2020-03-16 22:41:17
Η φρενήρης πορεία προς την επιτυχία, η ελεύθερη πτώση μέχρι τη φυλακή παρά τα χρυσά
συμβόλαια που δεν έπαψαν να τρέχουν τόσο ιλιγγιωδώς όσο και τα έξοδα, αλλά και οι ψίθυροι που θέλουν τον μονίμως χαμογελαστό «Ρόνι» απλώς να προσποιείται τον μπατίρη
Πώς μπορεί ένας 40άρης πλούσιος και διάσημος να σαλτάρει στο κενό από το ρετιρέ ενός ουρανοξύστη-θησαυροφυλάκιο αξίας 120 εκατ. ευρώ που θεμελιώθηκε πάνω στην παγκοσμίως υπερ-επιτυχημένη καριέρα του; Την απάντηση μπορεί να δώσει άνετα ο πρώην Βραζιλιάνος σούπερ σταρ Ροναλντίνιο που κρατείται ως σκιά του άλλοτε αστραφτερού εαυτού του πίσω από τα σκουριασμένα κάγκελα μιας φυλακής στα περίχωρα της Ασουνσιόν στην Παραγουάη. Η λατινική φράση «sic transit gloria mundi», που σημαίνει «έτσι παρέρχεται η δόξα του κόσμου», ταιριάζει γάντι στον άλλοτε ζογκλερικό μεγα-στάρ των γηπέδων και φανταχτερό εραστή της χλιδάτης ζωής.
Μπατίρης πια, με μόλις 5 ευρώ στον τραπεζικό του λογαριασμό, με απαγόρευση εξόδου από τη χώρα του και κατασχεμένο τόσο το βραζιλιάνικο όσο και το ισπανικό του διαβατήριο, είχε πάρει από καιρό την κάτω βόλτα. Ακόμη, με βουνά από χρέη, πολλαπλές κατασχέσεις, δικαστικά εντάλματα, και κυρίως κηλιδωμένο το θρυλικό όνομά του, ο βιρτουόζος ποδοσφαιριστής -που χάρισε στις μέρες της διεθνούς δημοφιλίας του υπόσταση στον όρο «Jogo Bonito»- σφράγιζε πλέον με τις γραφικές δημόσιες εμφανίσεις την έννοια του ξοφλημένου.
Ο τελευταίος διασυρμός του συνέβη το πρωί της προπερασμένης Παρασκευή όταν συνελήφθη μαζί με τον αδελφό του Ρομπέρτο να κυκλοφορεί στην Παραγουάη με πλαστό διαβατήριο. Αντιμετωπίζει πια ποινή φυλάκισης έξι μηνών, ενώ για την ώρα, και μέχρι να οριστεί δικάσιμος, συνωστίζεται προφυλακισμένος σε έναν χώρο στον οποίο η θερμοκρασία ξεπερνάει τους 35 βαθμούς Κελσίου μαζί με μαζί με 192 άλλους κρατούμενους κακοποιούς μιας χώρας που έχει ήδη κλείσει προληπτικά τα σχολεία εξαιτίας του κορωνοϊού. Κανονικά ο πρώην άσος των Παρί Σεν Ζερμέν, Μπαρτσελόνα και Μίλαν, με ξεθωριασμένο τον μύθο του θα έπρεπε από την απελπισία να χτυπάει το κεφάλι του με τα κατσαρά κοτσιδάκια στα ντουβάρια του κελιού του.
Τα χρυσά συμβόλαια
Αντίθετα, ο Ρονάλντο ντε Ασίς Μορέιρα, όπως είναι το πλήρες όνομά του, δεν φαίνεται να χαμπαριάζει από ταπεινώσεις. Ποζάρει για τα social media κατά τον προαυλισμό του με ένα αμάνικο μοβ μακό, γκρι βερμούδα και μαλακές παντοφλο-σαγιονάρες, χαμογελώντας ατάραχα με τους χαρακτηριστικούς πεταχτούς κοπτήρες του. Αλλά έτσι ήταν πάντα ο «Ρόνι». Κανείς στα 20 χρόνια της καριέρας του δεν μπορεί να τον θυμηθεί έστω και για μια στιγμή λυπημένο.
Ανέκαθεν γκάζωνε στη λωρίδα ταχείας κυκλοφορίας αδιαφορώντας αν και πότε θα στουκάρει στον σκληρότερο τοίχο. Πόσο μάλλον όταν δαπανούσε εκατομμύρια σε αγορές υπερ-αυτοκινήτων. Στη συλλογή του περιλαμβάνονταν μια κίτρινη Porsche Carerra S, μια μαύρη και μια κίτρινη Lamborghini Aventador, μια ασημένια Mercedes-Benz SLR McLaren, μια κόκκινη και μια κίτρινη Ferrari 48s, μια Bugatti Veyron και ένα Hummer H2. Πολυμορφία, πολυτέλεια και πολυχρωμία ήταν τα βασικά συστατικά της ζωής ενός ποδοσφαιριστή που ζούσε από πολύ νέος σαν μεγιστάνας και ως έξαλλο party animal. Θύμα, όμως, των περιστάσεων τον κατέστησαν άλλες, λιγότερο επιδεικτικές επιλογές του.
Εχοντας κερδίσει τα πάντα, τίτλους, διακρίσεις, πρωταθλήματα και κύπελλα σε παγκόσμιο επίπεδο, υπήρξε αναμενόμενα ένας από τους πιο ακριβοπληρωμένους αθλητές του πλανήτη. Απολάμβανε ηγεμονικά συμβόλαια με τις ευρωπαϊκές ομάδες στις οποίες αγωνιζόταν, ενώ ταυτόχρονα αποκόμιζε πλουσιοπάροχες αμοιβές από τις μεγάλες εταιρείες που διαφήμιζε. Στην κορύφωση της καριέρας του, πριν έρθουν εκθαμβωτικοί στο προσκήνιο ο Μέσι και ο Ρονάλντο, έκλεινε τη μία συμφωνία χορηγιών μετά την άλλη με εταιρείες-κολοσσούς, όπως η Nike, η Pepsi, η Gatorade, η EA Sports, η Danone και προσφάτως η Coca-Cola. Η τελευταία, πάντως, πριν από οκτώ χρόνια τερμάτισε τη συμφωνία μαζί του καθώς κρυφή κάμερα τον συνέλαβε να πίνει από κουτάκι αναψυκτικό της αντίπαλης Pepsi σε συνέντευξη Τύπου ο αθεόφοβος, λίγο πριν αγωνιστεί σε ένα ματς του βραζιλιάνικου πρωταθλήματος.
Δεν τον χάλασε καθόλου η διακοπή της συμφωνίας, μια και εκείνη την περίοδο η περιουσία του υπολογιζόταν ότι άγγιζε τα 120 εκατ. ευρώ. Επαιζε εξάλλου μπάλα στη χώρα του μέχρι πρόπερσι πότε με τη φανέλα της Φλαμένγκο, πότε με της Φλουμινένσε και πότε με εκείνη της Ατλέτικο Μινέιρο «τσιμπολογώντας» παχυλές βδομαδιάτικες αμοιβές, έως ότου οι ομάδες του δεν άντεχαν να τον πληρώνουν ως παρωχημένη ατραξιόν. Αλλά αυτός εκεί, πεισματικά στα γήπεδα να περιφέρει φθαρμένη την άλλοτε λαμπερή κόπια των πρώην ποδοσφαιρικών του ανδραγαθημάτων. Μέχρι και στους «Gallos Blancos» (Αγριους Κόκορες) της Κερέταρο στο Μεξικό πρόσφερε τσαλακωμένο το αξιοθρήνητο πια ποδοσφαιρικό του σαρκίο.
Τον έδιωξαν και από εκεί επειδή δεν πήγαινε στις προπονήσεις χρησιμοποιώντας παιδιάστικες δικαιολογίες. Κατέληξε στο Νέο Δελχί της Ινδίας για να αγωνιστεί με τους τοπικούς «Δράκους», ενώ παραλίγο το περασμένο Σεπτέμβριο να βγάλει από τη ναφθαλίνη τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια για να παίξει στην Ιντεπεντιέντε Σάντα Φε της Κολομβίας. Οχι πως είχε ανάγκη τα χρήματα. Αυτά έρρεαν σχεδόν ακατάπαυστα ακόμη κι όταν κρέμασε τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια.
