2012-05-05 15:38:39
του Vassilis Viliardos
Η παραγωγή πλούτου σε ένα κράτος στηρίζεται ουσιαστικά σε δύο προϋποθέσεις (α) στην αρχή μίας συσσώρευσης κεφαλαίων, βασισμένης στην άνιση αναδιανομή των εισοδημάτων και (β) σε μία κοινωνία, η οποία δεν εργάζεται για τις μικρές ηδονές του σήμερα, αλλά για τη μελλοντική ασφάλεια και τα βελτίωση του γένους – επομένως, για την ανάπτυξη και την πρόοδο.
Η Δύση κατάφερε να γίνει η πλουσιότερη «περιοχή» του πλανήτη, επειδή ήταν κοινωνικά και οικονομικά οργανωμένη με τέτοιον τρόπο, ώστε να εξασφαλίζει τη
μέγιστη δυνατή συσσώρευση κεφαλαίου. Η κοινωνία της δηλαδή ήταν με τέτοιον τρόπο σχεδιασμένη, ώστε ένα μεγάλο μέρος του αυξημένου εισοδήματος να παραμένει στον έλεγχο εκείνης της τάξης, η οποία ήταν λιγότερο πιθανόν να το καταναλώσει – μία «καπιταλιστικής τάξης», η οποία δεν ανατρεφόταν υπό το πνεύμα των μεγάλων δαπανών, αλλά προτιμούσε τη δύναμη που της παρείχε η επένδυση, από τις ηδονές της άμεσης κατανάλωσης.
Το σύστημα αυτό, το οποίο δημιούργησε πολύ μεγάλες συσσωρεύσεις παγίου κεφαλαίου, δεν θα μπορούσε ποτέ να επιτύχει σε μία κοινωνία, στην οποία ο πλούτος θα ήταν διανεμημένος ακριβοδίκαια, «σοσιαλιστικά» – ενώ εξαρτιόταν για την ανάπτυξη του από μία διπλή απάτη ή ψευδαίσθηση:
(α) Από τη μία πλευρά οι εργαζόμενες τάξεις αποδέχθηκαν μία κατάσταση, στην οποία μπορούσαν να ονομάσουν δικό τους ένα πολύ μικρό μέρος του παραγομένου προϊόντος, το οποίο αυτοί, η φύση και οι κεφαλαιοκράτες συνεργάζονταν για να το παράγουν.
(β) Από την άλλη πλευρά επιτράπηκε στις κεφαλαιοκρατικές τάξεις να ονομάσουν το μεγαλύτερο μέρος του παραγομένου προϊόντος («πίτας») δικό τους, θεωρητικά ελεύθερους να το καταναλώσουν – εν τούτοις, με την άρρητη βαθύτερη προϋπόθεση ότι, δεν θα το κατανάλωναν, αλλά θα το (επαν)επένδυαν, σχεδόν στο σύνολο του.
Για ολόκληρη τη δυτική κοινωνία, εργαζομένους και κεφαλαιοκράτες, το καθήκον της αποταμίευσης έγινε τα εννέα δέκατα της αρετής, τα «ιλιγγιώδη» πλεονεκτήματα του ανατοκισμού εξυμνηθήκαν, ενώ η συνεχής αύξηση του παραγομένου προϊόντος (ανάπτυξη, μεγάλωμα της «πίτας») αποτέλεσε ένα αντικείμενο αληθινής θρησκείας. Η αρετή της συσσώρευσης έγκειτο δε στο ότι, ο παραγόμενος πλούτος δεν επρόκειτο ποτέ να καταναλωθεί ούτε από τους ίδιους τους ανθρώπους, ούτε από τα παιδιά τους μετά από αυτούς (Keynes).
Σήμερα, μετά από μία περίοδο συνεχούς ανάπτυξης, βασισμένης στους παραπάνω «κανόνες» (1945-1980), τους οποίους στη συνέχεια διαδέχθηκε η κάπως δικαιότερη αναδιανομή του πλούτου (μέσω των σοσιαλιστικών συστημάτων ή/και της δημιουργίας του κοινωνικού κράτους πρόνοιας), ο δανεισμός και η άμετρη κατανάλωση (1980-2007), η Δύση είναι αντιμέτωπη με ένα αδιέξοδο – αφού η επάνοδος στην καπιταλιστική ανάπτυξη, απαιτεί ουσιαστικά την αλλαγή νοοτροπίας του συνολικού πληθυσμού της (εάν εξετάσει κανείς τα συνολικό χρέος, δημόσιο και ιδιωτικό, ολόκληρης της δύσης, των Η.Π.Α., της ΕΕ της Ιαπωνίας κλπ., θα διαπιστώσει αμέσως τη γενικότερη αύξηση του μετά το 1980 – ενώ η αύξηση του ελληνικού συνολικού χρέους, πόσο μέλλον σε σύγκριση με τα περιουσιακά στοιχεία της Ελλάδας, είναι από τις μικρότερες).
