2014-04-24 11:18:27
Του Κώστα Ράπτη
Όσο και αν δεν συνιστά αναγνώριση ευθύνης, η γραπτή ανακοίνωση που εξέδωσε το πρωθυπουργικό γραφείο της Τουρκίας σχετικά με τα “γεγονότα του 1915” την παραμονή της 99ης επετείου της γενοκτονίας των Αρμενίων αποτελεί ιστορική χειρονομία, με οποιοδήποτε μέτρο και αν κριθεί.
Για πρώτη φορά η πολιτική εξουσία στην Άγκυρα εγκαταλείπει την τακτική της απλής άρνησης και τοποθετείται στο ζήτημα, όχι αντιδρώντας σε κινήσεις τρίτων, αλλά εξ ιδίας πρωτοβουλίας, “απενοχοποιώντας” ταυτόχρονα με τον τρόπο αυτόν τις ετήσιες τελετές μνήμης σχετικά με τη γενοκτονία, οι οποίες πολλαπλασιάζονται τα τελευταία χρόνια και στην ίδια των Τουρκία, με πρωτοβουλία της εναπομείνασας τουρκο-αρμενικής κοινότητας και των συμπαραστατών της.
Δημοσιευμένη σε εννέα γλώσσες (συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Αρμενικής που ομιλείται στη Δημοκρατία της Αρμενίας και της Δυτικής Αρμενικής που κυριαρχεί στη Διασπορά), η ανακοίνωση αυτή επιβεβαιώνει την ικανότητα του Tayyip Erdogan να εκπλήσσει – όπως όταν ανέθεσε στον αρχηγό των μυστικών του υπηρεσιών την αποστολή να συνομιλήσει με το ΡΚΚ, σε μία συγκυρία κατά την οποία η σκληρή επίσημη ρητορική έδειχνε ότι το Κουρδικό έχει περιέλθει σε αδιέξοδο.
Το διεθνές ακροατήριο, στο οποίο πρωτίστως απευθυνόταν η ανακοίνωση της 23ης Απριλίου, δεν έχασε το μήνυμα. “Χαιρετίζουμε την ιστορική δημόσια αναγνώριση των δοκιμασιών που υπέστησαν οι Αρμένιοι το 1915. Θεωρούμε ότι αποτελεί θετική ένδειξη πως μπορεί να υπάρξει πλήρης, ειλικρινής και δίκαιη αναγνώριση των γεγονότων, η οποία και ελπίζουμε ότι θα προωθήσει την συμφιλίωση Τούρκων και Αρμενίων” δήλωσε η εκπρόσωπος του του αμερικανικού υπουργείο Εξωτερικών Jen Psaki.
“Ευχόμαστε οι Αρμένιοι που έχασαν τη ζωή τους στις συνθήκες των αρχών του 20ού αιώνα να αναπαύονται εν ειρήνη και απευθύνουμε τα συλλυπητήριά μας στα εγγόνια τους” είναι η κεντρική φράση της ανακοίνωσης Erdogan, όπου μεταξύ άλλων τονίζεται ο “κοινός πόνος” των λαών της Ανατολίας για τα γεγονότα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Πρόκειται ασφαλώς για μία προσπάθεια της Τουρκίας να προλάβει και να διαχειρισθεί τα χειρότερα – καθώς η συμπλήρωση το 2015 εκατό ετών από την έναρξη της σφαγής προεξοφλείται ότι θα δώσει τεράστια ώθηση στην διεθνή αναγνώριση της γενοκτονίας.
Άλλωστε, οι καιροί κατά τους οποίους η Ουάσιγκτον προτιμούσε να αποφεύγει το ζήτημα και το φιλοϊσραηλινό λόμπι στήριζε την Άγκυρα έχουν παρέλθει. Στις 11 Απριλίου η Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων της αμερικανικής Γερουσίας υιοθέτησε και προώθησε προς την Ολομέλεια ψήφισμα με το οποίο ζητείται η καθιέρωση της επίσημης μνημόνευσης της γενοκτονίας των Αρμενίων και προτρέπεται ο πρόεδρος των ΗΠΑ να εργασθεί για την εμπέδωση μιας “δημιουργικής και σταθερής” τουρκο-αρμενικής σχέσης που θα περιλαμβάνει την πλήρη αναγνώριση από την Τουρκία των γεγονότων σχετικά με την γενοκτονία. Ο πρόεδρος της Επιτροπής Bob Menendez βρίσκεται ως γνωστόν πολύ κοντά τόσο στο φιλοισραηλινό όσο και στο ελληνικό λόμπι.
