2020-12-17 22:25:59
Μία ακόμη καταδίκη της μεταναστευτικής πολικής του πρωθυπουργού Βίκτορ Ορμπάν
Σύμφωνα με το ανώτατο δικαιοδοτικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ουγγαρία παρέβη τις υποχρεώσεις τις οποίες υπέχει από το δίκαιο της Ένωσης που αφορά τις διαδικασίες παροχής διεθνούς προστασίας και επιστροφής των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών. Ειδικότερα, ο περιορισμός της πρόσβασης στη διαδικασία διεθνούς προστασίας, η παράνομη κράτηση των αιτούντων την προστασία αυτή σε ζώνες διέλευσης καθώς και η μεταφορά των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών σε παραμεθόρια ζώνη, χωρίς να τηρούνται οι εγγυήσεις που διέπουν τη διαδικασία επιστροφής, συνιστούν παραβίαση του δικαίου της Ένωσης.
Ειδικότερα, ο περιορισμός της πρόσβασης στη διαδικασία διεθνούς προστασίας, η παράνομη κράτηση των αιτούντων την προστασία αυτή σε ζώνες διέλευσης καθώς και η μεταφορά των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών σε παραμεθόρια ζώνη, χωρίς να τηρούνται οι εγγυήσεις που διέπουν τη διαδικασία επιστροφής, συνιστούν παραβίαση του δικαίου της Ένωσης
Αντιδρώντας στη μεταναστευτική κρίση και στη συνακόλουθη άφιξη πολλών αιτούντων διεθνή προστασία, η Ουγγαρία προσάρμοσε τη νομοθεσία της σχετικά με το δικαίωμα ασύλου και την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών. Συγκεκριμένα, με νόμο του 2015 προβλέφθηκε, μεταξύ άλλων, η δημιουργία ζωνών διέλευσης στα σερβοουγγρικά σύνορα , στις οποίες διεξάγονται οι διαδικασίες ασύλου. Ο νόμος αυτός καθιέρωσε επίσης την έννοια της «κατάστασης κρίσης λόγω μαζικής μετανάστευσης» η οποία συνεπάγεται, σε περίπτωση κήρυξης τέτοιας κατάστασης από την κυβέρνηση, την εφαρμογή κανόνων που εισάγουν παρεκκλίσεις ως εάν επρόκειτο περί κανόνων γενικής εφαρμογής. Το 2017, ένας νέος νόμος επέκτεινε τις περιπτώσεις στις οποίες μπορούσε να κηρυχθεί μια τέτοια κατάσταση κρίσης και τροποποίησε τις διατάξεις που επέτρεπαν παρέκκλιση από τις γενικές διατάξεις.
Το 2015, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε ήδη γνωστοποιήσει στην Ουγγαρία τις αμφιβολίες της ως προς τη συμβατότητα της νομοθεσίας της στον τομέα του ασύλου προς το δίκαιο της Ένωσης. Ο νόμος του 2017 δημιούργησε πρόσθετες ανησυχίες. Η Επιτροπή προσάπτει, μεταξύ άλλων, στην Ουγγαρία ότι, κατά παράβαση των ουσιαστικών και διαδικαστικών εγγυήσεων που προβλέπονται στην οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου», στην οδηγία για την υποδοχή και στην οδηγία για την επιστροφή, περιόρισε την πρόσβαση στη διαδικασία διεθνούς προστασίας, θέσπισε γενικευμένο καθεστώς κράτησης των αιτούντων την προστασία αυτή και προέβη σε αναγκαστική μεταφορά, σε μια παραμεθόρια λωρίδα γης, των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, χωρίς να τηρήσει τις εγγυήσεις που προβλέπει η οδηγία για την επιστροφή. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή άσκησε προσφυγή λόγω παραβάσεως κράτους μέλους ενώπιον του Δικαστηρίου, ζητώντας να διαπιστωθεί ότι ουσιώδες μέρος της σχετικής ουγγρικής νομοθεσίας αντιβαίνει σε ορισμένες διατάξεις των οδηγιών αυτών.
