2016-06-08 12:21:31
Φωτογραφία για ΤΡΟΜΕΡΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΧΑΚΕΤ  : «ΗΤΑΝ Η ΣΕΙΡΑ ΤΟΥ, ΓΕΝΝΗΜΕΝΟΣ ΝΑ... ΣΚΟΤΩΝΕΙ!»
Ο Ντάνιελ Χάκετ παραχώρησε μεγάλη αποκλειστική συνέντευκξη στον Θανάση Ασπρούλια και το "sdna" και απάντησε σε όλα, ενώ φώτισε και πολλές άγνωστες πτυχές της ζωής του. 

Τι είπε για τον Ολυμπιακό, τον Σπανούλη, τον Διαμαντίδη και όχι μόνο Αναλυτικά το κείμενο :

Πριν καταλήξω σε ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο να πίνω αναψυκτικό απέναντι από τον Ντάνιελ και την Ελίζα, είχα προλάβει να συγκεντρώσω τις πληροφορίες που χρειάζονταν...

«Ο Ντάνι είναι αξιαγάπητο παιδί, αλλά δεν υπάρχει κανείς που να είναι πιο περίεργος και ιδιαίτερος τύπος από αυτόν. Σπανίως εκφράζεται» μου είπε ένας από τους πιο σεβαστούς Ιταλούς δημοσιογράφους, που σπανίως κάνει λάθος.

Μερικούς μήνες νωρίτερα, ένας εξαιρετικός φίλος, Ιταλός κι αυτός, δημοσιογράφος, μου έστελνε μήνυμα την ημέρα που ο Ολυμπιακός συμφωνούσε με τον Χάκετ... «Είναι τρελός ο Ολυμπιακός; Τι κάνουν; Πως νομίζουν ότι θα κουμπώσει ο Χάκετ με τον Σπανούλη; Δε ρώτησαν πριν το κάνουν;».


Στη διάρκεια της σεζόν ο Ντάνιελ Χάκετ είχε ελάχιστες επαφές με τον Τύπο. Αμέσως μετά την κατάκτηση του τίτλου όμως, είχε έρθει η ώρα του παράξενου ανθρώπου, με τα περίεργα μαλλιά και το δέρμα γεμάτο τατουάζ να μιλήσει. Για το μπάσκετ, για τις αρχές της ζωής, για το πετσί που έπρεπε να αλλάξει φορώντας τη φανέλα του Ολυμπιακού, για τα παιδικά χρόνια του, για την μαϊμού που κουβάλησε στην πλάτη του όταν ξεκίνησε το μπάσκετ. Ακόμα και για την Αθήνα, που... «Μου έλεγαν πόσο όμορφη είναι και δεν το πίστευα... Τώρα καταλαβαίνω για ποιο λόγο έρχονται οι ξένοι και δε φεύγουν, ή ξανάρχονται».

Il figlio di Rudy, o μεγάλος εφιάλτης

Η ιστορία του Ντάνι αρχίζει να γράφεται στις 19 Δεκεμβρίου 1987, στο Φορλί. Ο μύθος μάλιστα αναφέρει ότι η μητέρα του, Κάτια, σύζυγος του μπασκετικού θρύλου του ιταλικού μπάσκετ, Ρούντι Χάκετ, βρισκόταν σε διαδικασία μετακόμισης στην Κωνσταντινούπολη, όπου θα συνέχιζε την καριέρα του ο Ρούντι. Μονομιάς, όμως, πήρε την απόφαση να επιστρέψει στην Ιταλία για να γεννήσει το παιδί της στη χώρα της.

Δύο χρόνια μετά, η Κάτια και ο Ντάνι μετακόμισαν στο Πέζαρο, την όλη που ο μικρός Ντάνι λάτρεψε και αναγνώρισε σαν πόλη του... Εκεί άρχισε να γίνεται άντρας μα και να κάνει όλες τις ...βλακείες που έχει στο μυαλό του ένα μικρό παιδί...

«Δεν είχα όμως, κανένα πρόβλημα μεγαλώνοντας στο Πέζαρο. Δεν ένιωσα ποτέ ότι είμαι διαφορετικός. Ούτε ρατσισμό αντιμετώπισα. Αυτό που με τρέλαινε όταν ήμουν μικρός ήταν η συνεχής επιμονή των άλλων να με φωνάζουν «Ο γιος του Χάκετ… Il figlio di Rudy». Ο,τι κι αν έκανα τα χρέωναν στον πατέρα μου. Από τις ομάδες που έπαιζα μέχρι και τις κινήσεις μου στο γήπεδο. Με τρέλαινε. Ηθελα να είμαι ο Ντάνιελ, όχι ο γιος του Ρούντι. Ο πατέρας μου είχε τρομερή φήμη στην Ιταλία. Ο Μαουρίτσιο Γκεραρντίνι (πρώην GM των Ράπτορς και νυν της Φενέρ) ήταν αυτός που τον έφερε στη Φορλί. Τον πήρε απευθείας από το ΝΒΑ. Εχουμε ακόμα εξαιρετική σχέση με τον Γκεραρντίνι. Στην Ιταλία ακόμα μιλάνε για τον πατέρα μου. Είχε καρδιά, πειθαρχία, ήταν ένας εξαιρετικός ριμπάουντερ, και διέθετε πολύ μεγάλη καρδιά.

Για αυτό κι εγώ αποφάσισα να πάρω διαφορετικό δρόμο από τον πατέρα μου. Ποιος ήταν αυτός; Εκανα τατουάζ, έβγαινα έξω τα βράδια, φίλοι «παράξενοι» που ξεπερνούσαν τα όρια πολύ συχνά... Από τα 12 μέχρι τα 15 ήμουν πολύ άγριο παιδί. Διότι δεν ήθελα να ήμουν ο γιος του Ρούντι που ακολούθησε τα βήματα του πατέρα του. Δεν ήθελα να είμαι ο πρωταγωνιστής του τέλειου παραμυθιού με τον διάσημο πατέρα και τον πιστό γιο που βαδίζει στα χνάρια του γονιού του. Ηθελα να είμαι ο Ντάνιελ. Να κάνω ό,τι θέλω. Οταν ο πατέρας μου λοιπόν, πήγε στις ΗΠΑ και μείναμε μόνοι στο Πέζαρο, εγώ και η μητέρα μου για ενάμισι χρόνο σκέφτηκα πολύ: Εγω τώρα θέλω να παίξω μπάσκετ; Θέλω να πάω στις ΗΠΑ για να παίξω μπάσκετ; Για ποιο λόγο;

Η απάντηση ήταν απλή: Δεν ήθελα να κάνω τίποτα απ΄όλα αυτά. Ημουν μόλις 13 ετών. Ηθελα να είμαι ο μάγκας της παρέας, να βγαίνω έξω με κορίτσια, να έχω τις παρέες μου. Ηθελα να είμαι κάτι σαν οπαδός της θύρας 7 και όχι αυτός που θα έπαιζε με τη φανέλα του Ολυμπιακού μέσα στο γήπεδο».