Ακόμη πιο ανησυχητική για την Άγκυρα είναι η τοποθέτηση του Πάπα Φραγκίσκου ο οποίος (εξοικειωμένος με το θέμα από την ισχυρή αρμενική παρουσία στην πατρίδα του Αργεντινή) δήλωσε αυθόρμητα λίγο μετά την εκλογή του ότι η σφαγή των Αρμενίων αποτελεί την “πρώτη γενοκτονία του 20ού αιώνα”. Αν η θέση αυτή μεταφρασθεί σε επίσημη γραμμή της βατικάνειας διπλωματίας ενόψει της εκατοστής επετείου, οι εξελίξεις θα είναι αναμφίβολα θεαματικές.
Εξ ού και ο Erdogan επιχειρεί να στρέψει τη συζήτηση στην ανάγκη για μία “απροκατάληπτη” ιστορική έρευνα, που θα αναγνωρίζει “χωρίς εθνοθρησκευτικές διακρίσεις” τις δοκιμασίες όλων των λαών της περιοχής και δεν θα επιτρέπει τη μετατροπή της μνήμης των γεγονότων σε “απαράδεκτο πρόσχημα καλλιέργειας εχθρότητας έναντι της Τουρκίας για πολιτικούς σκοπούς”.
Απέναντι στις προσπάθειες ποινικοποίησης της άρνησης της αρμενικής γενοκτονίας σε χώρες όπως η Γαλλία και η Ελβετία, η τουρκική πλευρά προβάλλει μάλιστα την ανάγκη “ελεύθερης και πλουραλιστικής έκφρασης των διαφορετικών απόψεων, στο πλαίσιο μιας δημοκρατικής νεωτερικής κουλτούρας”.
Η σημασία αυτής της τοποθέτησης για το εσωτερικό της Τουρκίας δεν μπορεί να υποτιμηθεί. Ενισχυμένος πολιτικά από το αποτέλεσμα των δημοτικών εκλογών και έτοιμος για το άλμα στην προεδρία της Δημοκρατίας το οποίο θα εξασφαλίσει άλλη μία “δεκαετία Erdogan”, ο Τούρκος πρωθυπουργός αισθάνεται αρκετά ασφαλής ώστε να ανοίξει “υπαρξιακά ταυτοτικά ζητήματα” για την Τουρκία – κλείνοντας και σε αυτό το επίπεδο τους λογαριασμούς του με τον κεμαλισμό.
Ωστόσο, ο παράγοντας που περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον επιτάχυνε στη συγκυρία την αλλαγή στάσης της τουρκικής κυβέρνησης είναι... η ουκρανική κρίση. Με το δημοψήφισμα της Κριμαίας να δημιουργεί προηγούμενο και για την “παγωμένη” από το 1994 σύγκρουση Ερεβάν-Μπακού για το Ναγκόρνο Καραμπάχ και με τη Δημοκρατία της Αρμενίας να συντάσσεται πλήρως με τη Μόσχα, εγκαταλείποντας και την την Ανατολική Εταιρική Σχέση της Ε.Ε. υπέρ της Ευρασιατικής Ένωσης του Putin, η ανάγκη για βελτίωση των τουρκο-αρμενικών σχέσεων προβάλλει επιτακτική για το δυτικό στρατόπεδο.
Η ανάγκη μεγαλύτερης οικονομικής ενσωμάτωσης του Νοτίου Καυκάσου και η “διπλωματία των αγωγών” επιβάλλουν άνοιγμα των συνόρων Τουρκίας-Αρμενίας, που παραμένουν κλειστά από το 1993. Άλλωστε τα πρωτόκολλα για την αποκατάσταση των σχέσεων Άγκυρας-Ερεβάν, που υπογράφηκαν με αμερικανική ενθάρρυνση το 2009, παραμένουν ανενεργά καθώς ο Erdogan υπαναχώρησε χάριν των “Αζέρων αδελφών”.