Το Δικαστήριο της ΕΕ στο Λουξεμβούργο έκρινε ότι η Ουγγαρία παρέβη την υποχρέωσή της να διασφαλίσει πραγματική πρόσβαση στη διαδικασία χορήγησης διεθνούς προστασίας, καθόσον για τους υπηκόους τρίτων χωρών που επιθυμούσαν να έχουν πρόσβαση από τα σερβοουγγρικά σύνορα στη διαδικασία αυτή καθίστατο σχεδόν αδύνατον, στην πράξη, να υποβάλουν την αίτησή τους. Η παράβαση αυτή οφείλεται σε συνδυασμό της εθνικής ρύθμισης, κατά την οποία οι αιτήσεις διεθνούς προστασίας μπορούν, κατά γενικό κανόνα, να υποβάλλονται μόνο στη μια από τις δύο ζώνες διέλευσης, και μιας πάγιας και γενικευμένης διοικητικής πρακτικής των ουγγρικών αρχών, συνιστάμενης στον δραστικό περιορισμό του αριθμού των αιτούντων στους οποίους επιτρέπεται να εισέλθουν ημερησίως στις ζώνες αυτές. Κατά το Δικαστήριο, η ύπαρξη της πρακτικής αυτής αποδείχθηκε επαρκώς από την Επιτροπή, η οποία στηρίχθηκε σε πλείονες εκθέσεις διεθνών οργανισμών. Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι η υποβολή αίτησης διεθνούς προστασίας, πριν από την καταχώριση, την κατάθεση και την εξέτασή της, αποτελεί ουσιώδες στάδιο της διαδικασίας χορήγησης της προστασίας αυτής και ότι τα κράτη μέλη δεν μπορούν να την καθυστερούν αδικαιολόγητα. Αντιθέτως, τα κράτη μέλη οφείλουν να διασφαλίζουν ότι οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να υποβάλουν αίτηση, ακόμη και στα σύνορα, από τη στιγμή που θα εκδηλώσουν τη βούλησή τους συναφώς.
Δεύτερον, το Δικαστήριο επιβεβαιώνει ότι η υποχρέωση των αιτούντων διεθνή προστασία να διαμένουν σε μία από τις ζώνες διέλευσης καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας εξέτασης της αίτησής τους αποτελεί κράτηση, κατά την έννοια της οδηγίας για την υποδοχή. Κατόπιν της διευκρίνισης αυτής, το Δικαστήριο κρίνει ότι το καθεστώς αυτό κράτησης θεσπίστηκε εκτός του πλαισίου των περιπτώσεων που προβλέπονται από το δίκαιο της Ένωσης και χωρίς να τηρούνται οι εγγυήσεις που πρέπει να διέπουν το καθεστώς αυτό υπό κανονικές συνθήκες.
Τρίτον, το Δικαστήριο κρίνει ότι η Ουγγαρία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία για την επιστροφή, καθόσον η ουγγρική νομοθεσία επιτρέπει την απομάκρυνση των παρανόμως διαμενόντων στο έδαφός της υπηκόων τρίτων χωρών, χωρίς να τηρούνται, προηγουμένως, οι διαδικασίες και εγγυήσεις που προβλέπονται στην οδηγία αυτή. Επ’ αυτού, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι οι εν λόγω υπήκοοι μεταφέρονται αναγκαστικά, από τις αστυνομικές αρχές, προς την άλλη πλευρά της περίφραξης που έχει αναγερθεί σε απόσταση λίγων μέτρων από τα σύνορα με τη Σερβία, σε μια στενή λωρίδα γης χωρίς καμία υποδομή. Κατά το Δικαστήριο, η αναγκαστική αυτή μεταφορά ισοδυναμεί με απομάκρυνση, κατά την έννοια της οδηγίας για την επιστροφή, δεδομένου ότι οι ενδιαφερόμενοι δεν έχουν, στην πράξη, άλλη επιλογή από το να εγκαταλείψουν στη συνέχεια το ουγγρικό έδαφος για να μεταβούν στη Σερβία. Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι ο παρανόμως διαμένων υπήκοος τρίτης χώρας που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας για την επιστροφή πρέπει να υπόκειται σε διαδικασία επιστροφής, τηρουμένων των ουσιαστικών και διαδικαστικών εγγυήσεων που προβλέπει η οδηγία αυτή, πριν από την ενδεχόμενη απομάκρυνσή του, εξυπακουομένου ότι η αναγκαστική απομάκρυνση λαμβάνει χώρα μόνον ως έσχατη λύση.