Στον προσωπικό λογαριασμό του στο Instagram, στον οποίο έχει περισσότερους από 50 εκατομμύρια ακολούθους, μέχρι προχθές κιόλας χρέωνε κάθε διαφημιστική προβολή που αναρτούσε πάνω από 150.000 ευρώ. Μόνο την περασμένη χρονιά υπολογίστηκε ότι οι αναρτήσεις εταιρείας Duty Free και διαδικτυακού στοιχήματος του απέφεραν κέρδη περίπου 2,5 εκατ. ευρώ, γεγονός που κάνει τους καχύποπτους να υποψιάζονται ότι δεν βρίσκεται καν στα πρόθυρα χρεοκοπίας αλλά κρύβει σε λογαριασμούς τρίτων τα χρήματά του. Ενα νομικό τέχνασμα, ισχυρίζονται, για να αποφύγει τις εις βάρος του οικονομικές απαιτήσεις των πιστωτών του και του Δημοσίου.
Η φαμίλια
Στην πραγματικότητα, ωστόσο, ο Ροναλντίνιο, πολύ πριν το υποτιθέμενο ή πραγματικό οικονομικό του φαλιμέντο, δεν είχε ποτέ καλή σχέση με το χρήμα. Το ξόδευε σαν να μην υπάρχει αύριο. Παράλληλα, στα χρόνια όπου αγωνιζόταν με τις φανέλες τόσο των Μπλαουγκράνα όσο και των Ροσονέρι τάιζε ένα κάρο στόματα συγγενών, φίλων και παρατρεχάμενων. Σε ένα ντοκιμαντέρ του 2006 από το κανάλι της ομάδας της Μπαρτσελόνα αποτυπωνόταν χωρίς φιοριτούρες και οπτικά εφέ η καθημερινότητά του.
Τον συνόδευε μια στρατιά σωματοφυλάκων με θηριώδη τζιπ από την προπόνηση στην αχανή έπαυλή του στην παραλία της Μπαρτσελονέτας. Εκεί τον περίμενε ένα τσούρμο μονίμως εγκατεστημένων στη βίλα, αποτελούμενο από τη μάνα του Μιγουελίνα, την τότε σύζυγό του, τη Βραζιλιάνα χορεύτρια Τζανάινα Νατιέλε Μέντες, και τον ενός έτους γιο τους Ζοάου. Παρέα τους, τα αδέλφια του και οι σύζυγοί τους, γαμπροί, μπατζανάκηδες και κουνιάδες, όπως κι αν λέγονται, μαζί με ένα μπουλούκι ανίψια. Στην παρέα ήταν επίσης και κάποιοι φιλοξενούμενοι με άγνωστη διάρκεια παραμονής στενοί φίλοι, κουμπάροι και μπαρμπάδες από τη γειτονιά του στο Πόρτο Αλέγκρε.
Σε μια ατμόσφαιρα καθημερινής παιδικής χαράς, άπαντες απολάμβαναν ζωή και κότα, πρωτοστατούντος του «Ρόνι», που με αμάνικο μπλουζάκι και τζόκεϊ καπελάκι έψηνε στη θράκα του τεράστιου μπάρμπεκιου φίνες μπριζόλες. Ολοι έτρωγαν, έπαιζαν αυτοσχέδιες μουσικές σάμπα σε μια πρόχειρα στημένη σκηνή για συναυλίες στον τεράστιο κήπο, χόρευαν, παρακολουθούσαν ομαδικά ταινίες από το υπερεξοπλισμένο home cinema, έκαναν βουτιές στην απέραντη πισίνα, λιάζονταν στο ήλιο της Μεσογείου και κοιμόντουσαν αμέριμνοι για το τι θα ξημερώσει κάτω από αυτόν.
Ο μήνας είχε εννιά για όλους, με μάσες, ξάπλες αραλίκια, μια και ο διάσημος ποδοσφαιριστής όχι μόνο τους είχε σπιτώσει δωρεάν με όλα τα σέρβις του πολυπληθούς προσωπικού της βίλας στη διάθεσή τους, αλλά τους έδινε επίσης ένα μηνιαίο εισόδημα, συνοδευόμενο τακτικά από γαλαντόμα έξτρα δωράκια. Ηταν η χρυσή περίοδος όπου μάγευε στα γήπεδα ενώ ιδιωτικά ζούσε με έναν τρόπο που ταίριαζε περίπου σε Ανατολίτη σεΐχη. Ταυτόχρονα επένδυε τις υπέρογκες αμοιβές του σε πολυτελή αρχοντικά και παραδοσιακά σπίτια στην Ισπανία, στη Φλόριντα, στην Κουριτίμπα της Βραζιλίας και στη λίμνη Κόμο. Εκείνα τα φεγγάρια έδειχνε ότι είχε σταματήσει να χαραμίζει το ατόφιο ταλέντο του στο αλκοόλ, στα ξενύχτια και στις γυναίκες όπως το σκορπούσε απερίσκεπτα ως κάτοικος του Παρκ ντε Πρενς στο Παρίσι. Οι συνήθειες όμως, και ιδιαίτερα οι «κακές», γίνονται δεύτερη φύση σε ανθρώπους με μάλλον χαμηλή αυτοεκτίμηση.
Στην Αθήνα έφτασε για πρώτη φορά στο αποκορύφωμα της καριέρας του ως υψηλός προσκεκλημένος της κλήρωσης του ελληνικού πρωταθλήματος τη σεζόν 2005-2006. Ηταν ήδη δύο φορές βραβευμένος ως ο Καλύτερος Παίκτης του Κόσμου. Αντιπροσώπευε τον συνδυασμό ενός σπάνιου μείγματος τεχνικής και τακτικής αντίληψης του παιχνιδιού, ενώ είχε αναγάγει τα κόλπα της αλάνας στις φαβέλες σε υπέρτατη τέχνη. Λογικά ήταν αποδέκτης του παγκόσμιου σεβασμού για τις ποδοσφαιρικές του δεξιότητες παρά την αχίλλειο πτέρνα των γλεντζέδικων ατομικών του προτιμήσεων. Αλλά αυτή τη μικροαδυναμία την κάλυπτε με το παραπάνω το αχαλίνωτα ορμητικό παίξιμο που ξεδίπλωνε μαεστρικά στους αγωνιστικούς χώρους.
Οι ελληνικές κραιπάλες
Κάτι τότε φαίνεται να του... γυάλισε στη νυχτερινή ψυχαγωγία της ελληνικής πρωτεύουσας, αλλά θα έπρεπε να περάσουν τέσσερα χρόνια -αφότου ως υπέρβαρος εγκατέλειψε το «Καμπ Νόου» της Βαρκελώνης για το «Τζουζέπε Μεάτσα» του Μιλάνου- ώστε να ξανάρθει στα μέρη μας. Το καλοκαίρι του 2009 έκανε ξέγνοιαστες διακοπές στη Μύκονο, ενώ οι τουρίστες που τον αναγνώριζαν σχεδόν πανηγύριζαν όταν ο ίδιος χαλαρός και ευδιάθετος τους άφηνε να τον φωτογραφίζουν την ώρα που πολιορκημένος από τα φλας κατανάλωνε το ένα μπουκάλι σαμπάνια μετά το άλλο και ρούφαγε τα σφηνάκια Daiquiri φράουλα με τις νταμιτζάνες στις παραλίες του Πάνορμου και του Καλού Λιβαδιού. Τον χειμώνα της ίδιας χρονιάς ξεφάντωνε με τον Νίκο Βέρτη στο «Κέντρο Αθηνών» της οδού Πειραιώς σκεπασμένος σαν επιτάφιος με λουλούδια, περιτριγυρισμένος από διάφορες πλατινέ «γλάστρες».
Στον επόμενο τόνο, αρχές Απριλίου του 2010, ανήμερα του Μεγάλου Σαββάτου, προσγειώθηκε και πάλι στην Αθήνα πιστοποιώντας τα τεράστια εξωγηπεδικά του αποθέματα που έρεπαν στην εκτός Ιταλίας ντόλτσε βίτα. Το μεσημέρι της ίδιας μέρας είχε παίξει στη Σαρδηνία με τη Μίλαν εναντίον της τοπικής Κάλιαρι, το απόγευμα είχε επιστρέψει αεροπορικώς στο Μιλάνο και το βραδάκι με τη μεσολάβηση Ελληνα φίλου του εφοπλιστή που δεν είχε σχέση με το ποδόσφαιρο κατέφθασε μαζί με τη μητέρα του, την αδελφή του και τον γαμπρό του στο «Ελ. Βενιζέλος». Κατευθύνθηκαν στον «Αστέρα» Βουλιαγμένης και λίγο μετά τα μεσάνυχτα της Ανάστασης ξεσάλωνε πρώτο τραπέζι πίστα στον Γιώργο Μαζωνάκη καταπίνοντας κουβάδες τα ουίσκι, σαν τον διψασμένο οδοιπόρο που είχε διαβεί προηγουμένως την έρημο. Καπάκι πήγε στον Γιώργο Τσαλίκη, όπου και τα έδωσε όλα διασκεδάζοντας μέχρι τα χαράματα. Ο ήλιος είχε μεσουρανήσει πια όταν επέστρεψε μαλλιά κουβάρια στο ξενοδοχείο του.
