2014-11-24 10:35:06
Όταν την περασμένη εβδομάδα ο υπουργός Δικαιοσύνης Χαράλαμπος Αθανασίου ανακοίνωνε το σχέδιο νόμου ποινικής συνδιαλλαγής ουσιαστικά μιλούσε για τη δημιουργία μιας σειράς κινήτρων (ευνοϊκή ποινική μεταχείριση) για όσους επιστρέφουν καταχρασθέντα χρήματα στο Δημόσιο.
«Πρόκειται για μία ακόμη κίνηση με γνώμονα την επιστροφή “μαύρου χρήματος” στο κράτος», εξηγούσαν στελέχη του υπουργείου.
«Μιλάμε για εκατομμύρια ευρώ στα δημόσια ταμεία», τόνιζαν οι ίδιες πηγές. Έρευνα της «Καθημερινής» στις υπηρεσίες των υπουργείων Οικονομικών και Δικαιοσύνης δείχνει, όμως, πως η αξιοποίηση των χρημάτων ή των ακινήτων που έχουν δεσμευθεί από το ίδιο το κράτος, ακόμη και σε πολύκροτες υποθέσεις όπως αυτή του πρώην υπουργού Ακη Τσοχατζόπουλου ή γνωστών επιχειρηματιών όπως ο Λάκης Γαβαλάς, μόνο εύκολη υπόθεση δεν είναι. Ανελαστικοί νόμοι, δικαστικές αποφάσεις που παίρνουν χρόνια να τελεσιδικήσουν, αλλά και γραφειοκρατικά –πολλές φορές παράλογα– εμπόδια που βάζει το ίδιο το κράτος στον εαυτό του, έχουν ως αποτέλεσμα να καθυστερεί αδικαιολόγητα η αξιοποίηση εκατομμυρίων ευρώ.
Η ανάγκη για ζεστό χρήμα
«Ολα ξεκίνησαν επειδή ήθελαν ζεστό χρήμα», θυμάται ένας από τους δικαστές που είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στην αρχική διαμόρφωση του σχεδίου νόμου ποινικής συνδιαλλαγής επί των ημερών Ρουπακιώτη, το 2012. Τότε, υποθέσεις διαφθοράς και οικονομικά εγκλήματα με κατηγορουμένους πολιτικούς και γνωστούς επιχειρηματίες έπαιρναν για πρώτη φορά τον δρόμο της Δικαιοσύνης. Παράλληλα, ξεκινούσε η συζήτηση για το πώς θα αξιοποιηθούν καλύτερα τα χρήματα που θα δεσμεύονταν. «Το υπουργείο Οικονομικών, που ουσιαστικά είχε “παραγγείλει” από εμάς τον νόμο, ήθελε να μπορεί να έχει γρηγορότερη πρόσβαση στα καταχρασθέντα χρήματα», λέει ο δικαστικός λειτουργός που επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του. «Θυμάμαι πως –στην αρχή τουλάχιστον– υπήρχε αυτό που λέμε πολιτική βούληση. Είχαμε τότε συζητήσει πολλά – ακόμη και διαδικασίες για να αξιοποιούνται καλύτερα τα δεσμευμένα ακίνητα».
Στο πνεύμα της εποχής, ο τότε επικεφαλής της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, Χάρης Θεοχάρης, αποφάσισε την αναδιοργάνωση των πλειστηριασμών του Δημοσίου. Μέχρι εκείνη τη στιγμή εκπλειστηριάζονταν κάθε χρόνο το πολύ δύο ακίνητα οφειλετών που είχαν δεσμευθεί από τις εφορίες για χρέη. Ο κ. Θεοχάρης με τη συγκατάθεση της κυβέρνησης έδωσε τότε εντολή να συγκεντρωθούν τα πιο εμπορικά ακίνητα των μεγαλύτερων οφειλετών, ενώ παράλληλα επανασχεδίασε την ιστοσελίδα της υπηρεσίας: φωτογραφίες, πληροφορίες για τα ακίνητα, οτιδήποτε θα έκανε την υπηρεσία προσιτή σε πιθανούς αγοραστές.
