2014-03-13 23:48:10
Εξήντα τρεις κυβερνήσεις σε 68 χρόνια με 27 διαφορετικούς πρωθυπουργούς: γιατί λοιπόν πρέπει να μας νοιάζει που η Ιταλία έχει μια νέα κυβέρνηση κι έναν νέο πρωθυπουργό; Πολλοί είναι εκείνοι που έχουν κουραστεί με την ιταλική πολιτική, όπως σημοσιεύει σε άρθρο του ο New Yorker.
Τα τελευταία είκοσι χρόνια, άλλωστε, τα προβλήματα της χώρας δεν έχουν αλλάξει και πολύ: μια στάσιμη οικονομία, ένα τεράστιο εθνικό χρέος, υψηλή ανεργία, μεγάλη γραφειοκρατία και ένα πολιτικό και εκπαιδευτικό σύστημα που αποθαρρύνει την πρωτοβουλία, την καινοτομία και την ευκαιρία.
Κι όμως, γράφει ο Αλεξάντερ Στίλε στο περιοδικό New Yorker, υπάρχουν πολλοί λόγοι να πιστεύει κανείς ότι ο Ματέο Ρέντσι θα είναι ένας από τους μακροβιότερους και αποτελεσματικότερους πρωθυπουργούς της χώρας. Στα 39 του, είναι ο νεότερος πρωθυπουργός στην ιστορία της Ιταλίας, πιο νέος —κατά μερικούς μήνες— κι από τον Μπενίτο Μουσολίνι όταν σχημάτισε κυβέρνηση, το 1922.
Η νεότητα του Ρέντσι έχει σημασία, καθώς η Ιταλία πάσχει από γεροντοκρατία: οι θέσεις εξουσίας είναι κατειλημμένες από εξηντάρηδες και εβδομηντάρηδες, ενώ η ανεργία των νέων είναι πάνω από 40%.
Η αγορά εργασίας είναι γεμάτη με υπερπροστατευμένους εργαζoμ;eνους μεγάλης ηλικίας που δεν μπορούν να απολυθούν και νέους που αμείβονται με χίλια ευρώ τον μήνα σε επισφαλείς θέσεις.
Ένα μεγάλο ποσοστό νέων εξακολουθούν να μένουν με τους γονείς τους ενώ έχουν περάσει τα τριάντα, περιμένοντας να βρουν δουλειά πλήρους απασχόλησης και να παντρευτούν. Οι πιο φιλόδοξοι και δυναμικοί αναζητούν την τύχη τους στο εξωτερικό, τη Βρετανία, τη Γαλλία ή τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Ρέντσι έχει την απήχηση ενός νέου Μπιλ Κλίντον ή Τόνι Μπλερ. Είναι έξυπνος, δυναμικός και πάντα καλά προετοιμασμένος για μια δημόσια συζήτηση. Το 2009, όταν ήταν 34 ετών, εξελέγη δήμαρχος της Φλωρεντίας.
Εξακολούθησε όμως να γυρίζει την πόλη με το ποδήλατό του, ενώ ακόμη κι όταν ανέλαβε την ηγεσία του Δημοκρατικού Κόμματος συνέχισε να χρησιμοποιεί το αυτοκίνητό του. Ο Ρέντσι ενσαρκώνει τον φόβο πολλών νέων Ιταλών ότι οι ελπίδες της γενιάς τους θα χαθούν.
Τα τελευταία τριάντα χρόνια, από τότε που ο Ενρίκο Μπερλινγκουέρ κατέρρευσε με εγκεφαλική αιμορραγία στη μέση μιας πολιτικής συγκέντρωσης, η ιταλική Αριστερά δεν είχε έναν χαρισματικό ηγέτη.
Όταν ο Ρέντσι αναμετρήθηκε με τον Μπερσάνι για τη θέση του γραμματέα του κόμματος, όλα τα ηγετικά στελέχη είχαν υπάρξει και μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Η κομμουνιστική παράδοση προέβλεπε ότι ανεβαίνεις σιγά-σιγά τα σκαλιά της ιεραρχίας και περιμένεις τη σειρά σου. Αλλά ο Ρέντσι ωρίμασε πολιτικά τη δεκαετία του '90, όταν είχαν πάψει να υπάρχουν τόσο ο Ψυχρός Πόλεμος όσο και το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα.