Επί πλέον, ο συσσωρεμένος πλούτος της Δύσης, ο οποίος έχει πλέον τοποθετηθεί στις τράπεζες αντί στην πραγματική οικονομία, έχει αυτονομηθεί – με αποτέλεσμα να μην παρέχει εκείνο το χρονικό διάστημα «ανακωχής», το οποίο απαιτείται για την «εκλογίκευση» και την αλλαγή νοοτροπίας.
Παράλληλα, η αδυναμίες αυτές έχουν δημιουργήσει μεγάλες διαστρεβλώσεις στις κοινωνίες - με τους εργαζομένους να μην είναι καθόλου πρόθυμοι να αποδεχθούν την εγκράτεια, καθώς επίσης με τις κεφαλαιοκρατικές τάξεις, αβέβαιες για το μέλλον, εντελώς απρόθυμες να επενδύσουν.
Στα πλαίσια αυτά, η Πολιτική αδυνατεί να ισορροπήσει ανάμεσα στην αυξανόμενη πίεση των αγορών κεφαλαίου, στα συσσωρεμένα χρέη και στη δυσαρέσκεια των Πολιτών – μία κατάσταση η οποία λύνεται είτε με την απόφαση μαζικής διαγραφής χρεών, σε συνδυασμό με την «εκ βάθρων» αλλαγή νοοτροπίας, είτε με τη ριζική «μετατροπή» του πολιτικού συστήματος (κεντρικά κατευθυνόμενη οικονομία, κλπ.), είτε με τη δημιουργική καταστροφή (πόλεμοι κλπ.).
Κατά την άποψη μας λοιπόν, όλες εκείνες οι προσδοκίες, οι οποίες πηγάζουν από την αλλαγή των κυβερνήσεων και από τις εκλογές, είναι ουτοπικές – αφού έτσι δεν αντιμετωπίζεται η αιτία των προβλημάτων, τα οποία απλά αναβάλλονται για το μέλλον, επιδεινούμενα συνεχώς.
Επομένως η Δύση, με αφετηρία την Ελλάδα, φαίνεται ότι θα απειληθεί από μία περίοδο έντονης αστάθειας, εσωτερικών αναταραχών, κοινωνικών εξεγέρσεων, εθνικιστικών εξάρσεων, προστατευτισμού, μεταβατικών κυβερνήσεων και αλλεπάλληλων εκλογών, με αποτελέσματα που είναι αδύνατον να προβλεφθούν.
InfoGnomon
Η παραγωγή πλούτου σε ένα κράτος στηρίζεται ουσιαστικά σε δύο προϋποθέσεις (α) στην αρχή μίας συσσώρευσης κεφαλαίων, βασισμένης στην άνιση αναδιανομή των εισοδημάτων και (β) σε μία κοινωνία, η οποία δεν εργάζεται για τις μικρές ηδονές του σήμερα, αλλά για τη μελλοντική ασφάλεια και τα βελτίωση του γένους – επομένως, για την ανάπτυξη και την πρόοδο.
Η Δύση κατάφερε να γίνει η πλουσιότερη «περιοχή» του πλανήτη, επειδή ήταν κοινωνικά και οικονομικά οργανωμένη με τέτοιον τρόπο, ώστε να εξασφαλίζει τη
μέγιστη δυνατή συσσώρευση κεφαλαίου. Η κοινωνία της δηλαδή ήταν με τέτοιον τρόπο σχεδιασμένη, ώστε ένα μεγάλο μέρος του αυξημένου εισοδήματος να παραμένει στον έλεγχο εκείνης της τάξης, η οποία ήταν λιγότερο πιθανόν να το καταναλώσει – μία «καπιταλιστικής τάξης», η οποία δεν ανατρεφόταν υπό το πνεύμα των μεγάλων δαπανών, αλλά προτιμούσε τη δύναμη που της παρείχε η επένδυση, από τις ηδονές της άμεσης κατανάλωσης.
Το σύστημα αυτό, το οποίο δημιούργησε πολύ μεγάλες συσσωρεύσεις παγίου κεφαλαίου, δεν θα μπορούσε ποτέ να επιτύχει σε μία κοινωνία, στην οποία ο πλούτος θα ήταν διανεμημένος ακριβοδίκαια, «σοσιαλιστικά» – ενώ εξαρτιόταν για την ανάπτυξη του από μία διπλή απάτη ή ψευδαίσθηση:
(α) Από τη μία πλευρά οι εργαζόμενες τάξεις αποδέχθηκαν μία κατάσταση, στην οποία μπορούσαν να ονομάσουν δικό τους ένα πολύ μικρό μέρος του παραγομένου προϊόντος, το οποίο αυτοί, η φύση και οι κεφαλαιοκράτες συνεργάζονταν για να το παράγουν.