Ο πρώτος πλειστηριασμός με τα νέα δεδομένα είχε ανακοινωθεί για τον Ιούλιο του 2013: έξι ακίνητα-φιλέτα οφειλετών, οι οποίοι συνολικά χρωστούσαν 95 εκατ. Δεύτερο στη λίστα ήταν το εξοχικό του Λάκη Γαβαλά στην παραλία της Φτελιάς στη Μύκονο, με τιμή εκκίνησης 960.000 ευρώ. Ο,τι τελικά έπιανε στον πλειστηριασμό θα πήγαινε προς εξυπηρέτηση των χρεών του κ. Γαβαλά προς το Δημόσιο – συνολικά 12.671.000 ευρώ.
Το υποθηκοφυλακείο Μυκόνου, όμως, ενημέρωσε την ομάδα του κ. Θεοχάρη, λίγες εβδομάδες πριν από τον πλειστηριασμό, πως δεν θα μπορούσε να συμπεριλάβει το συγκεκριμένο ακίνητο, δεδομένου ότι είχε δεσμευθεί από μιαν άλλη υπηρεσία του κράτους: την Αρχή της Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες. Ο κ. Θεοχάρης θεώρησε πως επρόκειτο για κάτι γραφειοκρατικό που θα μπορούσε να προσπεράσει εύκολα, όπως δείχνει και το έγγραφο που έστειλε στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους ζητώντας διευκρινίσεις για το «εάν στην απαγόρευση εκποίησης εμπίπτει και η διενέργεια πλειστηριασμού από το ίδιο το Δημόσιο».
Το Νομικό Συμβούλιο του απάντησε ταχύτατα πως πράγματι το συγκεκριμένο ακίνητο είχε δεσμευθεί από την Αρχή και ως εκ τούτου δεν θα μπορούσε κανείς –ούτε το ίδιο Δημόσιο– να το εκποιήσει. Μοναδικός τρόπος, σημείωναν οι δικαστικοί στην απάντησή τους, θα ήταν να βγει η αμετάκλητη απόφαση και τότε να δημευθεί. Ο κ. Θεοχάρης επέμεινε. Μάλιστα, σε έγγραφο που έχει στην κατοχή της η «Κ» ζητάει να επανεξεταστεί το αίτημά του, αφού, όπως γράφει, «με την ερμηνεία της απαγόρευσης εκποίησης και για το Δημόσιο βλάπτεται υπέρμετρα το δημόσιο συμφέρον».
«Είναι οξύμωρο», σχολίαζαν τότε στελέχη του ΥΠΟΙΚ που είχαν ασχοληθεί με την υπόθεση. «Από τη μια να λες πως ο στόχος είναι να δημευθεί, αλλά όταν δίνεται η δυνατότητα, να μη μπορείς να το αξιοποιήσεις». Η απάντηση από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους ήταν και πάλι αρνητική. Η συγκεκριμένη Αρχή δεσμεύει λογαριασμούς και ακίνητα ως προϊόντα εγκλήματος, όχι χρέη. Η εκποίηση προτού τελεσιδικήσει η απόφαση θα άνοιγε άλλα –συνταγματικά– προβλήματα για το κράτος. «Αν το εκπλειστηριάσεις, πώς θα αποζημιώσεις κάποιον που ενδεχομένως θα αθωωθεί μετέπειτα; Αν θέλετε γρήγορα τα λεφτά, πρέπει να επισπεύσετε τις ποινικές διαδικασίες. Δεν υπάρχουν άλλες εύκολες λύσεις», εξηγούσε ο κ. Παναγιώτης Νικολούδης, πρόεδρος της Αρχής, σε σχετικές συζητήσεις με στελέχη του ΥΠΟΙΚ.
Σε συνέχεια εκείνων των συζητήσεων και βάσει της απόφασης του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους για το σπίτι του Λάκη Γαβαλά στη Μύκονο μοιράστηκε φέτος τον Αύγουστο, από την τωρινή γενική γραμματεία Εσόδων κ. Σαββαΐδου, εγκύκλιος προς όλες τις εφορίες της χώρας η οποία απαγορεύει την εκποίηση ακινήτων που έχει προηγουμένως δεσμεύσει η Αρχή.