ΑΘΗΝΑ Το «Athens by night» μάγεψε τόσο τον Βραζιλιάνο σούπερ σταρ που δεν έχανε ευκαιρία να παρατήσει τις ποδοσφαιρικές του υποχρεώσεις για να αλωνίσει τις πίστες καταναλώνοντας το ένα μετά το άλλο τα μπουκάλια αλκοόλ Ντίρλα στις πίστες
Εμπειρος ποδοσφαιρικός παράγοντας που συνέπεσε να βρίσκεται εκείνο το βράδυ στο ανεξάντλητο γλέντι του ποδοσφαιριστή κούναγε με νόημα το κεφάλι του ψιθυρίζοντας: «Δεν θα έχει καλό τέλος αυτό το παλικάρι». Οταν η παρέα του πρόβαλε ενστάσεις σε στυλ «μα τι λέτε; Ο Ροναλντίνιο οδηγεί τη Μίλαν στην κατάκτηση του σκουντέτο -που πράγματι έγινε- και από λεφτά έχει να φάνε και τα δισέγγονά του», ο ίδιος άνθρωπος απάντησε με στωικότητα: «Περιμένετε και θα δείτε». Δικαιώθηκε.
Οχι μόνο επειδή έκτοτε οι εγχώριες αθλητικές εφημερίδες «έφεραν» τον διάσημο ποδοσφαιριστή καμιά 40αριά φορές στην Ελλάδα ως μεταγραφή πότε στον ΠΑΟΚ, πότε στον Παναθηναϊκό ή τον Ολυμπιακό, αλλά και γιατί το τρολάρισμά του έφτασε σε ακραία επίπεδα όταν έγραφαν ότι βρίσκεται δήθεν μια ανάσα πριν υπογράψει στη Μαύρη Θύελλα της Καλαμάτας! Ωστόσο, η αναγνώριση της προφητείας του ποδοσφαιρικού παράγοντα εκείνο το βράδυ στα μπουζούκια ήρθε με την άφιξη του Βραζιλιάνου πρώην μάγου της μπάλας στην Ελλάδα στις αρχές Ιουνίου του 2017. Εμφανίστηκε τότε ένα βράδυ ντίρλα με πενταμελή γυναικεία συνοδεία στο νυχτερινό κέντρο «Φαντασία» όπου τραγουδούσαν ο Αντώνης Ρέμος και ο Χρήστος Δάντης.
Ανέβηκε τρεκλίζοντας στο πάλκο, πήρε στο τσακίρ κέφι το μικρόφωνο, ενώ έπαιξε τουμπελέκι προς τέρψιν των θαμώνων του νυχτερινού κέντρου. Αφού έκανε το παρακμιακό σόου του στην πίστα, ανέχθηκε να τον δουλεύει ψιλό γαζί επί σκηνής ο Μάρκος Σεφερλής. Ο,τι κύρος διέθετε κάποτε είχε εξανεμιστεί. Δεν ήταν απλώς μια παλιά δόξα των γηπέδων, αλλά μια περιφερόμενη τέως διασημότητα που ήθελε να... ντριμπλάρει την περιφρόνηση διασκεδάζοντας δήθεν το κοινό που κάποτε τον χειροκροτούσε και τώρα τον... γλεντούσε. Στο κάτω-κάτω, επισήμως πλέον δεν ήταν παρά μόνο ένας διασκεδαστής που χτυπούσε αδέξια τα τύμπανα σε μέτριες συναυλίες σάμπα και παρίστανε τον «πρεσβευτή» του Teqball, ενός τύπου ποδοσφαιρικού πινγκ πονγκ. Ο κανονικός Ροναλντίνιο Γκαούτσο των γηπέδων ήταν πια μια πτωχευμένη ανάμνηση.
Το χαρέμι
Οι «στραβές» για τον σταρ των γηπέδων ξεκίνησαν με την επιστροφή στην πατρίδα του. Δεν ήταν τόσο η επιμονή του να παίζει σε μεγάλες ομάδες της Βραζιλίας - μόνο στα γήπεδα άλλωστε μπορούσε να διατηρήσει κάποια από τη λάμψη του, παρότι είχε ξεπεράσει τα ποδοσφαιρικά όριά του. Δεν ήταν εξάλλου κανένας στυλάτος και καλλιεργημένος τύπος για οποιαδήποτε άλλη, έστω συναφή με το ποδόσφαιρο, καριέρα. Βαριόταν θανάσιμα να γίνει προπονητής, τεχνικός διευθυντής ή μάνατζερ όπως πολλοί από τους συνομηλίκους του από τη χρυσή φουρνιά των θρυλικών Βραζιλιάνων παικτών που έγραψαν ιστορία στα γήπεδα. Αραζε στην ιδιόκτητη βίλα του -1.000 κατοικήσιμων τετραγωνικών μέτρων, περιτριγυρισμένη από κήπους και χολιγουντιανή πισίνα- αξίας 10 εκατ. ευρώ στη γειτονιά της Σάντα Μόνικα, στην πολυτελή περιοχή Barra da Tijuca νοτίως του Ρίο, και υποδυόταν τον ποδοσφαιριστή.
Στο αρχοντικό του ζούσε... αρμονικά με δύο «αραβωνιαστικές», την Πρισίλα Κοέλιο και την Μπεατρίς Σοούζα, οι οποίες ήταν εγκατεστημένες σε δύο διαφορετικές κρεβατοκάμαρες. Το ένα βράδυ κοιμόταν με τη μία, το άλλο με τη δεύτερη. Ποτέ και με τις δύο μαζί, διότι μπορεί να μοίραζε το κορμί του, αλλά ποτέ τα συναισθήματά του: καθεμιά τους άλλωστε λάμβανε γενναιόδωρο εβδομαδιαίο επίδομα 2.000 ευρώ, χώρια τα ίδια σε εκάστη χουβαρντάδικα δώρα του.
Αμφότερες, πάντως, τον συνόδευαν στις κοινωνικές του εμφανίσεις, σε VIP πάρτυ, κλαμπ και ταξίδια. Το θερμό όμως ανάμεσά τους κλίμα άρχισε να παγώνει όταν στο ολιγάριθμο χαρέμι προστέθηκε μία ακόμη ερωμένη, η Τζουλιάνα Ντένις, με την οποία ο... πασάς «Ρόνι» διατηρούσε παλαιότερα σχέση. Ενδεχομένως ο ίδιος να ήθελε να δυναμώσει τον ανταγωνισμό και την άμιλλα, όπως στις προπονήσεις, αλλά δυστυχώς το θερμόμετρο της «ευτυχισμένης» συγκατοίκησης θρυμματίστηκε από τη ζήλια.
Προφανώς γιατί δεν υπάρχει ευτυχία που να κόβεται στα τρία. Εξοργισμένη η 37χρονη σήμερα Πρισίλα εγκατέλειψε την έπαυλη, επέστρεψε στο δικό της σπίτι στο Μπέλο Οριζόντε και για να γιατρέψει την απογοήτευσή της κατέθεσε αγωγή εναντίον του διεκδικώντας σημαντικό μερίδιο από τη μεγάλη περιουσία του ποδοσφαιριστή. Δεν το πήρε όμως κατάκαρδα, όπως όλα τα ενοχλητικά που εκάστοτε του συνέβαιναν, ο αλλοτινός θρύλος των γηπέδων. Κλείστηκε στην υπερεξοπλισμενη αίθουσα γιόγκα του αρχοντικού του, διαλογίστηκε λίγα λεπτά και αποφάσισε ότι κάθε εμπόδιο για καλό. Θα γλίτωνε τη διγαμία -που ως παράνομη στη χώρα του επιφέρει φυλάκιση έως έξι έτη- την οποία είχε υποσχεθεί ονειροπολώντας στις «αρραβωνιαστικές» του, με δημόσια μάλιστα τελετή.
