2015-06-24 01:10:02
Ο Νικόλας Δεληγιάννης μίλησε στον "Sport24 Radio 103,3" και το μαγκαζίνο του σταθμού για την απόφασή του να αποσυρθεί.
Ο 38χρονος τερματοφύλακας του Ολυμπιακού, που αποφάσισε να αποσυρθεί από την ενεργό δράση, στο πόλο, αναλυτικά δήλωσε:
Για την πορεία του: “Είμαι 25 χρόνια στις πισίνες και στα 22 από αυτά κάνω πρωταθλητισμό. Βλέπω τον Γιώργο Αφρουδάκη να συνεχίζει και αυτό που καταλαβαίνω είναι ότι έχει κουράγιο για να παίζει ακόμα”.
Για τους λόγους της αποχώρησής του: “Είναι ένας συνδυασμός πραγμάτων που χρειάζεται να ζυγίσει ένας αθλητής για να πάρει αυτή την απόφαση. Δεν είναι απόφαση της στιγμή ή της μίας μέρας, ούτε παρόρμηση. Γύριζε πολύ καιρό στο μυαλό μου αυτή η σκέψη. Κάποια στιγμή πρέπει να βάλεις ένα τέλος σε αυτό, αλλά πρέπει να αποφασίσεις το πότε. Δεν έχει να κάνει με το αν αισθάνεσαι δυνατός ή όχι και το να μπορείς να αγωνίζεσαι σε υψηλό επίπεδο σου δίνει την αίσθηση αυτή. Η απόφαση είναι πάρα πολύ δύσκολη για έναν αθλητή, ειδικά αν έχει πολύ μεγάλη διαδρομή και αγαπάει αυτό που κάνει. Βοηθάει πάρα πολύ αν έχει παράλληλα ενδιαφέροντα και δραστηριότητες που τον κρατούν σε εγρήγορση”.
Για το ότι ήταν μέλος της… φουρνιάς που έφερε πολλές επιτυχίες στο ελληνικό πόλο: “Σε κανέναν δε χαρίζεται τίποτα, ούτε στη ζωή, ούτε στον αθλητισμό. Όλα πρέπει να τα κερδίσεις. Το ταλέντο ξεχείλιζε στη γενιά μας και όλοι ξέρουν πολύ πόσο θαύμαζα τους παίκτες που έπαιξα μαζί. Συνδύαζαν το ταλέντο με τη δουλειά, είχαν μεγάλες φιλοδοξίες και έκαναν θυσίες, περνώντας πάρα πολλές ώρες στην πισίνα. Δικαίως ήταν η φουρνιά που πήγε το άθλημα δύο βήματα παραπέρα. Φυσικά δεν το πήραμε από το μηδέν, καθώς η προηγούμενη γενιά του Μαυρωτά,του Βολτυράκη και των άλλων παιδιών, το έβγαλε από την αφάνεια. Εμείς το πήγαμε λίγο ψηλότερα.
Αυτό που δεν έχουμε καταφέρει ακόμα είναι να πάρουμε τις τύχες του αθλήματος στα χέρια μας για να το πάμε ένα βήμα παραπέρα. Φταίμε και εμείς που ενδεχομένως να είμαστε ελλειμματικοί, να μην έχουμε τη δυνατότητα και την ικανότητα να πάρουμε τις τύχες του αθλήματος στα χέρια μας. Όλοι το βλέπουμε ως χόμπι και όχι ως πρωταθλητισμό. Τα παιδιά που αποσύρονται σιγά σιγά θα μπορούσαμε να αναλάβουμε ρόλο στο άθλημα, είτε ως προπονητές, είτε ως παράγοντες, είτε ως διαιτητές, για να… ξεβαλτώσει και σε αυτόν τον τομέα. Ίσως δεν είναι η ώρα μας, ίσως δεν είμαστε ώριμοι ακόμα. Ενδεχομένως να ψάχνουμε τους ρόλους μας. Άλλοι μπορεί να μη θέλουμε να ασχοληθούμε άλλο με το άθλημα”.
Για την κόντρα κάποιων αθλητών με τον πρόεδρο της Κ.Ο.Ε., τον κ. Διαθεσόπουλο: “Αυτό κρατάει χρόνια. Ο πρόεδρος λειτουργεί πολλές φορές με το συναίσθημα, έχει “πληγωθεί” από κάποια πράγματα και έχει κάνει λάθη που πρέπει να τα αναγνωρίσει”.