Το κυνηγητό
Ο κ. Νικολούδης, αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ανέλαβε πρόεδρος της Aρχής τον Οκτώβριο του 2010 και με την ομάδα του έδωσαν από την αρχή μάχες για να ανακαλύψουν και να δεσμεύσουν περιουσίες πριν χαθούν εντέχνως τα ίχνη τους. Παρότι οι ύποπτοι συνήθως έχουν «εξειδικευμένη» γνώση στο «ξέπλυμα», η ομάδα Νικολούδη έχει καταφέρει να δεσμεύσει –μόνο για το 2014– 148 εκατ. ευρώ σε κινητή και ακίνητη περιουσία. Η μόνη περίπτωση, όμως, κατά την οποία ακολουθεί εκποίηση μετά τη δέσμευση είναι τα κατασχεθέντα αυτοκίνητα από υποθέσεις ναρκωτικών. Εκεί, υπερίσχυσε η λογική και ο νόμος άλλαξε, αφού συνυπολογίστηκε ότι η αξία των αυτοκινήτων –μέχρι να τελεσιδικήσει η υπόθεση– έχει πλέον μηδενιστεί.
Ολα τα άλλα, συνολικά 881 εκατ. ευρώ από το 2011, οπότε πρωτολειτούργησε η Αρχή υπό τον κ.Νικολούδη, και μέχρι σήμερα (πλην αυτών που αποδεσμεύθηκαν σε υποθέσεις όπου τελικά δεν ασκήθηκε ποινική δίωξη) συν τα χρήματα που έχουν με τη σειρά τους δεσμεύσει οι ανακριτές διαφθοράς (πάνω από 400 εκατ. ευρώ, χωρίς να υπολογίζονται οι αξίες των εκατοντάδων δεσμευμένων ακινήτων) περιμένουν αμετάκλητες αποφάσεις.
Το ποσό ξεπερνάει κατά πολύ το 1 δισ. ευρώ, αλλά κανείς δεν έχει εικόνα για το πότε αυτά τα χρήματα θα μπουν στα ταμεία του κράτους.
Πηγή Tromaktiko
«Πρόκειται για μία ακόμη κίνηση με γνώμονα την επιστροφή “μαύρου χρήματος” στο κράτος», εξηγούσαν στελέχη του υπουργείου.
«Μιλάμε για εκατομμύρια ευρώ στα δημόσια ταμεία», τόνιζαν οι ίδιες πηγές. Έρευνα της «Καθημερινής» στις υπηρεσίες των υπουργείων Οικονομικών και Δικαιοσύνης δείχνει, όμως, πως η αξιοποίηση των χρημάτων ή των ακινήτων που έχουν δεσμευθεί από το ίδιο το κράτος, ακόμη και σε πολύκροτες υποθέσεις όπως αυτή του πρώην υπουργού Ακη Τσοχατζόπουλου ή γνωστών επιχειρηματιών όπως ο Λάκης Γαβαλάς, μόνο εύκολη υπόθεση δεν είναι. Ανελαστικοί νόμοι, δικαστικές αποφάσεις που παίρνουν χρόνια να τελεσιδικήσουν, αλλά και γραφειοκρατικά –πολλές φορές παράλογα– εμπόδια που βάζει το ίδιο το κράτος στον εαυτό του, έχουν ως αποτέλεσμα να καθυστερεί αδικαιολόγητα η αξιοποίηση εκατομμυρίων ευρώ.
