2014-09-22 08:11:14
Δυσοίωνες είναι οι προβλέψεις για τη φετινή σοδειά του κρασιού, καθώς οι ιδιόμορφες καιρικές συνθήκες που επικράτησαν το καλοκαίρι έβαλαν υψηλά εμπόδια στους οινοπαραγωγούς όλης της χώρας.
Οι βροχές και οι χαλαζοπτώσεις του Ιουλίου και του Αυγούστου είχαν ως αποτέλεσμα να καταστραφεί μέρος της παραγωγής, ενώ τα έντονα καιρικά φαινόμενα στις περιοχές όπου δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα ο τρύγος είναι πιθανό να επηρεάσουν την ποιότητα κάποιων ποικιλιών.
Με τα μέχρι τώρα στοιχεία, σύμφωνα με το "Εθνος", υπολογίζεται ότι σε αμπελώνες της Μακεδονίας και της Πελοποννήσου έχει χαθεί το 10% της παραγωγής, αν και η οριστική καταγραφή θα γίνει μόλις ολοκληρωθεί ο τρύγος.
Τα δύο σημαντικότερα προβλήματα που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν φέτος οι αμπελουργοί ήταν ο περονόσπορος και το ωίδιο, τα οποία εμφανίστηκαν λόγω των βροχών και του χαλαζιού που έπεσαν τον Ιούνιο και τον Ιούλιο. Οπως φαίνεται, αρκετοί καλλιεργητές δεν ήταν επαρκώς προετοιμασμένοι για να τα καταπολεμήσουν, με αποτέλεσμα να χάσουν σημαντικό ποσοστό της σοδειάς τους.
«Οι αμπελουργοί που δεν πρόσεξαν έπαθαν μεγάλες ζημιές. Τα καιρικά φαινόμενα ήταν αιφνιδιαστικά. Πρέπει όμως να πούμε ότι οι περισσότερες ζημιές έγιναν σε κτήματα απλών αμπελουργών και όχι σε αυτά των οινοποιείων», λέει στο «Εθνος» ο οινολόγος Γιάννης Φλεριανός.
Λόγω των καλοκαιρινών βροχών θα υπάρξει μείωση της παραγωγής, αλλά ο κακός καιρός του Σεπτεμβρίου είναι πιθανό να επηρεάσει και την ποιότητα του ελληνικού κρασιού. Ο κ. Φλεριανός εξηγεί ότι «σε κάποιες περιοχές ο τρύγος δεν έχει τελειώσει και οι βροχές θα επηρεάσουν την ποιότητα του σταφυλιού. Μερικές ποικιλίες είναι πιθανό να σαπίσουν. Ενδεχομένως κάποια κρασιά δεν θα είναι στο ίδιο επίπεδο με τα περσινά».
Η ανησυχία του επικεντρώνεται κυρίως σε ποικιλίες όπως το Αγιωργίτικο της Νεμέας, το Σαββατιανό, ο Ροδίτης και κάποιες γαλλικές όπως το Γκρενάζ Ρουζ. Μικρότερος είναι ο προβληματισμός του για ποικιλίες όπως η Μαλαγουζιά, το Σοβινιόν Μπλαν και κάποια Μερλό. «Αυτές δεν επηρεάστηκαν από τον καιρό. Πρέπει να επισημάνουμε ότι, αν και φέτος ήταν μια δύσκολη χρονιά λόγω των βροχών, οι ήπιες θερμοκρασίες βοήθησαν ώστε να μην υπάρξουν ακόμα περισσότερα προβλήματα», σημειώνει.
Εισαγωγές
Με τις εκτιμήσεις του κ. Φλεριανού συμφωνεί και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου, Αγγελος Ρούβαλης. «Τα πράγματα δεν προδιαγράφονται καλά. Φέτος, και ευκαιριακά λόγω του καιρού, αναμένεται να έχουμε μικρότερη παραγωγή», λέει στο «Εθνος». Συμπληρώνει, επιπλέον, ότι «η εκτίμησή μας είναι ότι το κρασί που θα παραχθεί δεν θα είναι αρκετό για να καλύψει τις ανάγκες της ελληνικής αγοράς. Είναι πιθανό να χρειαστούν εισαγωγές φθηνού κρασιού από χώρες των Βαλκανίων για να καλύψουν τις εξαγωγές που θα γίνουν».