Τέταρτον, το Δικαστήριο κρίνει ότι η Ουγγαρία δεν σεβάστηκε το δικαίωμα που παρέχεται, κατ’ αρχήν, από την οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου σε κάθε αιτούντα διεθνή προστασία να παραμείνει στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους μετά την απόρριψη της αίτησής του, μέχρι να λήξει η προθεσμία που προβλέπεται για την άσκηση προσφυγής κατά της απόρριψης αυτής, ή, σε περίπτωση που έχει ήδη ασκηθεί προσφυγή, μέχρι να εκδοθεί απόφαση επ’ αυτής. anatakti
Σύμφωνα με το ανώτατο δικαιοδοτικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ουγγαρία παρέβη τις υποχρεώσεις τις οποίες υπέχει από το δίκαιο της Ένωσης που αφορά τις διαδικασίες παροχής διεθνούς προστασίας και επιστροφής των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών. Ειδικότερα, ο περιορισμός της πρόσβασης στη διαδικασία διεθνούς προστασίας, η παράνομη κράτηση των αιτούντων την προστασία αυτή σε ζώνες διέλευσης καθώς και η μεταφορά των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών σε παραμεθόρια ζώνη, χωρίς να τηρούνται οι εγγυήσεις που διέπουν τη διαδικασία επιστροφής, συνιστούν παραβίαση του δικαίου της Ένωσης.
Ειδικότερα, ο περιορισμός της πρόσβασης στη διαδικασία διεθνούς προστασίας, η παράνομη κράτηση των αιτούντων την προστασία αυτή σε ζώνες διέλευσης καθώς και η μεταφορά των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών σε παραμεθόρια ζώνη, χωρίς να τηρούνται οι εγγυήσεις που διέπουν τη διαδικασία επιστροφής, συνιστούν παραβίαση του δικαίου της Ένωσης
Αντιδρώντας στη μεταναστευτική κρίση και στη συνακόλουθη άφιξη πολλών αιτούντων διεθνή προστασία, η Ουγγαρία προσάρμοσε τη νομοθεσία της σχετικά με το δικαίωμα ασύλου και την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών. Συγκεκριμένα, με νόμο του 2015 προβλέφθηκε, μεταξύ άλλων, η δημιουργία ζωνών διέλευσης στα σερβοουγγρικά σύνορα , στις οποίες διεξάγονται οι διαδικασίες ασύλου. Ο νόμος αυτός καθιέρωσε επίσης την έννοια της «κατάστασης κρίσης λόγω μαζικής μετανάστευσης» η οποία συνεπάγεται, σε περίπτωση κήρυξης τέτοιας κατάστασης από την κυβέρνηση, την εφαρμογή κανόνων που εισάγουν παρεκκλίσεις ως εάν επρόκειτο περί κανόνων γενικής εφαρμογής. Το 2017, ένας νέος νόμος επέκτεινε τις περιπτώσεις στις οποίες μπορούσε να κηρυχθεί μια τέτοια κατάσταση κρίσης και τροποποίησε τις διατάξεις που επέτρεπαν παρέκκλιση από τις γενικές διατάξεις.
Το 2015, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε ήδη γνωστοποιήσει στην Ουγγαρία τις αμφιβολίες της ως προς τη συμβατότητα της νομοθεσίας της στον τομέα του ασύλου προς το δίκαιο της Ένωσης. Ο νόμος του 2017 δημιούργησε πρόσθετες ανησυχίες. Η Επιτροπή προσάπτει, μεταξύ άλλων, στην Ουγγαρία ότι, κατά παράβαση των ουσιαστικών και διαδικαστικών εγγυήσεων που προβλέπονται στην οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου», στην οδηγία για την υποδοχή και στην οδηγία για την επιστροφή, περιόρισε την πρόσβαση στη διαδικασία διεθνούς προστασίας, θέσπισε γενικευμένο καθεστώς κράτησης των αιτούντων την προστασία αυτή και προέβη σε αναγκαστική μεταφορά, σε μια παραμεθόρια λωρίδα γης, των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, χωρίς να τηρήσει τις εγγυήσεις που προβλέπει η οδηγία για την επιστροφή. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή άσκησε προσφυγή λόγω παραβάσεως κράτους μέλους ενώπιον του Δικαστηρίου, ζητώντας να διαπιστωθεί ότι ουσιώδες μέρος της σχετικής ουγγρικής νομοθεσίας αντιβαίνει σε ορισμένες διατάξεις των οδηγιών αυτών.