Δεν κάνει πλάκα... Αλέγκρος και σκανδιαλάρης. Τον μαγνήτιζε η ίντριγκα και η ανομία. Τόσο πολύ σε ένα παιχνίδι της Σκαβολίνι δημιούργησε επεισόδιο. Ηταν 13 ετών. Την επόμενη μέρα επισκέφθηκε το σπίτι του μία ομάδα αστυνομικών. Εδειξαν στην Κάτια μία φωτογραφία. «Είναι ο γιος σας;» τη ρώτησαν... Η μαμά Χάκετ δεν το αρνήθηκε... «Κοιτάξτε, πείτε στο γιο σας την επόμενη φορά να είναι ήσυχος, διότι θα έρθουμε για να τον μαζέψουμε και όχι να σας προειδοποιήσουμε».

Σε ένα δωμάτιο του σπιτιού ο Ντάνιελ άκουγε και ταυτόχρονα διασκέδαζε και τρόμαζε. Ο πατέρας του είχε ήδη απομακρυνθεί, ήταν στις ΗΠΑ και μπορεί να μην το φωνάζει ο ίδιος ο Ντάνι, αλλά τα παιδικά χρόνια του δεν ήταν εύκολα. Κάθε άλλο.

«Οταν ήμουν 13 παράτησα το σχολείο και τότε έσκασε το τηλέφωνο από τον πατέρα μου: «Μικρέ, έως εδώ ήταν. Τα μαζεύεις κι έρχεσαι στην Αμερική».

Και όντως... Το πανηγύρι είχε σταματήσει. Αυτό που ακολούθησε ήταν: Καθολικό σχολείο. Αρρένων. Ούτε ένα κορίτσι. Κανονισμοί ένδυσης με στολή. Ξυρισμένος κάθε πρωί! Κι αυτό με άλλαξε. Από εκείνη την απόφαση να πάω στην Αμερική, ουσιαστικά ξεκίνησα τη ζωή ως μελλοντικός επαγγελματίας παίκτης του μπάσκετ. Δεν ήταν εύκολο να φύγω από το Πέζαρο, να αφήσω τη μητέρα μου, τους φίλους μου, τα πάντα... Ηθελα όμως, να προσπαθήσω, ήθελα να τους φροντίσω όλους και κυρίως τη μητέρα μου. Ηξερα ότι είχα ταλέντο και μπορούσα να παίξω μπάσκετ. Σε όλη μου τη ζωή ονειρευόμουν ότι είμαι επαγγελματίας παίκτης. Αλλά χρειαζόμουν πειθαρχεία και βελτίωση στο κορμί μου. Το ταξίδι στην Αμερική ήταν η ευκαιρία μου. Να αναμετρηθώ με τους καλύτερους και να μετρήσω τον εαυτό μου» λέει ο Ντάνιελ και όσο μιλάει, η Ελίζα μοιράζει το βλέμμα της στον αγαπημένο σύζυγός της και στην κοιλιά της, όπου μεγαλώνει, στον 6ο μήνα πια, το πρώτο παιδί τους.

«Μάζεψέ τα... Ερχεσαι στην Αμερική, αρκετά με εσένα»

Στα 14 χρόνια του και μέσα στις συντηρητικές στολές μίας αυστηρής σχολής στο κέντρο μίας πόλης που ήταν γεμάτη πειρασμούς, ουσιαστικά ξεκινάει η καριέρα του Ντάνιελ Χάκετ. Και ουσιαστικά η νέα ζωή του. Στο St John Bosco, το λύκειο, που επιλέγει ο πατέρας του, γίνεται άλλος άνθρωπος. Σιγά σιγά όμως. Δίχως να αρνείται όμως, την κουλτούρα του Λος Αντζελες. Μία κουλτούρα που θα του ταίριαζε πολύ. Το Λος Αντζελες θα γινόταν μία από τις αγαπημένες πόλεις του.

«Οχι ο πατέρας μου δεν ήταν η μαϊμού που έπρεπε να κουβαλήσω» λέει σήμερα... «Με οδήγησε βήμα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Με ξυπνούσε νωρίς το πρωί για να μην αργώ, μου έφτιαχνε πρωινό, με ενίσχυε με τα μαθήματα. Μου έδειξε το δρόμο. Δεν με ανάγκασε να κάνω κάτι. Απλά με έβαλε στο σωστό δρόμο. Απλά έχουμε τελείως διαφορετική προσωπικότητα...»

Σε μία από τις ελάχιστες φορές που η Ελίζα πήρε το λόγο, τον διέκοψε... «Δε νομίζω ότι είστε και τόσο διαφορετικοί. Είστε τόσο ίδιοι, αλλά και τόσο διαφορετικοί».

Ο Ντάνι συμφώνησε! Λατρεύει την Ελίζα. Κι αυτή επίσης. Τον θαυμάζει!

Μόλις τελείωσε η φοίτηση στο St John Bosco, ήρθαν οι προσκλήσεις από τα κολέγια. Ο Ντάνιελ ενηλικιωνόταν και το μπάσκετ έμπαινε πιο βαθιά στη ζωή του. Γινόταν το ζωντανό όνειρό του. Επιλογή του ήταν το University of Southern California. Με προπονητή τον Τιμ Φλόιντ.