Καρφίτσωσε κατόπιν στο πρόσωπό του το πασίγνωστο χαμόγελό του, έβαλε θεόρατα γυαλιά ηλίου, φόρεσε ανάποδα έναν μπερέ στο κεφάλι, χρυσές καδένες στον λαιμό και διαμαντένιο ρολόι στον καρπό, καβάλησε τη σπορ BMW του και ξεχύθηκε νωχελικά με αμφίεση ράπερ του γκέτο στην παραλία της Ιπανέμα, που απέχει μόλις 10 λεπτά από την πολυτελή κατοικία του. Οπως πάντα σε κάθε αναποδιά, αμέριμνος, ξέγνοιαστος, ανέμελος. Αυτό που του πίστωναν κάποτε ως ψυχραιμία είχε μετατραπεί σε παχυδερμική διαχείριση της άλλοτε επιτυχημένης δημόσιας εικόνας του.
Τα νταραβέρια του αδελφού του
Η αλήθεια είναι ότι αυτό το χαρούμενο παιδί από το το Λιμάνι της Χαράς, το Πόρτο Αλέγκρε, υπήρξε όμηρος της βιομηχανίας προβολής, ένα κανονικό νομισματοκοπείο, που είχε στήσει γύρω του ο αδελφός του Ρομπέρτο. Ο τελευταίος άλλωστε το μακρινό 2002 είχε καταδικαστεί με 5,5 χρόνια κάθειρξη για ξέπλυμα μαύρου χρήματος και φοροδιαφυγή. Ποτέ, όμως, δεν ενόχλησαν τον Ροναλντίνιο τα νταραβέρια του αδελφού του. Του είχε απόλυτη εμπιστοσύνη σε όλες τις επιλογές που αφορούσαν τη διαχείριση του δικού του ίματζ, γεγονός που οδήγησε τον βετεράνο ποδοσφαιριστή σε πολλαπλές επιπολαιότητες και αστοχίες, με πιο πρόσφατη την ανοιχτή υποστήριξή του στον ακροδεξιό λαϊκιστή πρόεδρο της Βραζιλίας Ζαΐρ Μπολσονάρο.
Η φωτογραφία του στο πλευρό ενός πολιτικού που μιλούσε απαξιωτικά για Ασιάτες, Αφρικανούς, αυτόχθονες και φτωχούς της φαβέλας δημιούργησε αρνητικές εντυπώσεις στους οπαδούς του Ροναλντίνιο, οι οποίοι στο πρόσωπό του δεν έβλεπαν μόνο έναν νεόπλουτο, αλλά έναν δικό τους άνθρωπο που άρπαξε την ευκαιρία να ξεφύγει από τη φτώχεια χάρη στο τεράστιο ταλέντο του. Ετσι κι αλλιώς, ο «Ρόνι» δεν ήταν κάποιο προνομιούχο μέλος των εύπορων ελίτ της χώρας.
Ηταν άλλος ένας καταφρονεμένος Αφρο-Βραζιλιανος, παιδί της εργατικής τάξης, που μεγάλωσε ορφανός από οκτώ χρονών από πατέρα, εργάτη στα ναυπηγεία, με τη βοήθεια της νοσοκόμας μάνας του στη φαβέλα Βίλα Νόβα. Ασφαλώς με τις στρατοσφαιρικές αμοιβές του άλλαξε οικονομική πίστα και υιοθέτησε ένα μποέμ στυλ. Το κακό στην περίπτωσή του ήταν πως όσο συνέρρεαν τα χρήματα βολευόταν σε μια ομίχλη ευημερίας, χωρίς κατ’ ανάγκη να είναι άπληστος, αλλά και δίχως πότε να αμφιβάλλει ότι αυτή η προσοδοφόρα φάμπρικα εκμετάλλευσης της φήμης του κάποτε θα κατέρρεε επεισοδιακά. Στην πραγματικότητα οι πρώτες ρωγμές στις βεβαιότητές του είχαν εμφανιστεί εδώ και χρόνια, αλλά για τον ίδιο, ως συνήθως, τρία πουλάκια κάθονταν.
Τα αυθαίρετα
Ανθρωπος χωρίς ευρύτερο κοινωνικό κύκλο πέραν των γηπέδων και σταθερά προσκολλημένος στην οικογένειά του, επαφιόταν σταθερά στις σκηνοθετικές συμβουλες του αδελφού του. Οταν το 2013 σε σχέδια του Ρομπέρτο ανέλαβε να χρηματοδοτήσει την ανέγερση ενός κτιρίου στη ιδιαίτερη πατρίδα τους, το Ρίο Γκράντε ντο Σουλ, ξέσπασε μια μακρά νομική μάχη με την τοπική κυβέρνηση. Αιτία, οι κατά συρροήν ατασθαλίες των επενδυτών. Αφού έκαψαν με «τσαμπουκά» το μισό από ένα προστατευόμενο δάσος, προέβησαν σε αθρόες αποστραγγίσεις και έφτιαξαν μια προβλήτα στη λίμνη Γκουαΐμπα, όλα αυθαίρετα, δίχως άδειες, προκαλώντας τεράστια περιβαλλοντική ζημιά. Αναπόδραστα κατέφθασαν τα διοικητικά πρόστιμα και οι δικαστικές διαταγές κατεδάφισης των παράνομων κτισμάτων. Η αδιαφορία και η πασπαλισμένη με νωθρότητα αναβλητικότητά τους έφερε τα χειρότερα. Το πρόστιμο των 187.000 ευρώ για περιβαλλοντικές ζημίες αυξήθηκε με τα χρόνια σε περίπου 2 εκατ. ευρώ.
Αντιπροσώπευε τον συνδυασμό ενός σπάνιου μείγματος τεχνικής και τακτικής αντίληψης του παιχνιδιού, ενώ είχε αναγάγει τα κόλπα της αλάνας στις φαβέλες σε υπέρτατη τέχνη Δεν το πλήρωσαν και πάλι. Αναπόφευκτα ήρθαν οι κατασχέσεις αυτοκινήτων από το γκαράζ της βίλας, η Εφορία του απαγόρευσε τη ρευστοποίηση 57 διαμερισμάτων ιδιοκτησίας του σε όλη τη Βραζιλία, ενώ το περασμένο Ιούλιο ακολούθησε η δέσμευση των διαβατηρίων του και η απαγόρευση εξόδου του από τη χώρα. Από κοντά έσπευσαν και διάφοροι πιστωτές του να απαιτήσουν άλλα 2 εκατ. ευρώ για χρέη του εδώ και εκεί. Ο πρώην ποδοσφαιριστής δήλωσε αδυναμία αποπληρωμής και ανικανότητα εξεύρεσης δανειακών κεφαλαίων για την εξυπηρέτηση των χρεών του, και αυτό ενόσω συνεχίζεται η χορηγικήσυμφωνία του με τη Nike και οι προσοδοφόρες αναρτήσεις του στο Instagram.
Το αν τώρα είναι πράγματι ή προσχηματικά άφραγκος μόνο ο ίδιος και οι δικηγόροι του το γνωρίζουν. Το σίγουρο είναι ότι η δημόσια εικόνα του μουντζουρώθηκε, για να καταλήξει εντελώς πίσσα αμαυρωμένη με το παραποιημένο παραγουανικό διαβατήριο με το οποίο απέδρασε από τον «εγκλωβισμό» του στο Ρίο. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία, η οποία τον... αντικρίζει πλέον στην ασφυκτική κλεισούρα του κελιού του ηττημένο, χωρίς ηρωικό άλλοθι, χωρίς χειροκρότημα, χωρίς κολακείες με απατηλά παραμύθια.
