2017-12-19 20:25:04
Η ιστορία πίσω από το χειρόγραφο του αμφιλεγόμενου μυθιστορήματος του Μαρκήσιου Ντε Σαντ που ταξίδεψε μέσα από τους αιώνες για αναγνωριστεί εν έτει 2017 ως αριστούργημα
από το γαλλικό κράτοςΣτις 14 Ιουλίου 1789, η Ρενέ Πελαζί ντε Σαντ μπήκε στο άδειο πλέον κελί της φυλακής της Βαστίλης, που αποτελούσε τα τελευταία χρόνια την κατοικία του συζύγου της, του διαβόητου Μαρκησίου ντε Σαντ. Ο ίδιος ο Μαρκήσιος είχε μεταφερθεί λίγες μέρες νωρίτερα με βασιλική εντολή στο άσυλο φρενοβλαβών του Σαρεντόν, και είχε επιφορτίσει τη γυναίκα του με μια απλή αλλά άκρως σημαντική αποστολή: Να ανακτήσει από το κελί του ένα χάλκινο κυλινδρικό δοχείο, το οποίο περιείχε το μοναδικό χειρόγραφο ενός τεράστιου μυθιστορήματος που είχε αρχίσει να γράφει την περίοδο του εγκλεισμού του.
Το χειρόγραφο των «120 ημερών των Σοδόμων» είχε γραφτεί κρυφά από τον συγγραφέα, με μικροσκοπικά γράμματα, σε κομματάκια περγαμηνής που του προμήθευαν λαθραία άτομα που τον επισκέπτονταν στη φυλακή. Επρόκειτο για ένα ρολό παπύρου συνολικού μήκους 12 μέτρων, που περιείχε ένα από τα πιο βλάσφημα, βίαια και αμφιλεγόμενα λογοτεχνικά έργα που έμελλε να γραφτούν ποτέ. Ο Σαντ είχε κρύψει στο κελί του τον πάπυρο και ήλπιζε πως, παρά το γεγονός ότι η Βαστίλη είχε μόλις λεηλατηθεί από τους στασιαστές, το χειρόγραφο θα βρισκόταν ακόμα ασφαλές στην εσοχή του τοίχου που το είχε τοποθετήσει.
Εκείνη την ιστορική μέρα του 1789, ωστόσο, η Πελαζί έφυγε από το κελί του συζύγου της με άδεια χέρια. Οι στασιαστές είχαν ήδη περάσει από εκείνη την πτέρυγα της φυλακής και ο πάπυρος ήταν άφαντος. Όταν ο Σαντ έμαθε ότι το έργο του, μαζί με άλλα έργα που αποτελούσαν δουλειά 13 ετών στη φυλακή, είχε χαθεί για πάντα «έχυσε δάκρυα γεμάτα με αίμα», όπως θα έγραφε αργότερα σε επιστολή στον δικηγόρο του.
Ευτυχώς για την υστεροφημία του «διεστραμμένου Μαρκησίου» ο πάπυρος τελικά δεν χάθηκε. Για την ακρίβεια, βρισκόταν ακριβώς εκεί που τον είχε αφήσει ο Σαντ, πίσω από μια πέτρα στον τοίχο, απ' όπου επρόκειτο σύντομα να ξεκινήσει η παράξενη και σκοτεινή διαδρομή του, τόσο μέχρι την πρώτη έκδοσή του έναν αιώνα αργότερα, όσο και μετά.
Αυτή η διαδρομή περιλάμβανε την κρυφή πώληση του απαγορευμένου έργου σε συλλέκτες ερωτικής τέχνης, την κλοπή του, την λαθραία μεταφορά του έξω από τη χώρα, την αρπαγή του από τις αρχές και αλλά την δημόσια έκθεσή του, μέχρι να καταλήξει στα χέρια της Aristophil, μιας γαλλικής εταιρείας που χρεοκόπησε το 2015, με τον ιδιοκτήτη και ιδρυτή της να κατηγορείται σήμερα για απάτη. Η τεράστια συλλογή ιστορικών εγγράφων της εταιρείας πρόκειται να εκποιηθεί τα επόμενα έξι χρόνια, με τα έργα της να κατανέμονται σε περισσότερες από 200 δημοπρασίες, προκειμένου να αποφευχθεί ο κορεσμός της αγοράς και η πτώση των τιμών.