«Ηταν τότε που άλλαξαν τα πάντα για εμένα. Είχα πολύ σκληρό προπονητή, τον Τιμ Φλόιντ. Στο γυμνάσιο τα πράγματα ήταν απλά πιο ευχάριστα. Πηγαίναμε σε πάρτι, περνούσαμε καλά. Στο κολέγιο πρέπει να παίζεις μπροστά σε 20 χιλιάδες κόσμο και να κάνεις προπόνηση με τον Φλόιντ. Μπήκα στη θέση μου. Ο Φλόιντ είναι μια πολύ συμβολική φιγούρα. Κάτι σαν δεύτερος πατέρας».

Στο Τρόγιανς, ο Χάκετ έχει επιρροή από την πρώτη χρονιά του ως freshman. Με συμπαίκτες τον Νικ Γιανγκ και τον Ταζ Γκίμπσον οδηγεί την ομάδα μέχρι την post season. Μία ομάδα που στην ιστορία της είχε μόνο δύο συμμετοχές σε Φάιναλ Φορ στην ιστορία της. Σε αυτή τη διαδρομή σκοράρει 20 πόντους με 8/10 σουτ μπροστά στον Κέβιν Ντουράντ (Τέξας). Επαιζε περισσότερα από 21 λεπτά.

Την επόμενη σεζόν, στην Καλιφόρνια καταφθάνει ο πολύς OJ Mayo με σπουδαία γυμνασιακή φήμη και οξύθυμο όσο και περίεργο χαρακτήρα... Σε μία από τις πρώτες προπονήσεις ο μετέπειτα συμπαίκτης του Γιάννη Αντετοκούνμπο στους Μπακς, θα ρίξει μία γροθιά στον Ντάνιελ Χάκετ στη διάρκεια μίας προπόνησης. Το σαγόνι του έγινε εμπριμέ, αλλά ένα μήνα μετά θα επιστρέψει και μόλις στο δεύτερο παιχνίδι του, θα πετύχει έναν μικρό άθλο. Το USC επισκέπτεται το South Carolina και οι φίλοι της Καρολίνας γνωρίζουν ήδη για το επεισόδιο με τον OJ Mayo. Του κάνουν μάλιστα έντονη πλάκα. Τον κοροϊδεύουν! Ο Χάκετ τρελαίνεται, αλλά βγάζει όλη τα νεύρα του στο παρκέ. Με 22 πόντους, 10 ριμπάουντ και 10 ασίστ εκείνο το βράδυ, γίνεται ο παίκτης που καταγράφει το πρώτο τριπλ νταμπλ στην ιστορία των Τρόγιανς.

«Για αυτό ήρθα στον Ολυμπιακό...»

Σας κούρασα με την ιστορία του... Αν ναι, άντε να σας πω ότι ο Χάκετ δεν επιλέχθηκε στο ντραφτ και το υπόλοιπο κομμάτι της διαδρομής του περιγράφεται μέσα από τις ερωτήσεις..

- Στην Ιταλία ήσουν σταρ. Σούπερ σταρ. Πως αποφάσισες να εγκαταλείψει το Μιλάνο για να έρθεις στον Ολυμπιακό σε επικουρικό ρόλο;

«Ηξερα το πρεστίζ και την ιστορία αυτής της φανέλας. Ηξερα την αντιπαλότητα με τον Παναθηναϊκό, αλλά και τους σπουδαίους παίκτες που έχουν περάσει από τον Πειραιά τα προηγούμενα χρόνια. Οταν, Λας Βέγκας μιλήσαμε για το ρόλο που θα είχα στην ομάδα, ήταν δύσκολο να το αποδεχθώ, αλλά ήξερα τι πρόκειται να αντιμετωπίσω. Μετά από 7 χρόνια στην Ιταλία θα ήταν η πρώτη έξοδος από τη χώρα μου. Είχα όμως, ένα καλό συναίσθημα. Και η γυναίκα μου επίσης. Κι η Ελίζα, πρέπει να ξέρεις, δεν κάνει ποτέ λάθος. Αυτό που συνάντησα στον Ολυμπιακό, ήταν απίστευτο τελικά. Ο τρόπος που με αγκάλιασαν όλοι, που με υποδέχτηκαν, που με έβαλαν στην ομάδα, ήταν όλα εκπληκτικά. Δεν ένιωσα ποτέ σαν ξένος, αλλά σαν ένας από όλους τους υπόλοιπους. Ενιωσα την αγάπη των οπαδών, του προπονητή και των συμπαικτών μου. Σιγά σιγά σκαρφαλώσαμε στο βουνό και τώρα είμαστε εδώ, στη θέση του πρωταθλητή και είναι όλα μαγικά. Κι εγώ ευτυχισμένος».

- Ωραία, είσαι στο Λας Βέγκας... Και ξέρεις ότι έχεις μία πρόταση που εκτιμούσε την αξία σου φυσικά, αλλά σου ζητούσε να γίνεις support cast… Τι σκέφτεσαι εκείνη τη στιγμή;

«Συναντηθήκαμε με τον κόουτς Σφαιρόπουλο και τον Χρήστο Σταυρόπουλο στο Λας Βέγκας. Μου έδωσαν μιάμιση μέρα για να απαντήσω. Εγώ έπρεπε να μιλήσω με τους Νικς πριν αποφασίσω. Η κατάσταση στη Νέα Υόρκη, στις θέσεις των πόιντ γκαρντ, δεν ήταν πολύ καλή. Δεν είχαν πολλές επιλογές. Ενιωθα ότι οι ελπίδες να παίξω σε αυτή την ομάδα ήταν με το μέρος μου. Δυστυχώς η θέση δεν άνοιξε και αμέσως μετά, μπαίνοντας στο δωμάτιο είπαμε με την Ελίζα: «Λοιπόν, έχουμε δύο επιλογές. Τον Ολυμπιακό και την Χίμκι. Τι επιλέγουμε;». Ζυγίσαμε τα δεδομένα, προσωπικά σκέφτηκα πολύ ποια ομάδα θα ήταν καλύτερη για εμένα ώστε να βελτιωθώ ως παίκτης και να γίνω ακόμα καλύτερος. Κάπως έτσι καταλήξαμε στον Ολυμπιακό».