Η διάκριση γι' αυτόν δεν είναι ανάμεσα στην Αριστερά και τη Δεξιά, αλλά ανάμεσα στο παλιό και το καινούργιο. Σε μια πρόσφατη συνέντευξή του είπε: «Ετοιμαζόμαστε να στείλουμε φορτηγά με φορολογικές δηλώσεις σε κάθε πόλη της Ιταλίας. Πρέπει να συνεχίσουμε να το κάνουμε ή μπορούμε να το ρυθμίσουμε πατώντας μερικά κουμπιά;», γράφει το New Yorker.
Στις πολιτικές του θέσεις, πάλι, ο Ρέντσι είναι σχετικά πραγματιστής και κεντρώος. Θέλει να μειώσει τους φόρους, ώστε να αυξήσει το εισόδημα των εργαζομένων. Θέλει να ενθαρρύνει περισσότερες γυναίκες να δουλεύουν.
Προτίθεται να θεσπίσει σύμφωνα συμβίωσης για ομόφυλα ζευγάρια. Θέλει να αλλάξει τους εργασιακούς νόμους, ελπίζοντας να μπορέσει να μιμηθεί το δανικό μοντέλο, όπου οι επιχειρήσεις μπορούν εύκολα να απολύουν και να προσλαμβάνουν εργαζομένους, αλλά και η οικονομική στήριξη για τους ανέργους είναι γενναία.
Αφού κέρδισε τη θέση του γραμματέα του Δημοκρατικού Κόμματος, τον Δεκέμβριο του 2013, ο Ρέντσι συνειδητοποίησε ότι χρειαζόταν την υποστήριξη του Μπερλουσκόνι για να προωθήσει τις πολιτικές μεταρρυθμίσεις του.
Ήρθε λοιπόν σε συμφωνία μαζί του για την κατάργηση της Γερουσίας και την αλλαγή του εκλογικού νόμου, προκειμένου να ευνοηθεί ένα σταθερό δικομματικό σύστημα. Κι ύστερα αιφνιδίασε τόσο τον ίδιο όσο και τη χώρα του, «αρπάζοντας» την πρωθυπουργία.
Η ατζέντα του τώρα είναι πολύ φιλόδοξη. Αν δεν μπορέσει να εξασφαλίσει την ψήφιση των μέτρων του, μπορεί πάντα να προκηρύξει εκλογές, τις οποίες πιθανότατα θα κερδίσει. Tromaktiko
Τα τελευταία είκοσι χρόνια, άλλωστε, τα προβλήματα της χώρας δεν έχουν αλλάξει και πολύ: μια στάσιμη οικονομία, ένα τεράστιο εθνικό χρέος, υψηλή ανεργία, μεγάλη γραφειοκρατία και ένα πολιτικό και εκπαιδευτικό σύστημα που αποθαρρύνει την πρωτοβουλία, την καινοτομία και την ευκαιρία.
Κι όμως, γράφει ο Αλεξάντερ Στίλε στο περιοδικό New Yorker, υπάρχουν πολλοί λόγοι να πιστεύει κανείς ότι ο Ματέο Ρέντσι θα είναι ένας από τους μακροβιότερους και αποτελεσματικότερους πρωθυπουργούς της χώρας. Στα 39 του, είναι ο νεότερος πρωθυπουργός στην ιστορία της Ιταλίας, πιο νέος —κατά μερικούς μήνες— κι από τον Μπενίτο Μουσολίνι όταν σχημάτισε κυβέρνηση, το 1922.
Η νεότητα του Ρέντσι έχει σημασία, καθώς η Ιταλία πάσχει από γεροντοκρατία: οι θέσεις εξουσίας είναι κατειλημμένες από εξηντάρηδες και εβδομηντάρηδες, ενώ η ανεργία των νέων είναι πάνω από 40%.
Η αγορά εργασίας είναι γεμάτη με υπερπροστατευμένους εργαζoμ;eνους μεγάλης ηλικίας που δεν μπορούν να απολυθούν και νέους που αμείβονται με χίλια ευρώ τον μήνα σε επισφαλείς θέσεις.