Από βλάσφημο πορνογράφημα, εθνικός θησαυρός της Γαλλίας
Την περασμένη Δευτέρα το χειρόγραφο των «120 ημερών των Σοδόμων» μαζί με εκείνο των «Μανιφέστων του Σουρεαλισμού» του Μπρετόν ανακηρύχθηκαν «εθνικοί θησαυροί της Γαλλίας» προκειμένου να αποτραπεί η πώλησή τους σε δημοπρασία, όπου αναμενόταν να «πιάσουν» αρκετά εκατομμύρια έκαστο. Όχι κι άσχημα για την «πιο ακάθαρτη ιστορία που έχει ειπωθεί ποτέ από την αρχή του κόσμου», όπως είχε χαρακτηρίσει κάποτε το πιο φιλόδοξο έργο του ο Μαρκήσιος ντε Σαντ.
Η τεράστια συλλογή ιστορικών εγγράφων, μέρος της οποίας βγαίνει σε δημοπρασία αυτές τις ημέρες ανήκε στην Aristophil, μια γαλλική εταιρία που ιδρύθηκε το 1990 από τον συλλέκτη έργων τέχνης Ζεράρ Λεριτιέρ. Η εταιρεία συγκέντρωνε χρήματα από επενδυτές και από λάτρεις της τέχνης, δίνοντάς τους σε αντάλλαγμα ένα μερίδιο από τα πολύτιμα αποκτήματά της, που περιλάμβαναν ιστορικά χειρόγραφα όπως το «120 ημέρες των Σοδόμων», τα οποία είχε αποκτήσει από ολόκληρο τον κόσμο.
Παρότι είχε αποκτήσει τη φήμη ότι διαθέτει μια από τις πλούσιες συλλογές χειρογράφων του κόσμου, η Aristophil χρεοκόπησε το 2015. Ο ιδρυτής της στην συνέχεια συνελήφθη με την κατηγορία ότι είχε στήσει μια «κομπίνα» τύπου πυραμίδας, η οποία του επέτρεψε να αποσπάσει πάνω από ένα δισεκατομμύριο δολάρια από τους επενδυτές του. Μέχρι σήμερα, ο Λεριτιέρ συνεχίζει να αρνείται τις κατηγορίες. «Άλλες εταιρείες που κατηγορήθηκαν για κομπίνα πουλούσαν αέρα κοπανιστό, αλλά η Aristophil πουλούσε αυθεντικά χειρόγραφα. Όλοι μιλούν για την "απάτη" της Aristophil αλλά ταυτόχρονα παραδέχονται ότι διέθετε την πιο εντυπωσιακή συλλογή του κόσμου», δήλωσε πρόσφατα ο 69χρονος.
Το «120 Ημέρες των Σοδόμων» επρόκειτο να βγει σε δημοπρασία την Τετάρτη, με τιμή εκκίνησης τα 6 εκατομμύρια ευρώ, ενώ τα «Μανιφέστα» του Μπρετόν επρόκειτο να δημοπρατηθούν την ίδια μέρα με τιμή εκκίνησης τα 4 εκατομμύρια ευρώ.
Ο διοργανωτής δημοπρασιών Claude Aguttes, που είχε αναλάβει την πώληση, δήλωσε εχθές στον τοπικό Τύπο ότι το γαλλικό υπουργείο Πολιτισμού δεσμεύτηκε να αγοράσει τα δύο χειρόγραφα σε «τιμές της διεθνούς αγοράς». Ωστόσο η σημαντικότερη ίσως εξέλιξη είναι η ίδια η ανακήρυξη ενός έργου όπως το «120 Ημέρες των Σοδόμων» σε εθνικό θησαυρό της Γαλλίας, μια χειρονομία που αποτελεί ίσως την πιο καίρια αναγνώριση αυτού του παρεξηγημένου μυθιστορήματος.