Πηγή:www.capital.gr
Όσο και αν δεν συνιστά αναγνώριση ευθύνης, η γραπτή ανακοίνωση που εξέδωσε το πρωθυπουργικό γραφείο της Τουρκίας σχετικά με τα “γεγονότα του 1915” την παραμονή της 99ης επετείου της γενοκτονίας των Αρμενίων αποτελεί ιστορική χειρονομία, με οποιοδήποτε μέτρο και αν κριθεί.
Για πρώτη φορά η πολιτική εξουσία στην Άγκυρα εγκαταλείπει την τακτική της απλής άρνησης και τοποθετείται στο ζήτημα, όχι αντιδρώντας σε κινήσεις τρίτων, αλλά εξ ιδίας πρωτοβουλίας, “απενοχοποιώντας” ταυτόχρονα με τον τρόπο αυτόν τις ετήσιες τελετές μνήμης σχετικά με τη γενοκτονία, οι οποίες πολλαπλασιάζονται τα τελευταία χρόνια και στην ίδια των Τουρκία, με πρωτοβουλία της εναπομείνασας τουρκο-αρμενικής κοινότητας και των συμπαραστατών της.
Δημοσιευμένη σε εννέα γλώσσες (συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Αρμενικής που ομιλείται στη Δημοκρατία της Αρμενίας και της Δυτικής Αρμενικής που κυριαρχεί στη Διασπορά), η ανακοίνωση αυτή επιβεβαιώνει την ικανότητα του Tayyip Erdogan να εκπλήσσει – όπως όταν ανέθεσε στον αρχηγό των μυστικών του υπηρεσιών την αποστολή να συνομιλήσει με το ΡΚΚ, σε μία συγκυρία κατά την οποία η σκληρή επίσημη ρητορική έδειχνε ότι το Κουρδικό έχει περιέλθει σε αδιέξοδο.
Το διεθνές ακροατήριο, στο οποίο πρωτίστως απευθυνόταν η ανακοίνωση της 23ης Απριλίου, δεν έχασε το μήνυμα. “Χαιρετίζουμε την ιστορική δημόσια αναγνώριση των δοκιμασιών που υπέστησαν οι Αρμένιοι το 1915. Θεωρούμε ότι αποτελεί θετική ένδειξη πως μπορεί να υπάρξει πλήρης, ειλικρινής και δίκαιη αναγνώριση των γεγονότων, η οποία και ελπίζουμε ότι θα προωθήσει την συμφιλίωση Τούρκων και Αρμενίων” δήλωσε η εκπρόσωπος του του αμερικανικού υπουργείο Εξωτερικών Jen Psaki.
“Ευχόμαστε οι Αρμένιοι που έχασαν τη ζωή τους στις συνθήκες των αρχών του 20ού αιώνα να αναπαύονται εν ειρήνη και απευθύνουμε τα συλλυπητήριά μας στα εγγόνια τους” είναι η κεντρική φράση της ανακοίνωσης Erdogan, όπου μεταξύ άλλων τονίζεται ο “κοινός πόνος” των λαών της Ανατολίας για τα γεγονότα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Πρόκειται ασφαλώς για μία προσπάθεια της Τουρκίας να προλάβει και να διαχειρισθεί τα χειρότερα – καθώς η συμπλήρωση το 2015 εκατό ετών από την έναρξη της σφαγής προεξοφλείται ότι θα δώσει τεράστια ώθηση στην διεθνή αναγνώριση της γενοκτονίας.
Άλλωστε, οι καιροί κατά τους οποίους η Ουάσιγκτον προτιμούσε να αποφεύγει το ζήτημα και το φιλοϊσραηλινό λόμπι στήριζε την Άγκυρα έχουν παρέλθει. Στις 11 Απριλίου η Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων της αμερικανικής Γερουσίας υιοθέτησε και προώθησε προς την Ολομέλεια ψήφισμα με το οποίο ζητείται η καθιέρωση της επίσημης μνημόνευσης της γενοκτονίας των Αρμενίων και προτρέπεται ο πρόεδρος των ΗΠΑ να εργασθεί για την εμπέδωση μιας “δημιουργικής και σταθερής” τουρκο-αρμενικής σχέσης που θα περιλαμβάνει την πλήρη αναγνώριση από την Τουρκία των γεγονότων σχετικά με την γενοκτονία. Ο πρόεδρος της Επιτροπής Bob Menendez βρίσκεται ως γνωστόν πολύ κοντά τόσο στο φιλοισραηλινό όσο και στο ελληνικό λόμπι.