-Τι σε έκανε να πεις το «ναι» και τι σε προβλημάτισε;

«Αυτό που με έκανε να πω «ναι» ήταν η φιλοδοξία του κλαμπ να κατακτήσει την Ευρώπη. Να πάρει την Ευρωλίγκα. Ο Ολυμπιακός πρέπει να διεκδικεί την κορυφή. Πάντα! Επίσης, το «ναι» προήλθε και από την επιθυμία μου να παίξω με τον Βασίλη και τον Γιώργο. Αυτό το κίνητρο έδωσε μεγάλη ώθηση στην απόφασή μου να δεχτώ την πρόταση του Ολυμπιακού. Ο κόουτς Μπάνκι μου μίλησε με τα καλύτερα λόγια για τον Σφαιρόπουλο, όπως και πολλοί άλλοι με τους οποίους συζήτησα. Κι αυτό, επίσης, έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο. Το αρνητικό ήταν ότι εκείνη την εποχή αναζητούσα μία ομάδα στην οποία θα ξεκινούσα στην πεντάδα. Αυτό με συγκράτησε λίγο στην αρχή. Η Χίμκι μου πρόσφερε ένα πολύ καλό συμβόλαιο, αλλά αποφάσισα να έρθω στην Ελλάδα. Και δεν έχω τελειώσει ακόμα. Ηταν ένα σπουδαίο σχολείο για εμένα ο Ολυμπιακός και έχουμε πολλά πράγματα να κάνουμε ακόμα».

«Αισθάνεσαι να είσαι κομμάτι ενός μεγάλου»

- Σου είπα την ιστορία με τον συμπατριώτη σου δημοσιογράφο, που με μία ουδέτερη ματιά δεν είχε και πολύ άδικο. Πως κατάφερες να προσαρμοστείς στην ίδια ομάδα με τον Βασίλη Σπανούλη;

«Προσπάθησα να χρησιμοποιήσω παραδείγματα από το παρελθόν. Θυμήθηκα τότε και ακόμα φέρνω στο μυαλό μου πόσο σημαντικός παίκτης για τον Ολυμπιακό, ήταν ο Εϊσι Λο. Και το πιο πρόσφατο παράδειγμα: Ο Σλούκας. Ο τρόπος που έπαιζε, τα μικρά αλλά πολύ σημαντικά πράγματα που έκανε στο γήπεδο, οι κινήσεις του με την μπάλα ή χωρίς αυτή, η ενέργεια που έβγαζε, το πάθος του, η σχέση του με τον κόσμο... Ηταν ένας ιδανικός συμπαίκτης για τον Βασίλη. Και με τους δύο παίκτες έχω ομοιότητες. Και νομίζω ότι αυτό άρεσε στον κόουτς. Τα χαρακτηριστικά μου ταίριαζαν στον Ολυμπιακό. Στη Σιένα ήμουν ένας τελείως διαφορετικός παίκτης. Στο μυαλό μου είχα να σκοράρω. Ημουν ο τύπος που θα έκανε συνεχώς επιθέσεις, που θα έπαιρνε διαρκώς τα πικ εν ρολ. Στο Μιλάνο χρειάστηκε να αναπροσαρμόσω τις ικανότητές μου με τόσους παίκτες που είχα στο πλευρό μου, τόσους σκόρερ. Στην Αρμάνι έπρεπε να σκέφτομαι περισσότερο κι αυτό με ανάγκασε να οπισθοχωρήσω λίγο. Ηταν όμως μία καλή προσαρμογή. Εμαθα περισσότερα για την θέση του πόιντ γκαρντ. Και φέτος, μέσα τα σκαμπανεβάσματά μου νομίζω ότι έγινα λίγο καλύτερος πλέι μέικερ, παίζοντας δίπλα στον Βασίλη. Ενιωσα πολύ όμορφα να παίζω για αυτόν. Να τον βλέπω να σκοράρει, να ξεδιπλώνει την ηγετικό πνεύμα του, να πασάρω τη μπάλα στο Παπαπέτρου ή τον Κώστα (Παπανικολάου), τον Μάντζα. Είναι ωραίο να παίζεις με ωραίους ανθρώπους δίπλα σου. Αισθάνεσαι ότι είσαι κομμάτι ενός ...μεγάλου. Ενός ...κάτι! Στην Ιταλία θα βρουν πάντα να πουν κάτι αρνητικό. Φυσικά δεν παίξαμε τρομερά στο Μιλάνο, αλλά εκεί, έτσι κι αλλιώς ακόμα και καλός να είσαι θα θεωρήσουν ότι είσαι χάλια. Αν δεν είσαι εντελώς σούπερ δε θα κερδίσεις ποτέ την καλή φήμη. Τα Μίντια στο Μιλάνο είναι όπως στη Νέα Υόρκη. Πολύ αυστηρά».

- Γιατί σε θεωρούν τρελό και ιδιαίτερο στην Ιταλία;

«Δεν ξέρω. Αλήθεια δεν ξέρω. Και φυσικά δεν είναι λάθος αποκλειστικά και μόνο των δημοσιογράφων. Κι εγώ έχω κάνει τα δικά μου. Τα τελευταία χρόνια έχω κάνει μεγάλα βήματα προς τον απόλυτο επαγγελματισμό. Εχω αλλάξει τη συμπεριφορά μου, εντός κι εκτός γηπέδου... Οκ, δεν είμαι τέλειος, αλλά σε σχέση με το παρελθόν, είμαι τελείως διαφορετικός άνθρωπος».

- Τι συνέβαινε στο παρελθόν;

«Τίποτα ιδιαίτερο... Απλά έχανα πολύ εύκολα τη συγκέντρωσή μου. Κι εν τέλει το δρόμο μαζί με το στόχο μου. Κι αυτό κυρίως συνέβη πέρσι με τα προβλήματα που είχαμε στην Εθνική ομάδα, αλλά και στο Μιλάνο. Δεν γίναμε ποτέ ομάδα στην πραγματικότητα».

- Σου ασκήθηκε έντονη κριτική κατά καιρούς...

