από όλα αυτά, ο ΟΟΣΑ ζητεί, επιπλέον, να αρθούν όλοι οι περιορισμοί στη διακίνηση πετρελαίου θέρμανσης, οι οποίοι στο παρελθόν είχαν επιβληθεί, προκειμένου να ελεγχθεί η λαθρεμπορία. Όπως εύστοχα επισημαίνεται στην έκθεση, η εξίσωση των φόρων κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρμανσης και κίνησης καθιστά περιττή, πλέον, την επιβολή περιορισμών στη διακίνηση.
Με απλά λόγια, ο ΟΟΣΑ λέει ότι θα πρέπει όλοι οι διακινητές πετρελαίου θέρμανσης που διαθέτουν αποθήκες να μπορούν να εφοδιάζουν όλους τους πωλητές πετρελαίου θέρμανσης χωρίς αποθήκες και τους τελικούς καταναλωτές και να μπορούν να εφοδιάζονται ελεύθερα από εταιρείες πετρελαίου, διυλιστήρια ή και από εισαγωγές. Οι δε πωλητές πετρελαίου θέρμανσης χωρίς αποθηκευτικούς χώρους θα πρέπει να μπορούν να εφοδιάζονται από οποιοδήποτε προμηθευτή μπορεί να εγγυηθεί την ασφάλεια του εφοδιασμού τους. «Κάθε άλλη διάκριση στρεβλώνει την αγορά», τονίζει ο ΟΟΣΑ.
Πηγή: sofokleous10.gr
Ως γνωστόν, η αγορά καυσίμων διέπεται από ένα σχεδόν... σατανικό καθεστώς ρυθμίσεων, οι οποίες επιβάλλονταν διαχρονικά από τις κυβερνήσεις με πρόσχημα την καταστολή του λαθρεμπορίου και την ασφάλεια του εφοδιασμού των καταναλωτών, αλλά, στην πραγματικότητα, εξυπηρετούν τις επιδιώξεις των λίγων, ισχυρών παικτών να κρατούν... ελεγχόμενο τον ανταγωνισμό και να εξασφαλίζουν μεγάλα περιθώρια κέρδους.
Σήμερα η αγορά καυσίμων έχει φθάσει να ελέγχεται σε συντριπτικό βαθμό από τους δύο καθετοποιημένους ομίλους των διυλιστηρίων, με πρώτο, βεβαίως, τον όμιλο των ΕΛΠΕ, που ελέγχει τα τρία τέταρτα της αγοράς της διύλισης και ποσοστό πάνω από 30% στην εμπορία, αφού έχει ενισχυθεί πλέον και από τη συμφωνία εξαγοράς των δραστηριοτήτων της BP στην Ελλάδα.
Ο ΟΟΣΑ, σε συνεργασία με την ελληνική Επιτροπή Ανταγωνισμού, δεν ασχολήθηκαν μόνο με το ρυθμιστικό πλαίσιο για το γάλα ή για τα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα, θέματα που κυριαρχούν στη δημόσια συζήτηση το τελευταίο διάστημα, αλλά «ξεσκόνισε» και τους κανόνες λειτουργίας αγορών, που ελέγχονται από λίγους και ισχυρούς, όπως η αγορά των καυσίμων.
Η αγορά των καυσίμων, σημειωτέον, είναι η πιο «ανθεκτική» σε όλες τις παρεμβάσεις που έχουν γίνει για τη μεταρρύθμιση των κανόνων της και δεν είναι τυχαίο ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού, παρότι έκανε τρεις φορές ελέγχους και ρυθμιστικές παρεμβάσεις, δεν έχει καταφέρει να την ανοίξει στον ανταγωνισμό.
Αυτή την φορά, όμως, σε συνεργασία με τους ειδικούς του ΟΟΣΑ, οι ειδικοί της Επιτροπής κατάφεραν να αναδείξουν μία από τις σοβαρότερες στρεβλώσεις στη λειτουργία της αγοράς καυσίμων:
Η ελληνική πετρελαϊκή νομοθεσία κάνει διάκριση ανάμεσα σε δύο κατηγορίες πρατηρίων: αυτά που συμβάλλονται με κάποια εταιρεία εμπορίας και στα ανεξάρτητα πρατήρια (με το σήμα Α.Π.), τα οποία μπορούν να αγοράζουν ελεύθερα από διαφορετικούς προμηθευτές.