(β) Από την άλλη πλευρά επιτράπηκε στις κεφαλαιοκρατικές τάξεις να ονομάσουν το μεγαλύτερο μέρος του παραγομένου προϊόντος («πίτας») δικό τους, θεωρητικά ελεύθερους να το καταναλώσουν – εν τούτοις, με την άρρητη βαθύτερη προϋπόθεση ότι, δεν θα το κατανάλωναν, αλλά θα το (επαν)επένδυαν, σχεδόν στο σύνολο του.
Για ολόκληρη τη δυτική κοινωνία, εργαζομένους και κεφαλαιοκράτες, το καθήκον της αποταμίευσης έγινε τα εννέα δέκατα της αρετής, τα «ιλιγγιώδη» πλεονεκτήματα του ανατοκισμού εξυμνηθήκαν, ενώ η συνεχής αύξηση του παραγομένου προϊόντος (ανάπτυξη, μεγάλωμα της «πίτας») αποτέλεσε ένα αντικείμενο αληθινής θρησκείας. Η αρετή της συσσώρευσης έγκειτο δε στο ότι, ο παραγόμενος πλούτος δεν επρόκειτο ποτέ να καταναλωθεί ούτε από τους ίδιους τους ανθρώπους, ούτε από τα παιδιά τους μετά από αυτούς (Keynes).
Σήμερα, μετά από μία περίοδο συνεχούς ανάπτυξης, βασισμένης στους παραπάνω «κανόνες» (1945-1980), τους οποίους στη συνέχεια διαδέχθηκε η κάπως δικαιότερη αναδιανομή του πλούτου (μέσω των σοσιαλιστικών συστημάτων ή/και της δημιουργίας του κοινωνικού κράτους πρόνοιας), ο δανεισμός και η άμετρη κατανάλωση (1980-2007), η Δύση είναι αντιμέτωπη με ένα αδιέξοδο – αφού η επάνοδος στην καπιταλιστική ανάπτυξη, απαιτεί ουσιαστικά την αλλαγή νοοτροπίας του συνολικού πληθυσμού της (εάν εξετάσει κανείς τα συνολικό χρέος, δημόσιο και ιδιωτικό, ολόκληρης της δύσης, των Η.Π.Α., της ΕΕ της Ιαπωνίας κλπ., θα διαπιστώσει αμέσως τη γενικότερη αύξηση του μετά το 1980 – ενώ η αύξηση του ελληνικού συνολικού χρέους, πόσο μέλλον σε σύγκριση με τα περιουσιακά στοιχεία της Ελλάδας, είναι από τις μικρότερες).
Επί πλέον, ο συσσωρεμένος πλούτος της Δύσης, ο οποίος έχει πλέον τοποθετηθεί στις τράπεζες αντί στην πραγματική οικονομία, έχει αυτονομηθεί – με αποτέλεσμα να μην παρέχει εκείνο το χρονικό διάστημα «ανακωχής», το οποίο απαιτείται για την «εκλογίκευση» και την αλλαγή νοοτροπίας.
Παράλληλα, η αδυναμίες αυτές έχουν δημιουργήσει μεγάλες διαστρεβλώσεις στις κοινωνίες - με τους εργαζομένους να μην είναι καθόλου πρόθυμοι να αποδεχθούν την εγκράτεια, καθώς επίσης με τις κεφαλαιοκρατικές τάξεις, αβέβαιες για το μέλλον, εντελώς απρόθυμες να επενδύσουν.
Στα πλαίσια αυτά, η Πολιτική αδυνατεί να ισορροπήσει ανάμεσα στην αυξανόμενη πίεση των αγορών κεφαλαίου, στα συσσωρεμένα χρέη και στη δυσαρέσκεια των Πολιτών – μία κατάσταση η οποία λύνεται είτε με την απόφαση μαζικής διαγραφής χρεών, σε συνδυασμό με την «εκ βάθρων» αλλαγή νοοτροπίας, είτε με τη ριζική «μετατροπή» του πολιτικού συστήματος (κεντρικά κατευθυνόμενη οικονομία, κλπ.), είτε με τη δημιουργική καταστροφή (πόλεμοι κλπ.).
Κατά την άποψη μας λοιπόν, όλες εκείνες οι προσδοκίες, οι οποίες πηγάζουν από την αλλαγή των κυβερνήσεων και από τις εκλογές, είναι ουτοπικές – αφού έτσι δεν αντιμετωπίζεται η αιτία των προβλημάτων, τα οποία απλά αναβάλλονται για το μέλλον, επιδεινούμενα συνεχώς.
Επομένως η Δύση, με αφετηρία την Ελλάδα, φαίνεται ότι θα απειληθεί από μία περίοδο έντονης αστάθειας, εσωτερικών αναταραχών, κοινωνικών εξεγέρσεων, εθνικιστικών εξάρσεων, προστατευτισμού, μεταβατικών κυβερνήσεων και αλλεπάλληλων εκλογών, με αποτελέσματα που είναι αδύνατον να προβλεφθούν.
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Οι μετανάστες επιστρέφουν στις πατρίδες τους
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