«Κι απαντούσα με τις νίκες μου. Πάντα θεωρούσα τον εαυτό μου νικητή. Είτε παίζω στο γήπεδο, είτε σε μία παιδική χαρά. Εχω μία φωτιά που καίει μέσα μου. Αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος για να βουλώσεις τα στόματα και να απαντήσεις στην κριτική. Να αποδείξεις ότι η δουλειά που κάνεις αποφέρει καρπούς. Εχω κατακτήσει 4 πρωταθλήματα τα τελευταία πέντε χρόνια, επίσης κάποιους ατομικούς τίτλους»

- Αν και το αποτέλεσμα ήταν μάλλον θετικό αισθάνομαι ότι ένιωσες ασφυξία στο Μιλάνο. Γιατί;

«Αν κοιτάξεις στο παρελθόν, θα διαπιστώσεις ότι πολλοί παίκτες στο Μιλάνο δεν κατάφεραν να παίξουν καλά, ούτε να πλησιάσουν το αληθινό επίπεδό τους. Δεν ξέρω αν έπαιξαν ρόλο οι πειρασμοί της πόλης, δεν ξέρω αν φταίει το γεγονός ότι οι παίκτες δεν αισθάνονται βαθιά μέσα τους την αγάπη για την πόλη, ή τον κόσμο. Δεν θέλω να δείξω κάποιον με το δάχτυλο. Είναι όμως πολλά τα παραδείγματα. Ο Μπουρούσης, ο Φώτσης, ο Χέρστον, ο Χέινς... Επί 20 χρόνια αυτή η ομάδα δεν κατάφερε να κατακτήσει ένα πρωτάθλημα. Παρότι είχε συνεχώς το καλύτερο μπάτζετ στην Ιταλία κι ένα από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη. Ηταν ωραία όταν πήγα. Φτάσαμε πολύ κοντά στο Φάιναλ Φορ, κατακτήσαμε το ιταλικό πρωτάθλημα και όλα ήταν τέλεια. Επιτέλους είχε έρθει ένα γκρουπ παικτών που έπαιξαν καλά και πέτυχαν κάποιους στόχους».

- Μέχρι που έφτασε η ημέρα της τιμωρίας σου... Το καλοκαίρι του 2014!

«Την επόμενη σεζόν, μετά την Εθνική ομάδα και τα προβλήματα που υπήρξαν ένιωσα ότι με έχουν εγκαταλείψει όλοι. Η ομάδα και ο γιατρός δεν με προστάτευσαν παρά το γεγονός ότι ήξεραν με ακρίβεια την κατάσταση και πόσες ενέσεις χρειάστηκε να κάνω για να παίξω στα πλέι οφς. Γνώριζαν για όλα τα προβλήματα που υπήρχαν με τον αχίλλειο. Οταν λοιπόν, ήρθε η πρόσκληση για την Εθνική ομάδα μόλις 16 μέρες μετά το τέλος του πρωταθλήματος, είπα: «Οχι, αποκλείεται. Δεν μιλήσατε με την ομάδα, με τους γιατρούς στο Μιλάνο; Δεν σας εξήγησαν την κατάσταση;». Η απάντησή τους ήταν: «Οχι, δεν μας είπαν τίποτα. Πρέπει να έρθεις στην Εθνική». Κι αυτό ήταν το μεγάλο ράγισμα στη σχέση μου με τον πρόεδρο του Μιλάνο. Ψυχρανθήκαμε. Με απείλησαν ότι θα μου κόψουν στο συμβόλαιο. Μου είπαν ότι δε με χρειάζονται άλλο, ούτε με θέλουν. Εκείνη την εποχή μόνο ένας άνθρωπος βρέθηκε να σταθεί στο πλευρό μου, όταν εγώ ήμουν κλεισμένος στο σπίτι μου κι έκλαιγα σαν μικρό παιδί, όντας τιμωρημένος και με τον κόσμο να λέει απίθανα πράγματα για εμένα. Το μόνο που είχα ζητήσει ήταν λίγος χρόνος παραπάνω μέχρι να ενταχθώ στην Εθνική. Τίποτα άλλο. Ο μοναδικός που με υποστήριξε ήταν ο κόουτς Μπάνκι, που ύψωσε το ανάστημά μου λέγοντας: «Εγω τον Ντάνιελ τον θέλω και θα μείνει εδώ...». Μου είπε να είμαι προσεκτικός στη συμπεριφορά μου, να κλείσω τα αυτιά μου, να εξαντλήσω την ποινή στο ιταλικό πρωτάθλημα παίζοντας μόνο στην Ευρωλίγκα και όλα θα πήγαιναν καλά».

- Τιμωρήθηκες με έξι μήνες γιατί αρνήθηκες να πας στην προετοιμασία της Εθνικής πριν το Μουντομπάσκετ...

«Ναι, η τιμωρία ήταν για 6 μήνες από τα ματς του ιταλικού πρωταθλήματος και μετά μειώθηκε στους τρεις λόγω καλής συμπεριφοράς».

Εκείνη τη στιγμή γυρνάω στην Ελίζα...

- Είδες τον άντρα σου να κλαίει. Είδες τον δυνατό Ντάνι να βάζει τα κλάματα...

«Στο γήπεδο είναι πολύ σκληρός. Αλλά δεν συνάντησα ποτέ και κανένα με τόσο μεγάλη καρδιά. Και δεν το λέω αυτό επειδή είναι άντρας μου» απάντησε αμέσως η Ελίζα. Και δεν έβγαλε ποτέ το βλέμμα της από το πρόσωπό του.

«Δεν ντρέπομαι. Είναι φυσιολογικό να κλαις κάποιες φορές. Ο πατέρας μου έλεγε κάτι πολύ σημαντικό και μου το έχει επαναλάβει πολλές φορές: «Για να ολοκληρωθεί μία ημέρα πρέπει να γελάσεις, να προσευχηθείς και να κλάψεις. Αυτά τα τρία πράγματα κάνουν μία μέρα ολοκληρωμένη» πρόσθεσε ο Ντάνι

«Στα playgrounds των παιδικών μου χρόνων»

- Η σεζόν για εσένα δεν είναι επιτυχημένη μόνο λόγω πρωταθλήματος. Είναι και το γεγονός ότι σε λάτρεψε ο κόσμος. Θαύμασε τη μαχητικότητα, την προσωπικότητά σου και την απέχθεια στην ήττα... Από πού προέρχονται όλα αυτά;

«Από τα μονά που έπαιζα στην παιδική χαρά με τους μεγαλύτερους. Ο πατέρας μου με πήγαινε στο γήπεδο και έπρεπε να παίξω με πιο μεγάλους από εμένα. Φυσικά κάτι τέτοιο δε γινόταν ποτέ. Δεν μπορούσα να παίξω ανάμεσά τους. Ακόμα και σήμερα λοιπόν, τα καλοκαίρια πηγαίνω σε εκείνα τα playgrounds και παίζω... παίζω... παίζω... Τότε λοιπόν, έπρεπε να δείξω ότι μπορώ να κάνω περισσότερα πράγματα. Οτι μπορώ να παίξω. Να κάνω ακόμα και μικρά πράγματα, αφού δεν μπορούσα να σκοράρω».