Ακόμη πιο ανησυχητική για την Άγκυρα είναι η τοποθέτηση του Πάπα Φραγκίσκου ο οποίος (εξοικειωμένος με το θέμα από την ισχυρή αρμενική παρουσία στην πατρίδα του Αργεντινή) δήλωσε αυθόρμητα λίγο μετά την εκλογή του ότι η σφαγή των Αρμενίων αποτελεί την “πρώτη γενοκτονία του 20ού αιώνα”. Αν η θέση αυτή μεταφρασθεί σε επίσημη γραμμή της βατικάνειας διπλωματίας ενόψει της εκατοστής επετείου, οι εξελίξεις θα είναι αναμφίβολα θεαματικές.
Εξ ού και ο Erdogan επιχειρεί να στρέψει τη συζήτηση στην ανάγκη για μία “απροκατάληπτη” ιστορική έρευνα, που θα αναγνωρίζει “χωρίς εθνοθρησκευτικές διακρίσεις” τις δοκιμασίες όλων των λαών της περιοχής και δεν θα επιτρέπει τη μετατροπή της μνήμης των γεγονότων σε “απαράδεκτο πρόσχημα καλλιέργειας εχθρότητας έναντι της Τουρκίας για πολιτικούς σκοπούς”.
Απέναντι στις προσπάθειες ποινικοποίησης της άρνησης της αρμενικής γενοκτονίας σε χώρες όπως η Γαλλία και η Ελβετία, η τουρκική πλευρά προβάλλει μάλιστα την ανάγκη “ελεύθερης και πλουραλιστικής έκφρασης των διαφορετικών απόψεων, στο πλαίσιο μιας δημοκρατικής νεωτερικής κουλτούρας”.
Η σημασία αυτής της τοποθέτησης για το εσωτερικό της Τουρκίας δεν μπορεί να υποτιμηθεί. Ενισχυμένος πολιτικά από το αποτέλεσμα των δημοτικών εκλογών και έτοιμος για το άλμα στην προεδρία της Δημοκρατίας το οποίο θα εξασφαλίσει άλλη μία “δεκαετία Erdogan”, ο Τούρκος πρωθυπουργός αισθάνεται αρκετά ασφαλής ώστε να ανοίξει “υπαρξιακά ταυτοτικά ζητήματα” για την Τουρκία – κλείνοντας και σε αυτό το επίπεδο τους λογαριασμούς του με τον κεμαλισμό.
Ωστόσο, ο παράγοντας που περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον επιτάχυνε στη συγκυρία την αλλαγή στάσης της τουρκικής κυβέρνησης είναι... η ουκρανική κρίση. Με το δημοψήφισμα της Κριμαίας να δημιουργεί προηγούμενο και για την “παγωμένη” από το 1994 σύγκρουση Ερεβάν-Μπακού για το Ναγκόρνο Καραμπάχ και με τη Δημοκρατία της Αρμενίας να συντάσσεται πλήρως με τη Μόσχα, εγκαταλείποντας και την την Ανατολική Εταιρική Σχέση της Ε.Ε. υπέρ της Ευρασιατικής Ένωσης του Putin, η ανάγκη για βελτίωση των τουρκο-αρμενικών σχέσεων προβάλλει επιτακτική για το δυτικό στρατόπεδο.
Η ανάγκη μεγαλύτερης οικονομικής ενσωμάτωσης του Νοτίου Καυκάσου και η “διπλωματία των αγωγών” επιβάλλουν άνοιγμα των συνόρων Τουρκίας-Αρμενίας, που παραμένουν κλειστά από το 1993. Άλλωστε τα πρωτόκολλα για την αποκατάσταση των σχέσεων Άγκυρας-Ερεβάν, που υπογράφηκαν με αμερικανική ενθάρρυνση το 2009, παραμένουν ανενεργά καθώς ο Erdogan υπαναχώρησε χάριν των “Αζέρων αδελφών”.
Πηγή:www.capital.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