Το μόνο αισιόδοξο σ’ αυτή τη φάση του ξεπεσμού του είναι ότι ήδη ο Αργεντινός, παλιός συμπαίκτης του στην Μπαρτσελόνα, Λιονέλ Μέσι, φέρεται αποφασισμένος να προσλάβει δικηγόρους για την υπεράσπισή του, να ξεπληρώσει τα χρέη του τόσο στη Βραζιλία όσο και στην Παραγουάη και να καταβάλει 4 εκατ. για την αποφυλάκισή του. Είναι ίσως το πιο συντριπτικό χτύπημα στη μεγάλη και γεμάτη αίγλη διαδρομή του Ροναλντίνιο το να υποκύψει στη μοίρα του αδύνατου και να συμβιβαστεί με την ανάγκη να στηριχθεί στην ελεημοσύνη των άλλων. Στην «καλοσύνη των ξένων», όπως έλεγε και η Μπλανς Ντιμπουά στο «Λεωφορείο ο Πόθος». Αλλά για έναν τύπο που συνήθισε στην ξέφρενη ζωή, στην ανεύθυνη συμπεριφορά και την αλόγιστη σπατάλη τέτοιες φράσεις είναι μάλλον ακατανόητα ψιλά γράμματα.
anatakti
συμβόλαια που δεν έπαψαν να τρέχουν τόσο ιλιγγιωδώς όσο και τα έξοδα, αλλά και οι ψίθυροι που θέλουν τον μονίμως χαμογελαστό «Ρόνι» απλώς να προσποιείται τον μπατίρη
Πώς μπορεί ένας 40άρης πλούσιος και διάσημος να σαλτάρει στο κενό από το ρετιρέ ενός ουρανοξύστη-θησαυροφυλάκιο αξίας 120 εκατ. ευρώ που θεμελιώθηκε πάνω στην παγκοσμίως υπερ-επιτυχημένη καριέρα του; Την απάντηση μπορεί να δώσει άνετα ο πρώην Βραζιλιάνος σούπερ σταρ Ροναλντίνιο που κρατείται ως σκιά του άλλοτε αστραφτερού εαυτού του πίσω από τα σκουριασμένα κάγκελα μιας φυλακής στα περίχωρα της Ασουνσιόν στην Παραγουάη. Η λατινική φράση «sic transit gloria mundi», που σημαίνει «έτσι παρέρχεται η δόξα του κόσμου», ταιριάζει γάντι στον άλλοτε ζογκλερικό μεγα-στάρ των γηπέδων και φανταχτερό εραστή της χλιδάτης ζωής.
Μπατίρης πια, με μόλις 5 ευρώ στον τραπεζικό του λογαριασμό, με απαγόρευση εξόδου από τη χώρα του και κατασχεμένο τόσο το βραζιλιάνικο όσο και το ισπανικό του διαβατήριο, είχε πάρει από καιρό την κάτω βόλτα. Ακόμη, με βουνά από χρέη, πολλαπλές κατασχέσεις, δικαστικά εντάλματα, και κυρίως κηλιδωμένο το θρυλικό όνομά του, ο βιρτουόζος ποδοσφαιριστής -που χάρισε στις μέρες της διεθνούς δημοφιλίας του υπόσταση στον όρο «Jogo Bonito»- σφράγιζε πλέον με τις γραφικές δημόσιες εμφανίσεις την έννοια του ξοφλημένου.
Ο τελευταίος διασυρμός του συνέβη το πρωί της προπερασμένης Παρασκευή όταν συνελήφθη μαζί με τον αδελφό του Ρομπέρτο να κυκλοφορεί στην Παραγουάη με πλαστό διαβατήριο. Αντιμετωπίζει πια ποινή φυλάκισης έξι μηνών, ενώ για την ώρα, και μέχρι να οριστεί δικάσιμος, συνωστίζεται προφυλακισμένος σε έναν χώρο στον οποίο η θερμοκρασία ξεπερνάει τους 35 βαθμούς Κελσίου μαζί με μαζί με 192 άλλους κρατούμενους κακοποιούς μιας χώρας που έχει ήδη κλείσει προληπτικά τα σχολεία εξαιτίας του κορωνοϊού. Κανονικά ο πρώην άσος των Παρί Σεν Ζερμέν, Μπαρτσελόνα και Μίλαν, με ξεθωριασμένο τον μύθο του θα έπρεπε από την απελπισία να χτυπάει το κεφάλι του με τα κατσαρά κοτσιδάκια στα ντουβάρια του κελιού του.
Τα χρυσά συμβόλαια
Αντίθετα, ο Ρονάλντο ντε Ασίς Μορέιρα, όπως είναι το πλήρες όνομά του, δεν φαίνεται να χαμπαριάζει από ταπεινώσεις. Ποζάρει για τα social media κατά τον προαυλισμό του με ένα αμάνικο μοβ μακό, γκρι βερμούδα και μαλακές παντοφλο-σαγιονάρες, χαμογελώντας ατάραχα με τους χαρακτηριστικούς πεταχτούς κοπτήρες του. Αλλά έτσι ήταν πάντα ο «Ρόνι». Κανείς στα 20 χρόνια της καριέρας του δεν μπορεί να τον θυμηθεί έστω και για μια στιγμή λυπημένο.
Ανέκαθεν γκάζωνε στη λωρίδα ταχείας κυκλοφορίας αδιαφορώντας αν και πότε θα στουκάρει στον σκληρότερο τοίχο. Πόσο μάλλον όταν δαπανούσε εκατομμύρια σε αγορές υπερ-αυτοκινήτων. Στη συλλογή του περιλαμβάνονταν μια κίτρινη Porsche Carerra S, μια μαύρη και μια κίτρινη Lamborghini Aventador, μια ασημένια Mercedes-Benz SLR McLaren, μια κόκκινη και μια κίτρινη Ferrari 48s, μια Bugatti Veyron και ένα Hummer H2. Πολυμορφία, πολυτέλεια και πολυχρωμία ήταν τα βασικά συστατικά της ζωής ενός ποδοσφαιριστή που ζούσε από πολύ νέος σαν μεγιστάνας και ως έξαλλο party animal. Θύμα, όμως, των περιστάσεων τον κατέστησαν άλλες, λιγότερο επιδεικτικές επιλογές του.
Εχοντας κερδίσει τα πάντα, τίτλους, διακρίσεις, πρωταθλήματα και κύπελλα σε παγκόσμιο επίπεδο, υπήρξε αναμενόμενα ένας από τους πιο ακριβοπληρωμένους αθλητές του πλανήτη. Απολάμβανε ηγεμονικά συμβόλαια με τις ευρωπαϊκές ομάδες στις οποίες αγωνιζόταν, ενώ ταυτόχρονα αποκόμιζε πλουσιοπάροχες αμοιβές από τις μεγάλες εταιρείες που διαφήμιζε. Στην κορύφωση της καριέρας του, πριν έρθουν εκθαμβωτικοί στο προσκήνιο ο Μέσι και ο Ρονάλντο, έκλεινε τη μία συμφωνία χορηγιών μετά την άλλη με εταιρείες-κολοσσούς, όπως η Nike, η Pepsi, η Gatorade, η EA Sports, η Danone και προσφάτως η Coca-Cola. Η τελευταία, πάντως, πριν από οκτώ χρόνια τερμάτισε τη συμφωνία μαζί του καθώς κρυφή κάμερα τον συνέλαβε να πίνει από κουτάκι αναψυκτικό της αντίπαλης Pepsi σε συνέντευξη Τύπου ο αθεόφοβος, λίγο πριν αγωνιστεί σε ένα ματς του βραζιλιάνικου πρωταθλήματος.
Δεν τον χάλασε καθόλου η διακοπή της συμφωνίας, μια και εκείνη την περίοδο η περιουσία του υπολογιζόταν ότι άγγιζε τα 120 εκατ. ευρώ. Επαιζε εξάλλου μπάλα στη χώρα του μέχρι πρόπερσι πότε με τη φανέλα της Φλαμένγκο, πότε με της Φλουμινένσε και πότε με εκείνη της Ατλέτικο Μινέιρο «τσιμπολογώντας» παχυλές βδομαδιάτικες αμοιβές, έως ότου οι ομάδες του δεν άντεχαν να τον πληρώνουν ως παρωχημένη ατραξιόν. Αλλά αυτός εκεί, πεισματικά στα γήπεδα να περιφέρει φθαρμένη την άλλοτε λαμπερή κόπια των πρώην ποδοσφαιρικών του ανδραγαθημάτων. Μέχρι και στους «Gallos Blancos» (Αγριους Κόκορες) της Κερέταρο στο Μεξικό πρόσφερε τσαλακωμένο το αξιοθρήνητο πια ποδοσφαιρικό του σαρκίο.
Τον έδιωξαν και από εκεί επειδή δεν πήγαινε στις προπονήσεις χρησιμοποιώντας παιδιάστικες δικαιολογίες. Κατέληξε στο Νέο Δελχί της Ινδίας για να αγωνιστεί με τους τοπικούς «Δράκους», ενώ παραλίγο το περασμένο Σεπτέμβριο να βγάλει από τη ναφθαλίνη τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια για να παίξει στην Ιντεπεντιέντε Σάντα Φε της Κολομβίας. Οχι πως είχε ανάγκη τα χρήματα. Αυτά έρρεαν σχεδόν ακατάπαυστα ακόμη κι όταν κρέμασε τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια.