Ένα μεγάλο ποσοστό νέων εξακολουθούν να μένουν με τους γονείς τους ενώ έχουν περάσει τα τριάντα, περιμένοντας να βρουν δουλειά πλήρους απασχόλησης και να παντρευτούν. Οι πιο φιλόδοξοι και δυναμικοί αναζητούν την τύχη τους στο εξωτερικό, τη Βρετανία, τη Γαλλία ή τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Ρέντσι έχει την απήχηση ενός νέου Μπιλ Κλίντον ή Τόνι Μπλερ. Είναι έξυπνος, δυναμικός και πάντα καλά προετοιμασμένος για μια δημόσια συζήτηση. Το 2009, όταν ήταν 34 ετών, εξελέγη δήμαρχος της Φλωρεντίας.
Εξακολούθησε όμως να γυρίζει την πόλη με το ποδήλατό του, ενώ ακόμη κι όταν ανέλαβε την ηγεσία του Δημοκρατικού Κόμματος συνέχισε να χρησιμοποιεί το αυτοκίνητό του. Ο Ρέντσι ενσαρκώνει τον φόβο πολλών νέων Ιταλών ότι οι ελπίδες της γενιάς τους θα χαθούν.
Τα τελευταία τριάντα χρόνια, από τότε που ο Ενρίκο Μπερλινγκουέρ κατέρρευσε με εγκεφαλική αιμορραγία στη μέση μιας πολιτικής συγκέντρωσης, η ιταλική Αριστερά δεν είχε έναν χαρισματικό ηγέτη.
Όταν ο Ρέντσι αναμετρήθηκε με τον Μπερσάνι για τη θέση του γραμματέα του κόμματος, όλα τα ηγετικά στελέχη είχαν υπάρξει και μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Η κομμουνιστική παράδοση προέβλεπε ότι ανεβαίνεις σιγά-σιγά τα σκαλιά της ιεραρχίας και περιμένεις τη σειρά σου. Αλλά ο Ρέντσι ωρίμασε πολιτικά τη δεκαετία του '90, όταν είχαν πάψει να υπάρχουν τόσο ο Ψυχρός Πόλεμος όσο και το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα.
Η διάκριση γι' αυτόν δεν είναι ανάμεσα στην Αριστερά και τη Δεξιά, αλλά ανάμεσα στο παλιό και το καινούργιο. Σε μια πρόσφατη συνέντευξή του είπε: «Ετοιμαζόμαστε να στείλουμε φορτηγά με φορολογικές δηλώσεις σε κάθε πόλη της Ιταλίας. Πρέπει να συνεχίσουμε να το κάνουμε ή μπορούμε να το ρυθμίσουμε πατώντας μερικά κουμπιά;», γράφει το New Yorker.
Στις πολιτικές του θέσεις, πάλι, ο Ρέντσι είναι σχετικά πραγματιστής και κεντρώος. Θέλει να μειώσει τους φόρους, ώστε να αυξήσει το εισόδημα των εργαζομένων. Θέλει να ενθαρρύνει περισσότερες γυναίκες να δουλεύουν.
Προτίθεται να θεσπίσει σύμφωνα συμβίωσης για ομόφυλα ζευγάρια. Θέλει να αλλάξει τους εργασιακούς νόμους, ελπίζοντας να μπορέσει να μιμηθεί το δανικό μοντέλο, όπου οι επιχειρήσεις μπορούν εύκολα να απολύουν και να προσλαμβάνουν εργαζομένους, αλλά και η οικονομική στήριξη για τους ανέργους είναι γενναία.
Αφού κέρδισε τη θέση του γραμματέα του Δημοκρατικού Κόμματος, τον Δεκέμβριο του 2013, ο Ρέντσι συνειδητοποίησε ότι χρειαζόταν την υποστήριξη του Μπερλουσκόνι για να προωθήσει τις πολιτικές μεταρρυθμίσεις του.
Ήρθε λοιπόν σε συμφωνία μαζί του για την κατάργηση της Γερουσίας και την αλλαγή του εκλογικού νόμου, προκειμένου να ευνοηθεί ένα σταθερό δικομματικό σύστημα. Κι ύστερα αιφνιδίασε τόσο τον ίδιο όσο και τη χώρα του, «αρπάζοντας» την πρωθυπουργία.
Η ατζέντα του τώρα είναι πολύ φιλόδοξη. Αν δεν μπορέσει να εξασφαλίσει την ψήφιση των μέτρων του, μπορεί πάντα να προκηρύξει εκλογές, τις οποίες πιθανότατα θα κερδίσει. Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ιπποκράτειο Θεσσαλονίκης: σε καθεστώς ασφυξίας οι εφημερίες
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