Ο κ. Φλεριανός επισημαίνει ότι παρά τις φετινές αντιξοότητες το καλό όνομα που έχει αρχίσει να φτιάχνει η Ελλάδα στο εξωτερικό δεν πρόκειται να επηρεαστεί. «Η ποιότητα των εξαγωγών θα παραμείνει σε πολύ υψηλό επίπεδο. Δεν θα βγει κακό όνομα για τα ελληνικά κρασιά επειδή για ένα καλοκαίρι αντιμετωπίσαμε προβλήματα. Αλλωστε, οι Ελληνες οινοποιοί, και ακόμα περισσότερο αυτοί που ενδιαφέρονται για εξαγωγές των προϊόντων τους, έχουν μεγάλη εμπειρία και την απαραίτητη τεχνογνωσία για να αντιμετωπίσουν δύσκολες καταστάσεις», καταλήγει.
Ζητούμενο η διατήρηση πωλήσεων και εξαγωγών
Το ζητούμενο για τη φετινή χρονιά είναι να διατηρηθούν τα καλά οικονομικά αποτελέσματα που κατέγραψαν οι Ελληνες οινοποιοί το 2013 χάρη στην αύξηση τόσο των πωλήσεων όσο και των εξαγωγών τους. Σύμφωνα με στοιχεία της ICAP, οι συνολικές πωλήσεις των μεγάλων οινοποιητικών μονάδων της χώρας έφτασαν τα 209 εκατομμύρια ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 6,21% σε σύγκριση με το 2012, ενώ οι ζημιές τους περιορίστηκαν στα 10,77 εκατομμύρια ευρώ από 14,74 εκατομμύρια που ήταν το 2012. Ανάλογα καλή ήταν και η πορεία των εξαγωγών το πρώτο τρίμηνο του 2014. Ανήλθαν στα 16,2 εκατομμύρια ευρώ από 12,8 εκατομμύρια που ήταν το πρώτο τρίμηνο του 2013, ενώ αύξηση παρουσίασε και ο όγκος των εξαγωγών ο οποίος έφτασε τους 7.500 τόνους από 5.900 που ήταν στο αντίστοιχο περσινό διάστημα.
Ο κ. Ρούβαλης επισημαίνει ότι «τα τελευταία χρόνια εκπονήσαμε ένα επιτυχημένο στρατηγικό σχέδιο και καταφέραμε να ανατρέψουμε το στερεότυπο σύμφωνα με το οποίο υπάρχουν μόνο φθηνά ελληνικά κρασιά». Με τον τρόπο αυτόν, οι Ελληνες παραγωγοί κατάφεραν να ανοίξουν σημαντικές αγορές του εξωτερικού, όπως αυτή των ΗΠΑ όπου τα κρασιά μας αρχίζουν να γίνονται δημοφιλή κυρίως μεταξύ των νέων. Πάντως, η μεγαλύτερη αγορά για το ελληνικό κρασί παραμένει αυτή της Γερμανίας, στην οποία κατευθύνονται περίπου οι μισές εξαγωγές.
Αρνητικά σημάδια
Ωστόσο, παρά τη θετική πορεία της ελληνικής παραγωγής, ο κ. Ρούβαλης εντοπίζει κάποια αρνητικά σημάδια τα οποία τα κρίνει ιδιαιτέρως ανησυχητικά για τη μελλοντική πορεία του ελληνικού κρασιού. «Τα στοιχεία δείχνουν ότι ο ελληνικός αμπελώνας φθίνει όσο περνούν τα χρόνια. Τη δεκαετία του 1980 είχαμε 1 εκατομμύριο στρέμματα και σήμερα έχουμε 680.000. Επιπλέον, παλαιότερα η παραγωγή κρασιού έφτανε τους 500.000 τόνους τον χρόνο και σήμερα έχουμε πέσει στους 330.000. Φτάσαμε στο σημείο να κάνουμε εισαγωγές για να καλύψουμε την εγχώρια ζήτηση».
Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου τονίζει ότι μέρος του προβλήματος έχει να κάνει με τις μικρές εκτάσεις που αντιστοιχούν σε κάθε Ελληνα αμπελουργό. «Στη χώρα μας ο μέσος κλήρος για κάθε αμπελουργό είναι έξι στρέμματα την ώρα που στη Γαλλία είναι 90 στρέμματα. Είναι προφανές ότι με έξι στρέμματα γης είναι πολύ δύσκολο να είναι κάποιος βιώσιμος. Αυτό είναι ένα μεγάλο ζήτημα από τη στιγμή που θέλουμε να είμαστε στις αγορές του εξωτερικού και να ανταγωνιζόμαστε με ίσους όρους τους καλλιεργητές από τη Γαλλία, την Ισπανία και την Ιταλία. Επιπλέον, δεν επιτρέπεται πλέον η φύτευση νέων αμπελιών, κάτι που είναι κρίμα γιατί υπάρχουν μεγάλες αναξιοποίητες εκτάσεις σε όλη τη χώρα τις οποίες θα μπορούσαμε να εκμεταλλευτούμε», καταλήγει.
xespao
Οι βροχές και οι χαλαζοπτώσεις του Ιουλίου και του Αυγούστου είχαν ως αποτέλεσμα να καταστραφεί μέρος της παραγωγής, ενώ τα έντονα καιρικά φαινόμενα στις περιοχές όπου δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα ο τρύγος είναι πιθανό να επηρεάσουν την ποιότητα κάποιων ποικιλιών.