Η ανάγκη για ζεστό χρήμα
«Ολα ξεκίνησαν επειδή ήθελαν ζεστό χρήμα», θυμάται ένας από τους δικαστές που είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στην αρχική διαμόρφωση του σχεδίου νόμου ποινικής συνδιαλλαγής επί των ημερών Ρουπακιώτη, το 2012. Τότε, υποθέσεις διαφθοράς και οικονομικά εγκλήματα με κατηγορουμένους πολιτικούς και γνωστούς επιχειρηματίες έπαιρναν για πρώτη φορά τον δρόμο της Δικαιοσύνης. Παράλληλα, ξεκινούσε η συζήτηση για το πώς θα αξιοποιηθούν καλύτερα τα χρήματα που θα δεσμεύονταν. «Το υπουργείο Οικονομικών, που ουσιαστικά είχε “παραγγείλει” από εμάς τον νόμο, ήθελε να μπορεί να έχει γρηγορότερη πρόσβαση στα καταχρασθέντα χρήματα», λέει ο δικαστικός λειτουργός που επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του. «Θυμάμαι πως –στην αρχή τουλάχιστον– υπήρχε αυτό που λέμε πολιτική βούληση. Είχαμε τότε συζητήσει πολλά – ακόμη και διαδικασίες για να αξιοποιούνται καλύτερα τα δεσμευμένα ακίνητα».
Στο πνεύμα της εποχής, ο τότε επικεφαλής της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, Χάρης Θεοχάρης, αποφάσισε την αναδιοργάνωση των πλειστηριασμών του Δημοσίου. Μέχρι εκείνη τη στιγμή εκπλειστηριάζονταν κάθε χρόνο το πολύ δύο ακίνητα οφειλετών που είχαν δεσμευθεί από τις εφορίες για χρέη. Ο κ. Θεοχάρης με τη συγκατάθεση της κυβέρνησης έδωσε τότε εντολή να συγκεντρωθούν τα πιο εμπορικά ακίνητα των μεγαλύτερων οφειλετών, ενώ παράλληλα επανασχεδίασε την ιστοσελίδα της υπηρεσίας: φωτογραφίες, πληροφορίες για τα ακίνητα, οτιδήποτε θα έκανε την υπηρεσία προσιτή σε πιθανούς αγοραστές.
Ο πρώτος πλειστηριασμός με τα νέα δεδομένα είχε ανακοινωθεί για τον Ιούλιο του 2013: έξι ακίνητα-φιλέτα οφειλετών, οι οποίοι συνολικά χρωστούσαν 95 εκατ. Δεύτερο στη λίστα ήταν το εξοχικό του Λάκη Γαβαλά στην παραλία της Φτελιάς στη Μύκονο, με τιμή εκκίνησης 960.000 ευρώ. Ο,τι τελικά έπιανε στον πλειστηριασμό θα πήγαινε προς εξυπηρέτηση των χρεών του κ. Γαβαλά προς το Δημόσιο – συνολικά 12.671.000 ευρώ.
Το υποθηκοφυλακείο Μυκόνου, όμως, ενημέρωσε την ομάδα του κ. Θεοχάρη, λίγες εβδομάδες πριν από τον πλειστηριασμό, πως δεν θα μπορούσε να συμπεριλάβει το συγκεκριμένο ακίνητο, δεδομένου ότι είχε δεσμευθεί από μιαν άλλη υπηρεσία του κράτους: την Αρχή της Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες. Ο κ. Θεοχάρης θεώρησε πως επρόκειτο για κάτι γραφειοκρατικό που θα μπορούσε να προσπεράσει εύκολα, όπως δείχνει και το έγγραφο που έστειλε στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους ζητώντας διευκρινίσεις για το «εάν στην απαγόρευση εκποίησης εμπίπτει και η διενέργεια πλειστηριασμού από το ίδιο το Δημόσιο».
Το Νομικό Συμβούλιο του απάντησε ταχύτατα πως πράγματι το συγκεκριμένο ακίνητο είχε δεσμευθεί από την Αρχή και ως εκ τούτου δεν θα μπορούσε κανείς –ούτε το ίδιο Δημόσιο– να το εκποιήσει. Μοναδικός τρόπος, σημείωναν οι δικαστικοί στην απάντησή τους, θα ήταν να βγει η αμετάκλητη απόφαση και τότε να δημευθεί. Ο κ. Θεοχάρης επέμεινε. Μάλιστα, σε έγγραφο που έχει στην κατοχή της η «Κ» ζητάει να επανεξεταστεί το αίτημά του, αφού, όπως γράφει, «με την ερμηνεία της απαγόρευσης εκποίησης και για το Δημόσιο βλάπτεται υπέρμετρα το δημόσιο συμφέρον».