«Η πιο ακάθαρτη ιστορία που ειπώθηκε ποτέ από την αρχή του κόσμου»
Ο Σαντ περιέγραφε το έργο του ως την «πιο ακάθαρτη ιστορία που ειπώθηκε ποτέ από την αρχή του κόσμου». Ο πρώτος εκδότης του βιβλίου, ο Γερμανός ψυχίατρος Iβάν Μπλοκ που εξέδωσε το «120 Ημέρες των Σοδόμων» το 1904 με ψευδώνυμο για να αποφύγει το σκάνδαλο, χαρακτήρισε το λογοτεχνικό πόνημα ως την «πιο αναλυτική κατηγοριοποίηση των σεξουαλικών φετίχ» που είχε μεγάλη «επιστημονική σημασία για γιατρούς, δικαστές και ανθρωπολόγους». Μάλιστα το είχε συγκρίνει σε σπουδαιότητα με το Psychopathia Sexualis του ψυχιάτρου Κραφτ Έμπινγκ, «πατέρα» όρων όπως μαζοχισμός και ο σαδισμός.
Η φεμινίστρια συγγραφέας Σιμόν ντε Μποβουάρ στο δοκίμιό της με τίτλο «Μήπως πρέπει να κάψουμε τον Μακρήσιο ντε Σαντ;» διαμαρτύρεται για την «δίωξη» από τις γαλλικές Αρχές των απαγορευμένων έργων του διεστραμμένου Μαρκήσιου το 1955, λέγοντας ότι είναι πολύτιμα αφού ρίχνουν φως στις πιο σκοτεινές γωνιές της ανθρώπινης ύπαρξης.
Η συγγραφέας και καθηγήτρια Καμίλ Πάλια, από τη μεριά της, θεωρεί το έργο του Σαντ «μια σατιρική απάντηση στον Ζαν Ζακ Ρουσό» και ειδικότερα στην έννοια της έμφυτης καλοσύνης του ανθρώπου που προέβαλλε ο φιλόσοφος.
Η πλοκή του σκανδαλώδους βιβλίου
Οι «120 ημέρες των Σοδόμων» εκτυλίσσονται σε ένα απομονωμένο μεσαιωνικό κάστρο, το οποίο βρίσκεται σε ένα βουνό, περιτριγυρισμένο από πυκνό δάσος και τελείως αποκομμένο από τον κόσμο, περίπου στα τέλη της βασιλείας του Λουδοβίκου του 14ου.
Τα γεγονότα του βιβλίου καλύπτουν πέντε μήνες, από τον Νοέμβριο μέχρι τον Μάρτιο. Τέσσερις πλούσιοι ελευθέριοι κλειδώνονται στο κάστρο, μαζί με τα δεκάδες ανήλικα και ενήλικα θύματά τους και τους συνεργούς τους, γυναίκες που έχουν περάσει τη ζωή τους στην ακολασία και δεν έχουν κανέναν ηθικό φραγμό.
Οι τέσσερις ηλικιωμένες πόρνες μοιράζονται με τους ελευθέριους διεστραμμένες ιστορίες που αποτυπώνουν προοδευτικά όλο και πιο σκοτεινά στοιχεία της ανθρώπινης ύπαρξης, εμπνέοντας τους τέσσερις ακόλαστους αριστοκράτες να προβούν σε ακόμα χειρότερες πράξεις, εξοντώνοντας ένα-ένα όλα τα θύματά τους.
Η ιστορία περιέχει πολλά στοιχεία μαύρου χιούμορ, με τον ίδιο τον Σαντ να απευθύνεται σε ελαφρύ ύφος στους αναγνώστες στην εισαγωγή του, και να αντικρούει συνεχώς τον εαυτό του. Χαρακτηριστικό είναι ότι από την μία επιμένει ότι οι «αγαπητοί του αναγνώστες» δεν πρέπει να σοκαριστούν στο ελάχιστο από όσα περιγράφονται στις σελίδες που ακολουθούν και από την άλλη προειδοποιεί τους λιπόψυχους να μη συνεχίσουν την ανάγνωση.