Με τα μέχρι τώρα στοιχεία, σύμφωνα με το "Εθνος", υπολογίζεται ότι σε αμπελώνες της Μακεδονίας και της Πελοποννήσου έχει χαθεί το 10% της παραγωγής, αν και η οριστική καταγραφή θα γίνει μόλις ολοκληρωθεί ο τρύγος.
Τα δύο σημαντικότερα προβλήματα που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν φέτος οι αμπελουργοί ήταν ο περονόσπορος και το ωίδιο, τα οποία εμφανίστηκαν λόγω των βροχών και του χαλαζιού που έπεσαν τον Ιούνιο και τον Ιούλιο. Οπως φαίνεται, αρκετοί καλλιεργητές δεν ήταν επαρκώς προετοιμασμένοι για να τα καταπολεμήσουν, με αποτέλεσμα να χάσουν σημαντικό ποσοστό της σοδειάς τους.
«Οι αμπελουργοί που δεν πρόσεξαν έπαθαν μεγάλες ζημιές. Τα καιρικά φαινόμενα ήταν αιφνιδιαστικά. Πρέπει όμως να πούμε ότι οι περισσότερες ζημιές έγιναν σε κτήματα απλών αμπελουργών και όχι σε αυτά των οινοποιείων», λέει στο «Εθνος» ο οινολόγος Γιάννης Φλεριανός.
Λόγω των καλοκαιρινών βροχών θα υπάρξει μείωση της παραγωγής, αλλά ο κακός καιρός του Σεπτεμβρίου είναι πιθανό να επηρεάσει και την ποιότητα του ελληνικού κρασιού. Ο κ. Φλεριανός εξηγεί ότι «σε κάποιες περιοχές ο τρύγος δεν έχει τελειώσει και οι βροχές θα επηρεάσουν την ποιότητα του σταφυλιού. Μερικές ποικιλίες είναι πιθανό να σαπίσουν. Ενδεχομένως κάποια κρασιά δεν θα είναι στο ίδιο επίπεδο με τα περσινά».
Η ανησυχία του επικεντρώνεται κυρίως σε ποικιλίες όπως το Αγιωργίτικο της Νεμέας, το Σαββατιανό, ο Ροδίτης και κάποιες γαλλικές όπως το Γκρενάζ Ρουζ. Μικρότερος είναι ο προβληματισμός του για ποικιλίες όπως η Μαλαγουζιά, το Σοβινιόν Μπλαν και κάποια Μερλό. «Αυτές δεν επηρεάστηκαν από τον καιρό. Πρέπει να επισημάνουμε ότι, αν και φέτος ήταν μια δύσκολη χρονιά λόγω των βροχών, οι ήπιες θερμοκρασίες βοήθησαν ώστε να μην υπάρξουν ακόμα περισσότερα προβλήματα», σημειώνει.
Εισαγωγές
Με τις εκτιμήσεις του κ. Φλεριανού συμφωνεί και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου, Αγγελος Ρούβαλης. «Τα πράγματα δεν προδιαγράφονται καλά. Φέτος, και ευκαιριακά λόγω του καιρού, αναμένεται να έχουμε μικρότερη παραγωγή», λέει στο «Εθνος». Συμπληρώνει, επιπλέον, ότι «η εκτίμησή μας είναι ότι το κρασί που θα παραχθεί δεν θα είναι αρκετό για να καλύψει τις ανάγκες της ελληνικής αγοράς. Είναι πιθανό να χρειαστούν εισαγωγές φθηνού κρασιού από χώρες των Βαλκανίων για να καλύψουν τις εξαγωγές που θα γίνουν».
Ο κ. Φλεριανός επισημαίνει ότι παρά τις φετινές αντιξοότητες το καλό όνομα που έχει αρχίσει να φτιάχνει η Ελλάδα στο εξωτερικό δεν πρόκειται να επηρεαστεί. «Η ποιότητα των εξαγωγών θα παραμείνει σε πολύ υψηλό επίπεδο. Δεν θα βγει κακό όνομα για τα ελληνικά κρασιά επειδή για ένα καλοκαίρι αντιμετωπίσαμε προβλήματα. Αλλωστε, οι Ελληνες οινοποιοί, και ακόμα περισσότερο αυτοί που ενδιαφέρονται για εξαγωγές των προϊόντων τους, έχουν μεγάλη εμπειρία και την απαραίτητη τεχνογνωσία για να αντιμετωπίσουν δύσκολες καταστάσεις», καταλήγει.