«Είναι οξύμωρο», σχολίαζαν τότε στελέχη του ΥΠΟΙΚ που είχαν ασχοληθεί με την υπόθεση. «Από τη μια να λες πως ο στόχος είναι να δημευθεί, αλλά όταν δίνεται η δυνατότητα, να μη μπορείς να το αξιοποιήσεις». Η απάντηση από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους ήταν και πάλι αρνητική. Η συγκεκριμένη Αρχή δεσμεύει λογαριασμούς και ακίνητα ως προϊόντα εγκλήματος, όχι χρέη. Η εκποίηση προτού τελεσιδικήσει η απόφαση θα άνοιγε άλλα –συνταγματικά– προβλήματα για το κράτος. «Αν το εκπλειστηριάσεις, πώς θα αποζημιώσεις κάποιον που ενδεχομένως θα αθωωθεί μετέπειτα; Αν θέλετε γρήγορα τα λεφτά, πρέπει να επισπεύσετε τις ποινικές διαδικασίες. Δεν υπάρχουν άλλες εύκολες λύσεις», εξηγούσε ο κ. Παναγιώτης Νικολούδης, πρόεδρος της Αρχής, σε σχετικές συζητήσεις με στελέχη του ΥΠΟΙΚ.
Σε συνέχεια εκείνων των συζητήσεων και βάσει της απόφασης του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους για το σπίτι του Λάκη Γαβαλά στη Μύκονο μοιράστηκε φέτος τον Αύγουστο, από την τωρινή γενική γραμματεία Εσόδων κ. Σαββαΐδου, εγκύκλιος προς όλες τις εφορίες της χώρας η οποία απαγορεύει την εκποίηση ακινήτων που έχει προηγουμένως δεσμεύσει η Αρχή.
Το κυνηγητό
Ο κ. Νικολούδης, αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ανέλαβε πρόεδρος της Aρχής τον Οκτώβριο του 2010 και με την ομάδα του έδωσαν από την αρχή μάχες για να ανακαλύψουν και να δεσμεύσουν περιουσίες πριν χαθούν εντέχνως τα ίχνη τους. Παρότι οι ύποπτοι συνήθως έχουν «εξειδικευμένη» γνώση στο «ξέπλυμα», η ομάδα Νικολούδη έχει καταφέρει να δεσμεύσει –μόνο για το 2014– 148 εκατ. ευρώ σε κινητή και ακίνητη περιουσία. Η μόνη περίπτωση, όμως, κατά την οποία ακολουθεί εκποίηση μετά τη δέσμευση είναι τα κατασχεθέντα αυτοκίνητα από υποθέσεις ναρκωτικών. Εκεί, υπερίσχυσε η λογική και ο νόμος άλλαξε, αφού συνυπολογίστηκε ότι η αξία των αυτοκινήτων –μέχρι να τελεσιδικήσει η υπόθεση– έχει πλέον μηδενιστεί.
Ολα τα άλλα, συνολικά 881 εκατ. ευρώ από το 2011, οπότε πρωτολειτούργησε η Αρχή υπό τον κ.Νικολούδη, και μέχρι σήμερα (πλην αυτών που αποδεσμεύθηκαν σε υποθέσεις όπου τελικά δεν ασκήθηκε ποινική δίωξη) συν τα χρήματα που έχουν με τη σειρά τους δεσμεύσει οι ανακριτές διαφθοράς (πάνω από 400 εκατ. ευρώ, χωρίς να υπολογίζονται οι αξίες των εκατοντάδων δεσμευμένων ακινήτων) περιμένουν αμετάκλητες αποφάσεις.
Το ποσό ξεπερνάει κατά πολύ το 1 δισ. ευρώ, αλλά κανείς δεν έχει εικόνα για το πότε αυτά τα χρήματα θα μπουν στα ταμεία του κράτους.
Πηγή Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Το “ΑΤΥΧΗΜΑ” της Σπυροπούλου που τίναξε την τηλεθέαση στα ύψη! [video]
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Κεφαλονιά: Δύο νέοι σεισμοί ταρακούνησαν το νησί
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