Με τον ίδιο τρόπο, από τη μία εξυμνεί τους τέσσερις ήρωές του ως ανυπότακτα και δημιουργικά μυαλά και από τα άλλα τους καταδικάζει ως διεφθαρμένα καθάρματα
anatakti
από το γαλλικό κράτοςΣτις 14 Ιουλίου 1789, η Ρενέ Πελαζί ντε Σαντ μπήκε στο άδειο πλέον κελί της φυλακής της Βαστίλης, που αποτελούσε τα τελευταία χρόνια την κατοικία του συζύγου της, του διαβόητου Μαρκησίου ντε Σαντ. Ο ίδιος ο Μαρκήσιος είχε μεταφερθεί λίγες μέρες νωρίτερα με βασιλική εντολή στο άσυλο φρενοβλαβών του Σαρεντόν, και είχε επιφορτίσει τη γυναίκα του με μια απλή αλλά άκρως σημαντική αποστολή: Να ανακτήσει από το κελί του ένα χάλκινο κυλινδρικό δοχείο, το οποίο περιείχε το μοναδικό χειρόγραφο ενός τεράστιου μυθιστορήματος που είχε αρχίσει να γράφει την περίοδο του εγκλεισμού του.
Το χειρόγραφο των «120 ημερών των Σοδόμων» είχε γραφτεί κρυφά από τον συγγραφέα, με μικροσκοπικά γράμματα, σε κομματάκια περγαμηνής που του προμήθευαν λαθραία άτομα που τον επισκέπτονταν στη φυλακή. Επρόκειτο για ένα ρολό παπύρου συνολικού μήκους 12 μέτρων, που περιείχε ένα από τα πιο βλάσφημα, βίαια και αμφιλεγόμενα λογοτεχνικά έργα που έμελλε να γραφτούν ποτέ. Ο Σαντ είχε κρύψει στο κελί του τον πάπυρο και ήλπιζε πως, παρά το γεγονός ότι η Βαστίλη είχε μόλις λεηλατηθεί από τους στασιαστές, το χειρόγραφο θα βρισκόταν ακόμα ασφαλές στην εσοχή του τοίχου που το είχε τοποθετήσει.
Εκείνη την ιστορική μέρα του 1789, ωστόσο, η Πελαζί έφυγε από το κελί του συζύγου της με άδεια χέρια. Οι στασιαστές είχαν ήδη περάσει από εκείνη την πτέρυγα της φυλακής και ο πάπυρος ήταν άφαντος. Όταν ο Σαντ έμαθε ότι το έργο του, μαζί με άλλα έργα που αποτελούσαν δουλειά 13 ετών στη φυλακή, είχε χαθεί για πάντα «έχυσε δάκρυα γεμάτα με αίμα», όπως θα έγραφε αργότερα σε επιστολή στον δικηγόρο του.
Ευτυχώς για την υστεροφημία του «διεστραμμένου Μαρκησίου» ο πάπυρος τελικά δεν χάθηκε. Για την ακρίβεια, βρισκόταν ακριβώς εκεί που τον είχε αφήσει ο Σαντ, πίσω από μια πέτρα στον τοίχο, απ' όπου επρόκειτο σύντομα να ξεκινήσει η παράξενη και σκοτεινή διαδρομή του, τόσο μέχρι την πρώτη έκδοσή του έναν αιώνα αργότερα, όσο και μετά.
Αυτή η διαδρομή περιλάμβανε την κρυφή πώληση του απαγορευμένου έργου σε συλλέκτες ερωτικής τέχνης, την κλοπή του, την λαθραία μεταφορά του έξω από τη χώρα, την αρπαγή του από τις αρχές και αλλά την δημόσια έκθεσή του, μέχρι να καταλήξει στα χέρια της Aristophil, μιας γαλλικής εταιρείας που χρεοκόπησε το 2015, με τον ιδιοκτήτη και ιδρυτή της να κατηγορείται σήμερα για απάτη. Η τεράστια συλλογή ιστορικών εγγράφων της εταιρείας πρόκειται να εκποιηθεί τα επόμενα έξι χρόνια, με τα έργα της να κατανέμονται σε περισσότερες από 200 δημοπρασίες, προκειμένου να αποφευχθεί ο κορεσμός της αγοράς και η πτώση των τιμών.