Στον προσωπικό λογαριασμό του στο Instagram, στον οποίο έχει περισσότερους από 50 εκατομμύρια ακολούθους, μέχρι προχθές κιόλας χρέωνε κάθε διαφημιστική προβολή που αναρτούσε πάνω από 150.000 ευρώ. Μόνο την περασμένη χρονιά υπολογίστηκε ότι οι αναρτήσεις εταιρείας Duty Free και διαδικτυακού στοιχήματος του απέφεραν κέρδη περίπου 2,5 εκατ. ευρώ, γεγονός που κάνει τους καχύποπτους να υποψιάζονται ότι δεν βρίσκεται καν στα πρόθυρα χρεοκοπίας αλλά κρύβει σε λογαριασμούς τρίτων τα χρήματά του. Ενα νομικό τέχνασμα, ισχυρίζονται, για να αποφύγει τις εις βάρος του οικονομικές απαιτήσεις των πιστωτών του και του Δημοσίου.
Η φαμίλια
Στην πραγματικότητα, ωστόσο, ο Ροναλντίνιο, πολύ πριν το υποτιθέμενο ή πραγματικό οικονομικό του φαλιμέντο, δεν είχε ποτέ καλή σχέση με το χρήμα. Το ξόδευε σαν να μην υπάρχει αύριο. Παράλληλα, στα χρόνια όπου αγωνιζόταν με τις φανέλες τόσο των Μπλαουγκράνα όσο και των Ροσονέρι τάιζε ένα κάρο στόματα συγγενών, φίλων και παρατρεχάμενων. Σε ένα ντοκιμαντέρ του 2006 από το κανάλι της ομάδας της Μπαρτσελόνα αποτυπωνόταν χωρίς φιοριτούρες και οπτικά εφέ η καθημερινότητά του.
Τον συνόδευε μια στρατιά σωματοφυλάκων με θηριώδη τζιπ από την προπόνηση στην αχανή έπαυλή του στην παραλία της Μπαρτσελονέτας. Εκεί τον περίμενε ένα τσούρμο μονίμως εγκατεστημένων στη βίλα, αποτελούμενο από τη μάνα του Μιγουελίνα, την τότε σύζυγό του, τη Βραζιλιάνα χορεύτρια Τζανάινα Νατιέλε Μέντες, και τον ενός έτους γιο τους Ζοάου. Παρέα τους, τα αδέλφια του και οι σύζυγοί τους, γαμπροί, μπατζανάκηδες και κουνιάδες, όπως κι αν λέγονται, μαζί με ένα μπουλούκι ανίψια. Στην παρέα ήταν επίσης και κάποιοι φιλοξενούμενοι με άγνωστη διάρκεια παραμονής στενοί φίλοι, κουμπάροι και μπαρμπάδες από τη γειτονιά του στο Πόρτο Αλέγκρε.
Σε μια ατμόσφαιρα καθημερινής παιδικής χαράς, άπαντες απολάμβαναν ζωή και κότα, πρωτοστατούντος του «Ρόνι», που με αμάνικο μπλουζάκι και τζόκεϊ καπελάκι έψηνε στη θράκα του τεράστιου μπάρμπεκιου φίνες μπριζόλες. Ολοι έτρωγαν, έπαιζαν αυτοσχέδιες μουσικές σάμπα σε μια πρόχειρα στημένη σκηνή για συναυλίες στον τεράστιο κήπο, χόρευαν, παρακολουθούσαν ομαδικά ταινίες από το υπερεξοπλισμένο home cinema, έκαναν βουτιές στην απέραντη πισίνα, λιάζονταν στο ήλιο της Μεσογείου και κοιμόντουσαν αμέριμνοι για το τι θα ξημερώσει κάτω από αυτόν.
Ο μήνας είχε εννιά για όλους, με μάσες, ξάπλες αραλίκια, μια και ο διάσημος ποδοσφαιριστής όχι μόνο τους είχε σπιτώσει δωρεάν με όλα τα σέρβις του πολυπληθούς προσωπικού της βίλας στη διάθεσή τους, αλλά τους έδινε επίσης ένα μηνιαίο εισόδημα, συνοδευόμενο τακτικά από γαλαντόμα έξτρα δωράκια. Ηταν η χρυσή περίοδος όπου μάγευε στα γήπεδα ενώ ιδιωτικά ζούσε με έναν τρόπο που ταίριαζε περίπου σε Ανατολίτη σεΐχη. Ταυτόχρονα επένδυε τις υπέρογκες αμοιβές του σε πολυτελή αρχοντικά και παραδοσιακά σπίτια στην Ισπανία, στη Φλόριντα, στην Κουριτίμπα της Βραζιλίας και στη λίμνη Κόμο. Εκείνα τα φεγγάρια έδειχνε ότι είχε σταματήσει να χαραμίζει το ατόφιο ταλέντο του στο αλκοόλ, στα ξενύχτια και στις γυναίκες όπως το σκορπούσε απερίσκεπτα ως κάτοικος του Παρκ ντε Πρενς στο Παρίσι. Οι συνήθειες όμως, και ιδιαίτερα οι «κακές», γίνονται δεύτερη φύση σε ανθρώπους με μάλλον χαμηλή αυτοεκτίμηση.
Στην Αθήνα έφτασε για πρώτη φορά στο αποκορύφωμα της καριέρας του ως υψηλός προσκεκλημένος της κλήρωσης του ελληνικού πρωταθλήματος τη σεζόν 2005-2006. Ηταν ήδη δύο φορές βραβευμένος ως ο Καλύτερος Παίκτης του Κόσμου. Αντιπροσώπευε τον συνδυασμό ενός σπάνιου μείγματος τεχνικής και τακτικής αντίληψης του παιχνιδιού, ενώ είχε αναγάγει τα κόλπα της αλάνας στις φαβέλες σε υπέρτατη τέχνη. Λογικά ήταν αποδέκτης του παγκόσμιου σεβασμού για τις ποδοσφαιρικές του δεξιότητες παρά την αχίλλειο πτέρνα των γλεντζέδικων ατομικών του προτιμήσεων. Αλλά αυτή τη μικροαδυναμία την κάλυπτε με το παραπάνω το αχαλίνωτα ορμητικό παίξιμο που ξεδίπλωνε μαεστρικά στους αγωνιστικούς χώρους.
Οι ελληνικές κραιπάλες
Κάτι τότε φαίνεται να του... γυάλισε στη νυχτερινή ψυχαγωγία της ελληνικής πρωτεύουσας, αλλά θα έπρεπε να περάσουν τέσσερα χρόνια -αφότου ως υπέρβαρος εγκατέλειψε το «Καμπ Νόου» της Βαρκελώνης για το «Τζουζέπε Μεάτσα» του Μιλάνου- ώστε να ξανάρθει στα μέρη μας. Το καλοκαίρι του 2009 έκανε ξέγνοιαστες διακοπές στη Μύκονο, ενώ οι τουρίστες που τον αναγνώριζαν σχεδόν πανηγύριζαν όταν ο ίδιος χαλαρός και ευδιάθετος τους άφηνε να τον φωτογραφίζουν την ώρα που πολιορκημένος από τα φλας κατανάλωνε το ένα μπουκάλι σαμπάνια μετά το άλλο και ρούφαγε τα σφηνάκια Daiquiri φράουλα με τις νταμιτζάνες στις παραλίες του Πάνορμου και του Καλού Λιβαδιού. Τον χειμώνα της ίδιας χρονιάς ξεφάντωνε με τον Νίκο Βέρτη στο «Κέντρο Αθηνών» της οδού Πειραιώς σκεπασμένος σαν επιτάφιος με λουλούδια, περιτριγυρισμένος από διάφορες πλατινέ «γλάστρες».
Στον επόμενο τόνο, αρχές Απριλίου του 2010, ανήμερα του Μεγάλου Σαββάτου, προσγειώθηκε και πάλι στην Αθήνα πιστοποιώντας τα τεράστια εξωγηπεδικά του αποθέματα που έρεπαν στην εκτός Ιταλίας ντόλτσε βίτα. Το μεσημέρι της ίδιας μέρας είχε παίξει στη Σαρδηνία με τη Μίλαν εναντίον της τοπικής Κάλιαρι, το απόγευμα είχε επιστρέψει αεροπορικώς στο Μιλάνο και το βραδάκι με τη μεσολάβηση Ελληνα φίλου του εφοπλιστή που δεν είχε σχέση με το ποδόσφαιρο κατέφθασε μαζί με τη μητέρα του, την αδελφή του και τον γαμπρό του στο «Ελ. Βενιζέλος». Κατευθύνθηκαν στον «Αστέρα» Βουλιαγμένης και λίγο μετά τα μεσάνυχτα της Ανάστασης ξεσάλωνε πρώτο τραπέζι πίστα στον Γιώργο Μαζωνάκη καταπίνοντας κουβάδες τα ουίσκι, σαν τον διψασμένο οδοιπόρο που είχε διαβεί προηγουμένως την έρημο. Καπάκι πήγε στον Γιώργο Τσαλίκη, όπου και τα έδωσε όλα διασκεδάζοντας μέχρι τα χαράματα. Ο ήλιος είχε μεσουρανήσει πια όταν επέστρεψε μαλλιά κουβάρια στο ξενοδοχείο του.