Οι ειδικοί του ΟΟΣΑ και της Επιτροπής Ανταγωνισμού εξέτασαν αυτό το καθεστώς και διαπίστωσαν ότι η ελληνική νομοθεσία επιβάλλει σε όσους πρατηριούχους επιλέξουν συνεργασία με εταιρεία εμπορίας μόνο μία μορφή συμβατικής συνεργασίας: τη σύναψη αποκλειστικής σύμβασης.
Στην έκθεση τονίζεται ότι η επιβολή από το νόμο ενός και μόνο τύπου σύμβασης μεταξύ πρατηριούχων και εταιρειών εμπορίας συνιστά υπερβολικό περιορισμό της εμπορικής ελευθερίας και διατυπώνεται η σύσταση προς την κυβέρνηση να απαλείψει άμεσα αυτό τον περιορισμό από το ρυθμιστικό πλαίσιο της αγοράς. Δηλαδή, να ορίζεται ότι εταιρείες και πρατηριούχοι θα πρέπει να έχουν συμβάσεις συνεργασίας, αλλά όχι κατ’ ανάγκη αποκλειστικές.
Η συζήτηση για τις αποκλειστικές συμβάσεις συνεργασίας μεταξύ πρατηριούχων και εταιρειών εμπορίας πρέπει να σημειωθεί ότι είναι άκρως ενοχλητική για τις εταιρείες εμπορίας, καθώς η εμπορική δύναμη των τελευταίων έχει ιστορικά στηριχθεί στην επιβεβλημένη από το νόμο στους πρατηριούχους σύναψη αποκλειστικών εμπορικών συμφωνιών. Εάν αυτός ο περιορισμός αρθεί αναμφίβολα οι πρατηριούχοι θα έχουν πολύ περισσότερα περιθώρια διαπραγμάτευσης, καθώς οι εταιρείες θα είναι υποχρεωμένες να τους προσφέρουν περισσότερα «θέλγητρα», προκειμένου να υπογράφουν αποκλειστικές συμβάσεις.
Εκτός από όλα αυτά, ο ΟΟΣΑ ζητεί, επιπλέον, να αρθούν όλοι οι περιορισμοί στη διακίνηση πετρελαίου θέρμανσης, οι οποίοι στο παρελθόν είχαν επιβληθεί, προκειμένου να ελεγχθεί η λαθρεμπορία. Όπως εύστοχα επισημαίνεται στην έκθεση, η εξίσωση των φόρων κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρμανσης και κίνησης καθιστά περιττή, πλέον, την επιβολή περιορισμών στη διακίνηση.
Με απλά λόγια, ο ΟΟΣΑ λέει ότι θα πρέπει όλοι οι διακινητές πετρελαίου θέρμανσης που διαθέτουν αποθήκες να μπορούν να εφοδιάζουν όλους τους πωλητές πετρελαίου θέρμανσης χωρίς αποθήκες και τους τελικούς καταναλωτές και να μπορούν να εφοδιάζονται ελεύθερα από εταιρείες πετρελαίου, διυλιστήρια ή και από εισαγωγές. Οι δε πωλητές πετρελαίου θέρμανσης χωρίς αποθηκευτικούς χώρους θα πρέπει να μπορούν να εφοδιάζονται από οποιοδήποτε προμηθευτή μπορεί να εγγυηθεί την ασφάλεια του εφοδιασμού τους. «Κάθε άλλη διάκριση στρεβλώνει την αγορά», τονίζει ο ΟΟΣΑ.
Πηγή: sofokleous10.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ο Πάπας λαμβάνει 6.000 γράμματα την εβδομάδα!
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Γεμίζουν τρακτέρ οι πλατείες του νομού Σερρών
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