Από βλάσφημο πορνογράφημα, εθνικός θησαυρός της Γαλλίας
Την περασμένη Δευτέρα το χειρόγραφο των «120 ημερών των Σοδόμων» μαζί με εκείνο των «Μανιφέστων του Σουρεαλισμού» του Μπρετόν ανακηρύχθηκαν «εθνικοί θησαυροί της Γαλλίας» προκειμένου να αποτραπεί η πώλησή τους σε δημοπρασία, όπου αναμενόταν να «πιάσουν» αρκετά εκατομμύρια έκαστο. Όχι κι άσχημα για την «πιο ακάθαρτη ιστορία που έχει ειπωθεί ποτέ από την αρχή του κόσμου», όπως είχε χαρακτηρίσει κάποτε το πιο φιλόδοξο έργο του ο Μαρκήσιος ντε Σαντ.
Η τεράστια συλλογή ιστορικών εγγράφων, μέρος της οποίας βγαίνει σε δημοπρασία αυτές τις ημέρες ανήκε στην Aristophil, μια γαλλική εταιρία που ιδρύθηκε το 1990 από τον συλλέκτη έργων τέχνης Ζεράρ Λεριτιέρ. Η εταιρεία συγκέντρωνε χρήματα από επενδυτές και από λάτρεις της τέχνης, δίνοντάς τους σε αντάλλαγμα ένα μερίδιο από τα πολύτιμα αποκτήματά της, που περιλάμβαναν ιστορικά χειρόγραφα όπως το «120 ημέρες των Σοδόμων», τα οποία είχε αποκτήσει από ολόκληρο τον κόσμο.
Παρότι είχε αποκτήσει τη φήμη ότι διαθέτει μια από τις πλούσιες συλλογές χειρογράφων του κόσμου, η Aristophil χρεοκόπησε το 2015. Ο ιδρυτής της στην συνέχεια συνελήφθη με την κατηγορία ότι είχε στήσει μια «κομπίνα» τύπου πυραμίδας, η οποία του επέτρεψε να αποσπάσει πάνω από ένα δισεκατομμύριο δολάρια από τους επενδυτές του. Μέχρι σήμερα, ο Λεριτιέρ συνεχίζει να αρνείται τις κατηγορίες. «Άλλες εταιρείες που κατηγορήθηκαν για κομπίνα πουλούσαν αέρα κοπανιστό, αλλά η Aristophil πουλούσε αυθεντικά χειρόγραφα. Όλοι μιλούν για την "απάτη" της Aristophil αλλά ταυτόχρονα παραδέχονται ότι διέθετε την πιο εντυπωσιακή συλλογή του κόσμου», δήλωσε πρόσφατα ο 69χρονος.
Το «120 Ημέρες των Σοδόμων» επρόκειτο να βγει σε δημοπρασία την Τετάρτη, με τιμή εκκίνησης τα 6 εκατομμύρια ευρώ, ενώ τα «Μανιφέστα» του Μπρετόν επρόκειτο να δημοπρατηθούν την ίδια μέρα με τιμή εκκίνησης τα 4 εκατομμύρια ευρώ.
Ο διοργανωτής δημοπρασιών Claude Aguttes, που είχε αναλάβει την πώληση, δήλωσε εχθές στον τοπικό Τύπο ότι το γαλλικό υπουργείο Πολιτισμού δεσμεύτηκε να αγοράσει τα δύο χειρόγραφα σε «τιμές της διεθνούς αγοράς». Ωστόσο η σημαντικότερη ίσως εξέλιξη είναι η ίδια η ανακήρυξη ενός έργου όπως το «120 Ημέρες των Σοδόμων» σε εθνικό θησαυρό της Γαλλίας, μια χειρονομία που αποτελεί ίσως την πιο καίρια αναγνώριση αυτού του παρεξηγημένου μυθιστορήματος.