Για τους δυσκολότερους αντιπάλους που έχει αντιμετωπίσει στην καριέρα του: “Από τους Έλληνες είναι ο Αντώνης Βλοντάκης. Ήταν ένας παίκτης που μπορούσε να βρει χίλιους και δύο τρόπους για να σπάσει την άμυνα και δημιουργούσε συνεχώς επικίνδυνες καταστάσεις. Είχε αστείρευτο ταλέντο και ήταν εξαιρετικός συμπαίκτης. Την αναγνώριση την πήρε και με το παραπάνω. Όταν ήταν πιο νέος μπορούσε να κάνει παραπάνω πράγματα, αλλά ήταν και άτυχος καθώς το 2004 λίγο πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες έσπασε το χέρι του και έπαιξε με λάμες στο τουρνουά, ενώ στο χιαστί χτύπησε ξανά. Αν δεν είχε γίνει αυτό θα μιλούσαμε διαφορετικά. Αυτές είναι στιγμές που σημαδεύουν έναν αθλητή. Όσον αφορά τους ξένους είναι ο Κάσας, ο Βουγιασίνοβιτς και ο Τζέσε Σμιθ, που έπαιξε στην Ελλάδα. Ήταν αθλητές που έκαναν τη διαφορά”.
Για τον καλύτερο προπονητή της καριέρας του: “Ο Νίκολα Στάμενιτς. Ήταν ένας άνθρωπος που προγραμμάτιζε ξανά το μυαλό σου, σε μάθαινε να σκέφτεσαι και σε… πότιζε αθλητική παιδεία. Δε σου μάθαινε μόνο τακτική και τεχνική, στα οποία ήταν εξαιρετικός, αλλά σε δίδασκε εργασιακή ηθική. Στην προπόνηση σε έκανε να φτάσεις στα όρια σου. Σε έκανε πολεμιστή και ταυτόχρονα σε μάθαινε και fair play”.
Για την πιο έντονη στιγμή της καριέρας του: “Το παιχνίδι με την Ιταλία στους Ολυμπιακούς Αγώνες το 2004, όταν μετά χάσαμε το μετάλλιο για ένα γκολ από τους Ρώσους, στο «μικρό» τελικό, κάτι που μας γέμισε απογοήτευση. Σίγουρα το Ολυμπιακό μετάλλιο μου έμεινε ως απωθημένο. Σε συλλογικό επίπεδο δεν μπορώ να ξεχάσω το ευρωπαϊκό με τον Ολυμπιακό. Ήμασταν μία τρομερή ομάδα, μία τρομερή παρέα. Ήταν αξέχαστο”.
Για το τι θα κάνει τώρα που τελείωσε την καριέρα του: “Ασχολούμαι με πολλά πράγματα, έχω δύο μπόμπιρες που θέλω να τους ωθήσω στον αθλητισμό. Επαγγελματικά μαθαίνω κολύμπι σε κάποια παιδιά και όνειρο μου είναι να ανοίξω τη δική μου ακαδημία. Δεν θα ήθελα να φύγω από την πισίνα, αλλά κανείς δεν ξέρει το μέλλον”.
olympiacos-blog
Ο 38χρονος τερματοφύλακας του Ολυμπιακού, που αποφάσισε να αποσυρθεί από την ενεργό δράση, στο πόλο, αναλυτικά δήλωσε:
Για την πορεία του: “Είμαι 25 χρόνια στις πισίνες και στα 22 από αυτά κάνω πρωταθλητισμό. Βλέπω τον Γιώργο Αφρουδάκη να συνεχίζει και αυτό που καταλαβαίνω είναι ότι έχει κουράγιο για να παίζει ακόμα”.
Για τους λόγους της αποχώρησής του: “Είναι ένας συνδυασμός πραγμάτων που χρειάζεται να ζυγίσει ένας αθλητής για να πάρει αυτή την απόφαση. Δεν είναι απόφαση της στιγμή ή της μίας μέρας, ούτε παρόρμηση. Γύριζε πολύ καιρό στο μυαλό μου αυτή η σκέψη. Κάποια στιγμή πρέπει να βάλεις ένα τέλος σε αυτό, αλλά πρέπει να αποφασίσεις το πότε. Δεν έχει να κάνει με το αν αισθάνεσαι δυνατός ή όχι και το να μπορείς να αγωνίζεσαι σε υψηλό επίπεδο σου δίνει την αίσθηση αυτή. Η απόφαση είναι πάρα πολύ δύσκολη για έναν αθλητή, ειδικά αν έχει πολύ μεγάλη διαδρομή και αγαπάει αυτό που κάνει. Βοηθάει πάρα πολύ αν έχει παράλληλα ενδιαφέροντα και δραστηριότητες που τον κρατούν σε εγρήγορση”.
Για το ότι ήταν μέλος της… φουρνιάς που έφερε πολλές επιτυχίες στο ελληνικό πόλο: “Σε κανέναν δε χαρίζεται τίποτα, ούτε στη ζωή, ούτε στον αθλητισμό. Όλα πρέπει να τα κερδίσεις. Το ταλέντο ξεχείλιζε στη γενιά μας και όλοι ξέρουν πολύ πόσο θαύμαζα τους παίκτες που έπαιξα μαζί. Συνδύαζαν το ταλέντο με τη δουλειά, είχαν μεγάλες φιλοδοξίες και έκαναν θυσίες, περνώντας πάρα πολλές ώρες στην πισίνα. Δικαίως ήταν η φουρνιά που πήγε το άθλημα δύο βήματα παραπέρα. Φυσικά δεν το πήραμε από το μηδέν, καθώς η προηγούμενη γενιά του Μαυρωτά,του Βολτυράκη και των άλλων παιδιών, το έβγαλε από την αφάνεια. Εμείς το πήγαμε λίγο ψηλότερα.