ΑΘΗΝΑ Το «Athens by night» μάγεψε τόσο τον Βραζιλιάνο σούπερ σταρ που δεν έχανε ευκαιρία να παρατήσει τις ποδοσφαιρικές του υποχρεώσεις για να αλωνίσει τις πίστες καταναλώνοντας το ένα μετά το άλλο τα μπουκάλια αλκοόλ Ντίρλα στις πίστες
Εμπειρος ποδοσφαιρικός παράγοντας που συνέπεσε να βρίσκεται εκείνο το βράδυ στο ανεξάντλητο γλέντι του ποδοσφαιριστή κούναγε με νόημα το κεφάλι του ψιθυρίζοντας: «Δεν θα έχει καλό τέλος αυτό το παλικάρι». Οταν η παρέα του πρόβαλε ενστάσεις σε στυλ «μα τι λέτε; Ο Ροναλντίνιο οδηγεί τη Μίλαν στην κατάκτηση του σκουντέτο -που πράγματι έγινε- και από λεφτά έχει να φάνε και τα δισέγγονά του», ο ίδιος άνθρωπος απάντησε με στωικότητα: «Περιμένετε και θα δείτε». Δικαιώθηκε.
Οχι μόνο επειδή έκτοτε οι εγχώριες αθλητικές εφημερίδες «έφεραν» τον διάσημο ποδοσφαιριστή καμιά 40αριά φορές στην Ελλάδα ως μεταγραφή πότε στον ΠΑΟΚ, πότε στον Παναθηναϊκό ή τον Ολυμπιακό, αλλά και γιατί το τρολάρισμά του έφτασε σε ακραία επίπεδα όταν έγραφαν ότι βρίσκεται δήθεν μια ανάσα πριν υπογράψει στη Μαύρη Θύελλα της Καλαμάτας! Ωστόσο, η αναγνώριση της προφητείας του ποδοσφαιρικού παράγοντα εκείνο το βράδυ στα μπουζούκια ήρθε με την άφιξη του Βραζιλιάνου πρώην μάγου της μπάλας στην Ελλάδα στις αρχές Ιουνίου του 2017. Εμφανίστηκε τότε ένα βράδυ ντίρλα με πενταμελή γυναικεία συνοδεία στο νυχτερινό κέντρο «Φαντασία» όπου τραγουδούσαν ο Αντώνης Ρέμος και ο Χρήστος Δάντης.
Ανέβηκε τρεκλίζοντας στο πάλκο, πήρε στο τσακίρ κέφι το μικρόφωνο, ενώ έπαιξε τουμπελέκι προς τέρψιν των θαμώνων του νυχτερινού κέντρου. Αφού έκανε το παρακμιακό σόου του στην πίστα, ανέχθηκε να τον δουλεύει ψιλό γαζί επί σκηνής ο Μάρκος Σεφερλής. Ο,τι κύρος διέθετε κάποτε είχε εξανεμιστεί. Δεν ήταν απλώς μια παλιά δόξα των γηπέδων, αλλά μια περιφερόμενη τέως διασημότητα που ήθελε να... ντριμπλάρει την περιφρόνηση διασκεδάζοντας δήθεν το κοινό που κάποτε τον χειροκροτούσε και τώρα τον... γλεντούσε. Στο κάτω-κάτω, επισήμως πλέον δεν ήταν παρά μόνο ένας διασκεδαστής που χτυπούσε αδέξια τα τύμπανα σε μέτριες συναυλίες σάμπα και παρίστανε τον «πρεσβευτή» του Teqball, ενός τύπου ποδοσφαιρικού πινγκ πονγκ. Ο κανονικός Ροναλντίνιο Γκαούτσο των γηπέδων ήταν πια μια πτωχευμένη ανάμνηση.
Το χαρέμι
Οι «στραβές» για τον σταρ των γηπέδων ξεκίνησαν με την επιστροφή στην πατρίδα του. Δεν ήταν τόσο η επιμονή του να παίζει σε μεγάλες ομάδες της Βραζιλίας - μόνο στα γήπεδα άλλωστε μπορούσε να διατηρήσει κάποια από τη λάμψη του, παρότι είχε ξεπεράσει τα ποδοσφαιρικά όριά του. Δεν ήταν εξάλλου κανένας στυλάτος και καλλιεργημένος τύπος για οποιαδήποτε άλλη, έστω συναφή με το ποδόσφαιρο, καριέρα. Βαριόταν θανάσιμα να γίνει προπονητής, τεχνικός διευθυντής ή μάνατζερ όπως πολλοί από τους συνομηλίκους του από τη χρυσή φουρνιά των θρυλικών Βραζιλιάνων παικτών που έγραψαν ιστορία στα γήπεδα. Αραζε στην ιδιόκτητη βίλα του -1.000 κατοικήσιμων τετραγωνικών μέτρων, περιτριγυρισμένη από κήπους και χολιγουντιανή πισίνα- αξίας 10 εκατ. ευρώ στη γειτονιά της Σάντα Μόνικα, στην πολυτελή περιοχή Barra da Tijuca νοτίως του Ρίο, και υποδυόταν τον ποδοσφαιριστή.
Στο αρχοντικό του ζούσε... αρμονικά με δύο «αραβωνιαστικές», την Πρισίλα Κοέλιο και την Μπεατρίς Σοούζα, οι οποίες ήταν εγκατεστημένες σε δύο διαφορετικές κρεβατοκάμαρες. Το ένα βράδυ κοιμόταν με τη μία, το άλλο με τη δεύτερη. Ποτέ και με τις δύο μαζί, διότι μπορεί να μοίραζε το κορμί του, αλλά ποτέ τα συναισθήματά του: καθεμιά τους άλλωστε λάμβανε γενναιόδωρο εβδομαδιαίο επίδομα 2.000 ευρώ, χώρια τα ίδια σε εκάστη χουβαρντάδικα δώρα του.
Αμφότερες, πάντως, τον συνόδευαν στις κοινωνικές του εμφανίσεις, σε VIP πάρτυ, κλαμπ και ταξίδια. Το θερμό όμως ανάμεσά τους κλίμα άρχισε να παγώνει όταν στο ολιγάριθμο χαρέμι προστέθηκε μία ακόμη ερωμένη, η Τζουλιάνα Ντένις, με την οποία ο... πασάς «Ρόνι» διατηρούσε παλαιότερα σχέση. Ενδεχομένως ο ίδιος να ήθελε να δυναμώσει τον ανταγωνισμό και την άμιλλα, όπως στις προπονήσεις, αλλά δυστυχώς το θερμόμετρο της «ευτυχισμένης» συγκατοίκησης θρυμματίστηκε από τη ζήλια.
Προφανώς γιατί δεν υπάρχει ευτυχία που να κόβεται στα τρία. Εξοργισμένη η 37χρονη σήμερα Πρισίλα εγκατέλειψε την έπαυλη, επέστρεψε στο δικό της σπίτι στο Μπέλο Οριζόντε και για να γιατρέψει την απογοήτευσή της κατέθεσε αγωγή εναντίον του διεκδικώντας σημαντικό μερίδιο από τη μεγάλη περιουσία του ποδοσφαιριστή. Δεν το πήρε όμως κατάκαρδα, όπως όλα τα ενοχλητικά που εκάστοτε του συνέβαιναν, ο αλλοτινός θρύλος των γηπέδων. Κλείστηκε στην υπερεξοπλισμενη αίθουσα γιόγκα του αρχοντικού του, διαλογίστηκε λίγα λεπτά και αποφάσισε ότι κάθε εμπόδιο για καλό. Θα γλίτωνε τη διγαμία -που ως παράνομη στη χώρα του επιφέρει φυλάκιση έως έξι έτη- την οποία είχε υποσχεθεί ονειροπολώντας στις «αρραβωνιαστικές» του, με δημόσια μάλιστα τελετή.