«Η πιο ακάθαρτη ιστορία που ειπώθηκε ποτέ από την αρχή του κόσμου»
Ο Σαντ περιέγραφε το έργο του ως την «πιο ακάθαρτη ιστορία που ειπώθηκε ποτέ από την αρχή του κόσμου». Ο πρώτος εκδότης του βιβλίου, ο Γερμανός ψυχίατρος Iβάν Μπλοκ που εξέδωσε το «120 Ημέρες των Σοδόμων» το 1904 με ψευδώνυμο για να αποφύγει το σκάνδαλο, χαρακτήρισε το λογοτεχνικό πόνημα ως την «πιο αναλυτική κατηγοριοποίηση των σεξουαλικών φετίχ» που είχε μεγάλη «επιστημονική σημασία για γιατρούς, δικαστές και ανθρωπολόγους». Μάλιστα το είχε συγκρίνει σε σπουδαιότητα με το Psychopathia Sexualis του ψυχιάτρου Κραφτ Έμπινγκ, «πατέρα» όρων όπως μαζοχισμός και ο σαδισμός.
Η φεμινίστρια συγγραφέας Σιμόν ντε Μποβουάρ στο δοκίμιό της με τίτλο «Μήπως πρέπει να κάψουμε τον Μακρήσιο ντε Σαντ;» διαμαρτύρεται για την «δίωξη» από τις γαλλικές Αρχές των απαγορευμένων έργων του διεστραμμένου Μαρκήσιου το 1955, λέγοντας ότι είναι πολύτιμα αφού ρίχνουν φως στις πιο σκοτεινές γωνιές της ανθρώπινης ύπαρξης.
Η συγγραφέας και καθηγήτρια Καμίλ Πάλια, από τη μεριά της, θεωρεί το έργο του Σαντ «μια σατιρική απάντηση στον Ζαν Ζακ Ρουσό» και ειδικότερα στην έννοια της έμφυτης καλοσύνης του ανθρώπου που προέβαλλε ο φιλόσοφος.
Η πλοκή του σκανδαλώδους βιβλίου
Οι «120 ημέρες των Σοδόμων» εκτυλίσσονται σε ένα απομονωμένο μεσαιωνικό κάστρο, το οποίο βρίσκεται σε ένα βουνό, περιτριγυρισμένο από πυκνό δάσος και τελείως αποκομμένο από τον κόσμο, περίπου στα τέλη της βασιλείας του Λουδοβίκου του 14ου.
Τα γεγονότα του βιβλίου καλύπτουν πέντε μήνες, από τον Νοέμβριο μέχρι τον Μάρτιο. Τέσσερις πλούσιοι ελευθέριοι κλειδώνονται στο κάστρο, μαζί με τα δεκάδες ανήλικα και ενήλικα θύματά τους και τους συνεργούς τους, γυναίκες που έχουν περάσει τη ζωή τους στην ακολασία και δεν έχουν κανέναν ηθικό φραγμό.
Οι τέσσερις ηλικιωμένες πόρνες μοιράζονται με τους ελευθέριους διεστραμμένες ιστορίες που αποτυπώνουν προοδευτικά όλο και πιο σκοτεινά στοιχεία της ανθρώπινης ύπαρξης, εμπνέοντας τους τέσσερις ακόλαστους αριστοκράτες να προβούν σε ακόμα χειρότερες πράξεις, εξοντώνοντας ένα-ένα όλα τα θύματά τους.
Η ιστορία περιέχει πολλά στοιχεία μαύρου χιούμορ, με τον ίδιο τον Σαντ να απευθύνεται σε ελαφρύ ύφος στους αναγνώστες στην εισαγωγή του, και να αντικρούει συνεχώς τον εαυτό του. Χαρακτηριστικό είναι ότι από την μία επιμένει ότι οι «αγαπητοί του αναγνώστες» δεν πρέπει να σοκαριστούν στο ελάχιστο από όσα περιγράφονται στις σελίδες που ακολουθούν και από την άλλη προειδοποιεί τους λιπόψυχους να μη συνεχίσουν την ανάγνωση.
Με τον ίδιο τρόπο, από τη μία εξυμνεί τους τέσσερις ήρωές του ως ανυπότακτα και δημιουργικά μυαλά και από τα άλλα τους καταδικάζει ως διεφθαρμένα καθάρματα
anatakti
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