Αυτό που δεν έχουμε καταφέρει ακόμα είναι να πάρουμε τις τύχες του αθλήματος στα χέρια μας για να το πάμε ένα βήμα παραπέρα. Φταίμε και εμείς που ενδεχομένως να είμαστε ελλειμματικοί, να μην έχουμε τη δυνατότητα και την ικανότητα να πάρουμε τις τύχες του αθλήματος στα χέρια μας. Όλοι το βλέπουμε ως χόμπι και όχι ως πρωταθλητισμό. Τα παιδιά που αποσύρονται σιγά σιγά θα μπορούσαμε να αναλάβουμε ρόλο στο άθλημα, είτε ως προπονητές, είτε ως παράγοντες, είτε ως διαιτητές, για να… ξεβαλτώσει και σε αυτόν τον τομέα. Ίσως δεν είναι η ώρα μας, ίσως δεν είμαστε ώριμοι ακόμα. Ενδεχομένως να ψάχνουμε τους ρόλους μας. Άλλοι μπορεί να μη θέλουμε να ασχοληθούμε άλλο με το άθλημα”.
Για την κόντρα κάποιων αθλητών με τον πρόεδρο της Κ.Ο.Ε., τον κ. Διαθεσόπουλο: “Αυτό κρατάει χρόνια. Ο πρόεδρος λειτουργεί πολλές φορές με το συναίσθημα, έχει “πληγωθεί” από κάποια πράγματα και έχει κάνει λάθη που πρέπει να τα αναγνωρίσει”.
Για τους δυσκολότερους αντιπάλους που έχει αντιμετωπίσει στην καριέρα του: “Από τους Έλληνες είναι ο Αντώνης Βλοντάκης. Ήταν ένας παίκτης που μπορούσε να βρει χίλιους και δύο τρόπους για να σπάσει την άμυνα και δημιουργούσε συνεχώς επικίνδυνες καταστάσεις. Είχε αστείρευτο ταλέντο και ήταν εξαιρετικός συμπαίκτης. Την αναγνώριση την πήρε και με το παραπάνω. Όταν ήταν πιο νέος μπορούσε να κάνει παραπάνω πράγματα, αλλά ήταν και άτυχος καθώς το 2004 λίγο πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες έσπασε το χέρι του και έπαιξε με λάμες στο τουρνουά, ενώ στο χιαστί χτύπησε ξανά. Αν δεν είχε γίνει αυτό θα μιλούσαμε διαφορετικά. Αυτές είναι στιγμές που σημαδεύουν έναν αθλητή. Όσον αφορά τους ξένους είναι ο Κάσας, ο Βουγιασίνοβιτς και ο Τζέσε Σμιθ, που έπαιξε στην Ελλάδα. Ήταν αθλητές που έκαναν τη διαφορά”.
Για τον καλύτερο προπονητή της καριέρας του: “Ο Νίκολα Στάμενιτς. Ήταν ένας άνθρωπος που προγραμμάτιζε ξανά το μυαλό σου, σε μάθαινε να σκέφτεσαι και σε… πότιζε αθλητική παιδεία. Δε σου μάθαινε μόνο τακτική και τεχνική, στα οποία ήταν εξαιρετικός, αλλά σε δίδασκε εργασιακή ηθική. Στην προπόνηση σε έκανε να φτάσεις στα όρια σου. Σε έκανε πολεμιστή και ταυτόχρονα σε μάθαινε και fair play”.
Για την πιο έντονη στιγμή της καριέρας του: “Το παιχνίδι με την Ιταλία στους Ολυμπιακούς Αγώνες το 2004, όταν μετά χάσαμε το μετάλλιο για ένα γκολ από τους Ρώσους, στο «μικρό» τελικό, κάτι που μας γέμισε απογοήτευση. Σίγουρα το Ολυμπιακό μετάλλιο μου έμεινε ως απωθημένο. Σε συλλογικό επίπεδο δεν μπορώ να ξεχάσω το ευρωπαϊκό με τον Ολυμπιακό. Ήμασταν μία τρομερή ομάδα, μία τρομερή παρέα. Ήταν αξέχαστο”.
Για το τι θα κάνει τώρα που τελείωσε την καριέρα του: “Ασχολούμαι με πολλά πράγματα, έχω δύο μπόμπιρες που θέλω να τους ωθήσω στον αθλητισμό. Επαγγελματικά μαθαίνω κολύμπι σε κάποια παιδιά και όνειρο μου είναι να ανοίξω τη δική μου ακαδημία. Δεν θα ήθελα να φύγω από την πισίνα, αλλά κανείς δεν ξέρει το μέλλον”.
olympiacos-blog
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