- Εβαλες στόχο ποτέ να κερδίσεις τον πατέρα σου;

«Ηθελα να κερδίσω περισσότερα από αυτόν και τα κατάφερα. Και το ξέρει πια!»

- Του κάνεις και πλάκα μήπως;

«Οχι, δε θα το έκανα ποτέ αυτό. Σε κανέναν επαγγελματία. Δε θα τον κοροϊδευα ποτέ. Ηταν σπουδαίος επαγγελματίας. Υπάρχει όμως κάτι που δεν έχω πετύχει. Το ΝΒΑ. Ο πατέρας μου έπαιξε εκεί! Ισως είναι αργά πια για εμένα. Είχα την ευκαιρία μου το 2014».

-Δηλαδή;

«Ας πούμε ότι είχα το συμβόλαιο πάνω στο τραπέζι έτοιμο να το υπογράψω.

Ηταν μετά το πρωτάθλημα με τη Σιένα. Οι Μάβερικς με ήθελαν πολύ. Ο Ρόνι Ρότζερς, σκάουτ των Μάβερικς είδε όλα τα πλέι οφς του ιταλικού πρωταθλήματος και στο τέλος μου είπε ότι είμαι έτοιμος να παίξω στο ΝΒΑ. Αν θέλεις, έλα και σε υπογράφουμε αμέσως. Μετά μου ζήτησαν να πάω σε ένα μίνι καμπ. Δύο μέρες μετά το τέλος του ιταλικού πρωταθλήματος. Είπα στον ατζέντη μου αφού με θέλουνε γιατί πρέπει να πάω σε μίνι καμπ;

Μου απάντησε: «Μην είσαι χαζός. Θα είναι ο Φάρμαρ και ο Μέκελ εκεί, αλλά θέλουν εσένα. Να είσαι σίγουρος. Είναι τυπική υπόθεση».

Και είπα όχι! Δεν πάω εγώ σε μίνι καμπ. Και τελικά υπέγραψαν τον Γκαλ Μέκελ. Ο οποίος τελικά, τώρα που το σκέφτομαι, μάλλον πήρε την θέση μου. Εντάξει, στεναχωρήθηκα αλλά το ξεπέρασα».

- Μετάνιωσες;

«Ναι νομίζω ότι μετάνιωσα. Αλλά αν με ήθελαν τόσο πολύ γιατί δεν με υπέγραφαν; Βέβαια και ο Μέκελ κόπηκε νωρίς. Κι ίσως ήταν καλύτερα που δεν πήγα γιατί μάλλον δε θα έπαιζα. Κι αυτό θα ήταν καταστροφή για εμένα. Δεν μπορώ να κάθομαι να βλέπω τους άλλους να παίζουν. Τέλος πάντων. Αυτή ήταν η ευκαιρία μου. Δεν νομίζω ότι θα έχω άλλη ευκαιρία πια να πάω στο ΝΒΑ. Είναι αργά νομίζω».

- Η εμφάνισή σου, έχεις σκεφτεί ποτέ αν είναι προϊόν ανασφάλειας;

«Υπήρχε ένας πολύ βασικός λόγος που τα άφησα να μεγαλώσουν: Δεν μου άρεσε ο εαυτός μου με κοντά μαλλιά! Μετά δοκιμάσαμε αυτό το δέσιμο και πήγαν όλα καλά. Επαιζα και καλά. Οπότε το κρατήσαμε. Μου άρεσε αυτό το στυλ. Αρεσε και στα παιδιά. Ηταν μοναδικό. Εχω και πολλά τατού που είναι πολύ αργά πια για αυτά. Ετσι φαίνομαι ξεχωριστός, αλλά δεν είμαι».

- Είναι και λίγο κόζι όμως, δεν είναι;

«Να σου πω κάτι; Πάντα πάλευα με την ιδέα να είμαι κάποιος διάσημος. Δεν μου άρεσε καθόλου. Ηθελα να παίζω μπάσκετ και μακριά από το γήπεδο να είμαι ένας κανονικός άνθρωπος. Δε μου άρεσε ποτέ η σκέψη ότι πρέπει να συμπεριφέρομαι καθώς πρέπει, επειδή ο κόσμος με βλέπει... Μου πήρε μερικά χρόνια να προσαρμοστώ. Αλλά πρέπει να σε διαβεβαιώσω ότι ανέκαθεν είχα αυτοπεποίθηση. Και για να στο ολοκληρώσω... Δεν έχω πάει ποτέ στην Τζαμάικα, ούτε ακούω Ρέγγε. Το Λος Αντζελες με ωρίμασε. Δεν ήταν εύκολο να προσαρμοστώ στις απαιτήσεις της ζωής του, αλλά λάτρεψα την κουλτούρα του».

- Κι εν τέλει ο Χάκετ που ήταν ο σούπερ σταρ του ιταλικού πρωταθλήματος ήρθε με τεράστια αυτοπεποίθηση στον Ολυμπιακό. Κι αντί να δημιουργήσει προβλήματα όπως πιθανώς θα περίμεναν οι περισσότερο, έγινε ένας σπουδαίος συμπαίκτης… Πως έγινε αυτό;

«Εδωσα την υπόσχεσή μου στον κόουτς και τον Σταυρόπουλο ότι θα αποδεχθώ το ρόλο που θα έχω στην ομάδα. Ηταν μαζί μου πολύ ειλικρινείς. Δε γινόταν να κάνω διαφορετικά. Από τη στιγμή που αποδέχτηκα την πρότασή τους, όφειλα να υπηρετήσω πιστά όποιο ρόλο μου έδινε ο κόουτς στην ομάδα. Δεν μπορείς να έχεις κακή συμπεριφορά. Ούτε να διαμαρτύρεσαι, να φωνάζεις, να βρίζεις. Δεν είχα κανένα τέτοιο δικαίωμα. Ηταν ξεκάθαροι μαζί μου: Αυτός θα είναι ο ρόλος σου! Τον αποδέχεσαι; Και είπα ναι! Οφειλα να είμαι συνακόλουθος των λόγων μου».