Καρφίτσωσε κατόπιν στο πρόσωπό του το πασίγνωστο χαμόγελό του, έβαλε θεόρατα γυαλιά ηλίου, φόρεσε ανάποδα έναν μπερέ στο κεφάλι, χρυσές καδένες στον λαιμό και διαμαντένιο ρολόι στον καρπό, καβάλησε τη σπορ BMW του και ξεχύθηκε νωχελικά με αμφίεση ράπερ του γκέτο στην παραλία της Ιπανέμα, που απέχει μόλις 10 λεπτά από την πολυτελή κατοικία του. Οπως πάντα σε κάθε αναποδιά, αμέριμνος, ξέγνοιαστος, ανέμελος. Αυτό που του πίστωναν κάποτε ως ψυχραιμία είχε μετατραπεί σε παχυδερμική διαχείριση της άλλοτε επιτυχημένης δημόσιας εικόνας του.
Τα νταραβέρια του αδελφού του
Η αλήθεια είναι ότι αυτό το χαρούμενο παιδί από το το Λιμάνι της Χαράς, το Πόρτο Αλέγκρε, υπήρξε όμηρος της βιομηχανίας προβολής, ένα κανονικό νομισματοκοπείο, που είχε στήσει γύρω του ο αδελφός του Ρομπέρτο. Ο τελευταίος άλλωστε το μακρινό 2002 είχε καταδικαστεί με 5,5 χρόνια κάθειρξη για ξέπλυμα μαύρου χρήματος και φοροδιαφυγή. Ποτέ, όμως, δεν ενόχλησαν τον Ροναλντίνιο τα νταραβέρια του αδελφού του. Του είχε απόλυτη εμπιστοσύνη σε όλες τις επιλογές που αφορούσαν τη διαχείριση του δικού του ίματζ, γεγονός που οδήγησε τον βετεράνο ποδοσφαιριστή σε πολλαπλές επιπολαιότητες και αστοχίες, με πιο πρόσφατη την ανοιχτή υποστήριξή του στον ακροδεξιό λαϊκιστή πρόεδρο της Βραζιλίας Ζαΐρ Μπολσονάρο.
Η φωτογραφία του στο πλευρό ενός πολιτικού που μιλούσε απαξιωτικά για Ασιάτες, Αφρικανούς, αυτόχθονες και φτωχούς της φαβέλας δημιούργησε αρνητικές εντυπώσεις στους οπαδούς του Ροναλντίνιο, οι οποίοι στο πρόσωπό του δεν έβλεπαν μόνο έναν νεόπλουτο, αλλά έναν δικό τους άνθρωπο που άρπαξε την ευκαιρία να ξεφύγει από τη φτώχεια χάρη στο τεράστιο ταλέντο του. Ετσι κι αλλιώς, ο «Ρόνι» δεν ήταν κάποιο προνομιούχο μέλος των εύπορων ελίτ της χώρας.
Ηταν άλλος ένας καταφρονεμένος Αφρο-Βραζιλιανος, παιδί της εργατικής τάξης, που μεγάλωσε ορφανός από οκτώ χρονών από πατέρα, εργάτη στα ναυπηγεία, με τη βοήθεια της νοσοκόμας μάνας του στη φαβέλα Βίλα Νόβα. Ασφαλώς με τις στρατοσφαιρικές αμοιβές του άλλαξε οικονομική πίστα και υιοθέτησε ένα μποέμ στυλ. Το κακό στην περίπτωσή του ήταν πως όσο συνέρρεαν τα χρήματα βολευόταν σε μια ομίχλη ευημερίας, χωρίς κατ’ ανάγκη να είναι άπληστος, αλλά και δίχως πότε να αμφιβάλλει ότι αυτή η προσοδοφόρα φάμπρικα εκμετάλλευσης της φήμης του κάποτε θα κατέρρεε επεισοδιακά. Στην πραγματικότητα οι πρώτες ρωγμές στις βεβαιότητές του είχαν εμφανιστεί εδώ και χρόνια, αλλά για τον ίδιο, ως συνήθως, τρία πουλάκια κάθονταν.
Τα αυθαίρετα
Ανθρωπος χωρίς ευρύτερο κοινωνικό κύκλο πέραν των γηπέδων και σταθερά προσκολλημένος στην οικογένειά του, επαφιόταν σταθερά στις σκηνοθετικές συμβουλες του αδελφού του. Οταν το 2013 σε σχέδια του Ρομπέρτο ανέλαβε να χρηματοδοτήσει την ανέγερση ενός κτιρίου στη ιδιαίτερη πατρίδα τους, το Ρίο Γκράντε ντο Σουλ, ξέσπασε μια μακρά νομική μάχη με την τοπική κυβέρνηση. Αιτία, οι κατά συρροήν ατασθαλίες των επενδυτών. Αφού έκαψαν με «τσαμπουκά» το μισό από ένα προστατευόμενο δάσος, προέβησαν σε αθρόες αποστραγγίσεις και έφτιαξαν μια προβλήτα στη λίμνη Γκουαΐμπα, όλα αυθαίρετα, δίχως άδειες, προκαλώντας τεράστια περιβαλλοντική ζημιά. Αναπόδραστα κατέφθασαν τα διοικητικά πρόστιμα και οι δικαστικές διαταγές κατεδάφισης των παράνομων κτισμάτων. Η αδιαφορία και η πασπαλισμένη με νωθρότητα αναβλητικότητά τους έφερε τα χειρότερα. Το πρόστιμο των 187.000 ευρώ για περιβαλλοντικές ζημίες αυξήθηκε με τα χρόνια σε περίπου 2 εκατ. ευρώ.
Αντιπροσώπευε τον συνδυασμό ενός σπάνιου μείγματος τεχνικής και τακτικής αντίληψης του παιχνιδιού, ενώ είχε αναγάγει τα κόλπα της αλάνας στις φαβέλες σε υπέρτατη τέχνη Δεν το πλήρωσαν και πάλι. Αναπόφευκτα ήρθαν οι κατασχέσεις αυτοκινήτων από το γκαράζ της βίλας, η Εφορία του απαγόρευσε τη ρευστοποίηση 57 διαμερισμάτων ιδιοκτησίας του σε όλη τη Βραζιλία, ενώ το περασμένο Ιούλιο ακολούθησε η δέσμευση των διαβατηρίων του και η απαγόρευση εξόδου του από τη χώρα. Από κοντά έσπευσαν και διάφοροι πιστωτές του να απαιτήσουν άλλα 2 εκατ. ευρώ για χρέη του εδώ και εκεί. Ο πρώην ποδοσφαιριστής δήλωσε αδυναμία αποπληρωμής και ανικανότητα εξεύρεσης δανειακών κεφαλαίων για την εξυπηρέτηση των χρεών του, και αυτό ενόσω συνεχίζεται η χορηγικήσυμφωνία του με τη Nike και οι προσοδοφόρες αναρτήσεις του στο Instagram.
Το αν τώρα είναι πράγματι ή προσχηματικά άφραγκος μόνο ο ίδιος και οι δικηγόροι του το γνωρίζουν. Το σίγουρο είναι ότι η δημόσια εικόνα του μουντζουρώθηκε, για να καταλήξει εντελώς πίσσα αμαυρωμένη με το παραποιημένο παραγουανικό διαβατήριο με το οποίο απέδρασε από τον «εγκλωβισμό» του στο Ρίο. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία, η οποία τον... αντικρίζει πλέον στην ασφυκτική κλεισούρα του κελιού του ηττημένο, χωρίς ηρωικό άλλοθι, χωρίς χειροκρότημα, χωρίς κολακείες με απατηλά παραμύθια.
Το μόνο αισιόδοξο σ’ αυτή τη φάση του ξεπεσμού του είναι ότι ήδη ο Αργεντινός, παλιός συμπαίκτης του στην Μπαρτσελόνα, Λιονέλ Μέσι, φέρεται αποφασισμένος να προσλάβει δικηγόρους για την υπεράσπισή του, να ξεπληρώσει τα χρέη του τόσο στη Βραζιλία όσο και στην Παραγουάη και να καταβάλει 4 εκατ. για την αποφυλάκισή του. Είναι ίσως το πιο συντριπτικό χτύπημα στη μεγάλη και γεμάτη αίγλη διαδρομή του Ροναλντίνιο το να υποκύψει στη μοίρα του αδύνατου και να συμβιβαστεί με την ανάγκη να στηριχθεί στην ελεημοσύνη των άλλων. Στην «καλοσύνη των ξένων», όπως έλεγε και η Μπλανς Ντιμπουά στο «Λεωφορείο ο Πόθος». Αλλά για έναν τύπο που συνήθισε στην ξέφρενη ζωή, στην ανεύθυνη συμπεριφορά και την αλόγιστη σπατάλη τέτοιες φράσεις είναι μάλλον ακατανόητα ψιλά γράμματα.
anatakti
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Αναστέλλονται οι εξετάσεις οδήγησης σε όλες τις Περιφέρειες
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