Ζητούμενο η διατήρηση πωλήσεων και εξαγωγών
Το ζητούμενο για τη φετινή χρονιά είναι να διατηρηθούν τα καλά οικονομικά αποτελέσματα που κατέγραψαν οι Ελληνες οινοποιοί το 2013 χάρη στην αύξηση τόσο των πωλήσεων όσο και των εξαγωγών τους. Σύμφωνα με στοιχεία της ICAP, οι συνολικές πωλήσεις των μεγάλων οινοποιητικών μονάδων της χώρας έφτασαν τα 209 εκατομμύρια ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 6,21% σε σύγκριση με το 2012, ενώ οι ζημιές τους περιορίστηκαν στα 10,77 εκατομμύρια ευρώ από 14,74 εκατομμύρια που ήταν το 2012. Ανάλογα καλή ήταν και η πορεία των εξαγωγών το πρώτο τρίμηνο του 2014. Ανήλθαν στα 16,2 εκατομμύρια ευρώ από 12,8 εκατομμύρια που ήταν το πρώτο τρίμηνο του 2013, ενώ αύξηση παρουσίασε και ο όγκος των εξαγωγών ο οποίος έφτασε τους 7.500 τόνους από 5.900 που ήταν στο αντίστοιχο περσινό διάστημα.
Ο κ. Ρούβαλης επισημαίνει ότι «τα τελευταία χρόνια εκπονήσαμε ένα επιτυχημένο στρατηγικό σχέδιο και καταφέραμε να ανατρέψουμε το στερεότυπο σύμφωνα με το οποίο υπάρχουν μόνο φθηνά ελληνικά κρασιά». Με τον τρόπο αυτόν, οι Ελληνες παραγωγοί κατάφεραν να ανοίξουν σημαντικές αγορές του εξωτερικού, όπως αυτή των ΗΠΑ όπου τα κρασιά μας αρχίζουν να γίνονται δημοφιλή κυρίως μεταξύ των νέων. Πάντως, η μεγαλύτερη αγορά για το ελληνικό κρασί παραμένει αυτή της Γερμανίας, στην οποία κατευθύνονται περίπου οι μισές εξαγωγές.
Αρνητικά σημάδια
Ωστόσο, παρά τη θετική πορεία της ελληνικής παραγωγής, ο κ. Ρούβαλης εντοπίζει κάποια αρνητικά σημάδια τα οποία τα κρίνει ιδιαιτέρως ανησυχητικά για τη μελλοντική πορεία του ελληνικού κρασιού. «Τα στοιχεία δείχνουν ότι ο ελληνικός αμπελώνας φθίνει όσο περνούν τα χρόνια. Τη δεκαετία του 1980 είχαμε 1 εκατομμύριο στρέμματα και σήμερα έχουμε 680.000. Επιπλέον, παλαιότερα η παραγωγή κρασιού έφτανε τους 500.000 τόνους τον χρόνο και σήμερα έχουμε πέσει στους 330.000. Φτάσαμε στο σημείο να κάνουμε εισαγωγές για να καλύψουμε την εγχώρια ζήτηση».
Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου τονίζει ότι μέρος του προβλήματος έχει να κάνει με τις μικρές εκτάσεις που αντιστοιχούν σε κάθε Ελληνα αμπελουργό. «Στη χώρα μας ο μέσος κλήρος για κάθε αμπελουργό είναι έξι στρέμματα την ώρα που στη Γαλλία είναι 90 στρέμματα. Είναι προφανές ότι με έξι στρέμματα γης είναι πολύ δύσκολο να είναι κάποιος βιώσιμος. Αυτό είναι ένα μεγάλο ζήτημα από τη στιγμή που θέλουμε να είμαστε στις αγορές του εξωτερικού και να ανταγωνιζόμαστε με ίσους όρους τους καλλιεργητές από τη Γαλλία, την Ισπανία και την Ιταλία. Επιπλέον, δεν επιτρέπεται πλέον η φύτευση νέων αμπελιών, κάτι που είναι κρίμα γιατί υπάρχουν μεγάλες αναξιοποίητες εκτάσεις σε όλη τη χώρα τις οποίες θα μπορούσαμε να εκμεταλλευτούμε», καταλήγει.
xespao
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Νέα tablets και e-readers από την Amazon
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