- Πες την αλήθεια... Ηταν πολύ δύσκολο;

«Η διαδικασία μου πήρε λίγο καιρό μέχρι να συνηθίσω, αλλά είχα σπουδαία παραδείγματα μπροστά μου. Κι εγώ έπρεπε να αποδεχθώ το ρόλο μου. Δεν μπορείς να είσαι μία ομάδα που νικάει χωρίς να υπάρχουν ρόλοι μέσα στην ομάδα. Αν όλοι δεν είναι συγχρονισμένοι στην ιδέα της νίκης, απλά δε θα κερδίσεις. Και πρέπει να πιστεύουν όλοι στη νίκη. Αν δεν πιστεύαμε δε θα καταφέρναμε το back to back μετά από τόσο χρόνια. Δε θα κερδίζαμε δύο φορές στο ΟΑΚΑ, κάτι που είναι πολύ σπάνιο. Κάποιες φορές ήταν δύσκολο... Δε θα σου πω ψέμματα: Υπήρξαν στο μυαλό μου στιγμές που κυριαρχούσαν ερωτηματικά όπως: «Τώρα γιατί δεν παίζεις; Γιατί δεν είσαι παρκέ; Γιατί δεν κάνουμε κάτι άλλο; Γιατί δεν νικάμε; Γιατί το ένα και γιατί το άλλο». Πίστεψα όμως στη φωνή του κόουτς και στη φωνή που ακουγόταν βαθιά μέσα μου: «Ακολούθησε τους κανόνες. Μείνε στο πλάνο, μείνει στο πλάνο, μείνε στο πλάνο. Προσπάθησε να είσαι θετικός. Μην πιστέψεις ότι δεν υπήρχαν διαστήματα στα οποία εγώ και ο κόουτς δεν μιλούσαμε, ή διαφωνούσαμε. Στο τέλος της ημέρας όμως, πρέπει να τον πιστέψεις και να τον εμπιστευτείς. Οπως και ολόκληρη την ομάδα, τους συμπαίκτες που είναι γύρω σου».

- Θα το ξανακάνεις φέτος;

«Ναι, μπορώ να το ξανακάνω. Δεν είναι εύκολο, αλλά το μπάσκετ είναι μπίζνες. Οι ομάδες αλλάζουν. Κάποιες φορές οι παίκτες πηγαίνουν κάπου για τα χρήματα, ή για άλλους λόγους. Εγώ ήρθα για αυτό που πετύχαμε φέτος. Την επανάληψη. Το back to back στην ελληνική Α1. Αν ρωτήσεις, θα σου πουν ότι ο φετινός τίτλος ήταν ο πιο δύσκολος απ’όλους τους υπόλοιπους. Ακριβώς γιατί έγινε αμέσως μετά τον περσινό».

«Τα σουτ του Σπανούλη ήταν έργα... Πικάσο»

- Μίλησες για χρήματα... Να σου πω την αλήθεια;

«Μόνο...»

- Οταν έφυγες από τη Σιένα και πήγες στο Μιλάνο, γνώριζα ότι όλη η Ευρώπη είναι στα πόδια σου. Ομάδες με λιγότερα χρήματα αλλά τεράστια φιλοδοξία και ομάδες με πολλά χρήματα, αλλά χωρίς ελπίδες διάκρισης. Κι εσύ επέλεξες το Μιλάνο. Στο μυαλό μου έβαλα τότε ότι δεν έχεις καμία φιλοδοξία ως άνθρωπος. Οτι το μόνο που σε ενδιαφέρει είναι το χρήμα...

«Η κατάσταση ήταν κρίσιμη τότε, εξαιτίας των οικονομικών προβλημάτων της Σιένα. Ο Μινιούτσι είχε θέματα με τις αρχές, η τράπεζα Μοντεπάσκι κατέρρευσε. Στην ομάδα δεν πληρωνόταν κανείς. Πήραμε ένα μισθό σε πέντε μήνες. Κάπου στο Δεκέμβριο χάσαμε ένα ματς από την Καντού. Και τσαντίστηκα πάρα πολύ για αυτή την ήττα. Τότε, ο Μινούτσι με κάλεσε σε ένα μικρό δωμάτιο στο Καντού. Και μου είπε: «Πρέπει να σε βγάλω στην αγορά να σε πουλήσω. Αλλιώς δε θα βγάλουμε τη σεζόν. Σκέψου το και θα συζητήσουμε».

Το επόμενο πρωί ήμουν σε όλες τις εφημερίδες. Εγραφαν ότι ο Χάκετ είναι προς πώληση. Μου τηλεφωνούσαν από παντού. Από την Τουρκία η Γαλατά, ο Ολυμπιακός, ο Παναθηναϊκός, η Ρεάλ εξέφρασε ενδιαφέρον, ο Ετορε Μεσίνα ήθελε να συνεργαστούμε στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας την επόμενη σεζόν».

- Το ίδιο πράγμα λέμε... Κι εσύ επέλεξες αντί για την Ευρωλίγκα, να πας στο Μιλάνο...

«Ηταν Δεκέμβριος. Δώσαμε τα χέρια με τον Μινούτσι και τώρα θα σου πω κάτι που δεν το έχω πει σε πολλούς. Εκείνη την ημέρα του είπα: «Θα πάω στην ομάδα που θα σου προσφέρει τα περισσότερα χρήματα. Μόνο και μόνο για να σώσεις τη Σιένα. Αυτό θα γίνει όμως, μόνο στην περίπτωση που δεν προκριθούμε στο Τοπ 16 της Ευρωλίγκας. Αν προκριθούμε θα μείνω στη Σιένα μέχρι το τέλος της σεζόν. Κι εσύ βρες τον τρόπο να μας πληρώσεις. Δεν με ενδιαφέρει». Αν θυμάσαι, χάσαμε την πρόκριση στη Μάλαγα με μπάζερ μπίτερ του Γκρέιντζερ. Την επόμενη μέρα ήρθε το Μιλάνο με την καλύτερη προσφορά απ’όλους. Φυσικά ο Λούκα Μπάνκι, ο προπονητής της Αρμάνι, έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο. Κι έφυγα. Πολλοί άνθρωποι στην Ιταλία δεν δέχτηκαν την απόφασή μου. Πήγα στον μεγάλο αντίπαλο της Σιένα. Στην ομάδα που είχα «καταστρέψει» την προηγούμενη σεζόν κατακτώντας το πρωτάθλημα, στο Μιλάνο. Κι εγώ ήμουν αυτός που έλεγα ταν προηγούμενα χρόνια ότι δεν πρόκειται να πάω ποτέ στην Αρμάνι. Ενα καλοκαίρι πριν, μάλιστα, είχα πει «όχι» σε μία τεράστια προσφορά που μου έκαναν. Κι όμως πήγα τελικά εκεί! Για να σωθεί η Σιένα, η οποία εκτός από τα πολλά μετρητά πήρε και παίκτες, όπως τον Μαρκίζ Χέινς πληρωμένο από το Μιλάνο. Κι εγώ υπέγραψα ένα πολύ μεγάλο συμβόλαιο. Εγω το μόνο που ήθελα ήταν να μείνω στη Σιένα.

- Το μετάνιωσες;

«Ηταν το μεγαλύτερο λάθος της καριέρας μου».

- Γιατί;

«Γιατί δεν το έκανα με την καρδιά μου...»

Η Ελίζα παρεμβάλλεται για δεύτερη και τελευταία φορά...

«Δεν ήταν το κατάλληλο περιβάλλον για τον Ντάνιελ το Μιλάνο. Δεν μπορείς να είσαι συγκεντρωμένος στη δουλειά σου όταν ζεις σε αυτή την πόλη και μπορείς κάθε βράδυ να είσαι έξω».

- Οι Ιταλοί όμως συνεχίζουν και κάποιοι από αυτούς σε θεωρούν τρελό...

«Δεν είχα ποτέ προβλήματα με τους συμπαίκτες μου και τους προπονητές μου. Είμαι τρελός επειδή μπορεί κάποιες φορές να έβγαινα στο Μιλάνο; Αν είναι αυτό, οκ! «Γιατί σε λένε τρελό;» με ρωτούσαν συχνά πυκνά οι συμπαίκτες μου που καταλάβαιναν ότι είμαι ένας νορμάλ τύπος... Και τους απαντούσα... «Παιδιά, ειλικρινά δεν ξέρω». Δεν μπορώ να ελέγξω τι λέει ή τι σκέφτεται ο κόσμος.

- Εσύ ένας παίκτης που συνήθιζες να παίρνεις τα τελευταία σουτ στην καριέρα σου, ζήλεψες τον Βασίλη Σπανούλη και τα δύο μπάζερ μπίτερ του;

«Οχι, δε τον ζήλεψα καθόλου. Δεν ήταν η σειρά μου, ούτε η δική μου κατάσταση. Ηταν η σειρά του Βασίλη. Κι αυτός ήταν που έπρεπε να πάρει τα σουτ. Είναι ο Kill Bill, το λέει και το όνομά του. Γεννημένος να …σκοτώνει! Τα δύο σουτ που έκανε ήταν δύο θαυμάσιοι …Πικάσο! Δε θα μπορούσε κανείς άλλος να βρεθεί στη θέση του».

- Τελευταία ερώτηση... Αν δεν ήμουν Ελληνας δημοσιογράφος, αλλά Βραζιλιάνος, Τούρκος, Αμερικάνος, τι θα μου έλεγες για τον Διαμαντίδη;

«Θα σου έλεγα ότι η καριέρα του μιλάει μόνη της. Ότι ήταν ο άνθρωπος που άλλαξε το παιχνίδι, άλλαξε τη θέση του πόιντ γκαρντ στο ευρωπαϊκό μπάσκετ. Ηταν ένας από τους πρώτους σχεδόν δίμετρους πλέι μέικερ, με μεγάλα άκρα, που μπορούσε να εκτελέσει, να σουτάρει, να δημιουργήσει να ευστοχήσει σε μεγάλα σουτ, να αμυνθεί. Δεν ήταν ο τυπικός πόιντ γκαρντ, αλλά ένας ψηλός παίκτης που είχε ικανότητα να ντριπλάρει. Κάνει κάτι σαν κι αυτό που κάνω εγώ στο γήπεδο. Σε παρακαλώ μη νομίζεις ότι συγκρίνω. Ούτε προσπαθώ να μας τοποθετήσω στο ίδιο επίπεδο. Προς Θεού. Ο Διαμαντίδης κατέστησε εφικτό σε παίκτες σαν κι εμένα να κερδίσουμε την αξιοπιστία μας σε μία θέση που ήταν ασυνήθιστο να παίζουν παίκτες σαν κι εμένα. Που να μπορούν να κάνουν τρία πράγματα στο γήπεδο...»

- Τι του είπες στα αποδυτήρια;

«Δε τον ξέρω ως άτομο. Δεν τον γουστάρω στο γήπεδο, όπως πιστεύω ότι κι αυτός δε γουστάρει εμένα, διότι πρέπει ο ένας να νικήσει τον άλλον. Ενιωσα όμως, μετά το τελευταίο παιχνίδι την ανάγκη να πάω στα αποδυτήρια, να του σφίξω το χέρι και να του πω ότι ήταν τιμή για εμένα που είχα την ευκαιρία να τον αντιμετωπίσω. Εχω τεράστιο σεβασμό για αυτόν τον παίκτη».

- Σου απάντησε;

«Ναι, μου είπε ένα ειλικρινές ευχαριστώ. Χαμογελώντας. Νομίζω ότι ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που τον είδα να χαμογελάει. Θα είναι μία στιγμή που θα θυμάμαι σε όλη μου τη ζωή».
olympiacos-blog
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