Το Δικαστήριο της ΕΕ στο Λουξεμβούργο έκρινε ότι η Ουγγαρία παρέβη την υποχρέωσή της να διασφαλίσει πραγματική πρόσβαση στη διαδικασία χορήγησης διεθνούς προστασίας, καθόσον για τους υπηκόους τρίτων χωρών που επιθυμούσαν να έχουν πρόσβαση από τα σερβοουγγρικά σύνορα στη διαδικασία αυτή καθίστατο σχεδόν αδύνατον, στην πράξη, να υποβάλουν την αίτησή τους. Η παράβαση αυτή οφείλεται σε συνδυασμό της εθνικής ρύθμισης, κατά την οποία οι αιτήσεις διεθνούς προστασίας μπορούν, κατά γενικό κανόνα, να υποβάλλονται μόνο στη μια από τις δύο ζώνες διέλευσης, και μιας πάγιας και γενικευμένης διοικητικής πρακτικής των ουγγρικών αρχών, συνιστάμενης στον δραστικό περιορισμό του αριθμού των αιτούντων στους οποίους επιτρέπεται να εισέλθουν ημερησίως στις ζώνες αυτές. Κατά το Δικαστήριο, η ύπαρξη της πρακτικής αυτής αποδείχθηκε επαρκώς από την Επιτροπή, η οποία στηρίχθηκε σε πλείονες εκθέσεις διεθνών οργανισμών. Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι η υποβολή αίτησης διεθνούς προστασίας, πριν από την καταχώριση, την κατάθεση και την εξέτασή της, αποτελεί ουσιώδες στάδιο της διαδικασίας χορήγησης της προστασίας αυτής και ότι τα κράτη μέλη δεν μπορούν να την καθυστερούν αδικαιολόγητα. Αντιθέτως, τα κράτη μέλη οφείλουν να διασφαλίζουν ότι οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να υποβάλουν αίτηση, ακόμη και στα σύνορα, από τη στιγμή που θα εκδηλώσουν τη βούλησή τους συναφώς.
Δεύτερον, το Δικαστήριο επιβεβαιώνει ότι η υποχρέωση των αιτούντων διεθνή προστασία να διαμένουν σε μία από τις ζώνες διέλευσης καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας εξέτασης της αίτησής τους αποτελεί κράτηση, κατά την έννοια της οδηγίας για την υποδοχή. Κατόπιν της διευκρίνισης αυτής, το Δικαστήριο κρίνει ότι το καθεστώς αυτό κράτησης θεσπίστηκε εκτός του πλαισίου των περιπτώσεων που προβλέπονται από το δίκαιο της Ένωσης και χωρίς να τηρούνται οι εγγυήσεις που πρέπει να διέπουν το καθεστώς αυτό υπό κανονικές συνθήκες.
Τρίτον, το Δικαστήριο κρίνει ότι η Ουγγαρία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία για την επιστροφή, καθόσον η ουγγρική νομοθεσία επιτρέπει την απομάκρυνση των παρανόμως διαμενόντων στο έδαφός της υπηκόων τρίτων χωρών, χωρίς να τηρούνται, προηγουμένως, οι διαδικασίες και εγγυήσεις που προβλέπονται στην οδηγία αυτή. Επ’ αυτού, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι οι εν λόγω υπήκοοι μεταφέρονται αναγκαστικά, από τις αστυνομικές αρχές, προς την άλλη πλευρά της περίφραξης που έχει αναγερθεί σε απόσταση λίγων μέτρων από τα σύνορα με τη Σερβία, σε μια στενή λωρίδα γης χωρίς καμία υποδομή. Κατά το Δικαστήριο, η αναγκαστική αυτή μεταφορά ισοδυναμεί με απομάκρυνση, κατά την έννοια της οδηγίας για την επιστροφή, δεδομένου ότι οι ενδιαφερόμενοι δεν έχουν, στην πράξη, άλλη επιλογή από το να εγκαταλείψουν στη συνέχεια το ουγγρικό έδαφος για να μεταβούν στη Σερβία. Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι ο παρανόμως διαμένων υπήκοος τρίτης χώρας που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας για την επιστροφή πρέπει να υπόκειται σε διαδικασία επιστροφής, τηρουμένων των ουσιαστικών και διαδικαστικών εγγυήσεων που προβλέπει η οδηγία αυτή, πριν από την ενδεχόμενη απομάκρυνσή του, εξυπακουομένου ότι η αναγκαστική απομάκρυνση λαμβάνει χώρα μόνον ως έσχατη λύση.
Τέταρτον, το Δικαστήριο κρίνει ότι η Ουγγαρία δεν σεβάστηκε το δικαίωμα που παρέχεται, κατ’ αρχήν, από την οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου σε κάθε αιτούντα διεθνή προστασία να παραμείνει στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους μετά την απόρριψη της αίτησής του, μέχρι να λήξει η προθεσμία που προβλέπεται για την άσκηση προσφυγής κατά της απόρριψης αυτής, ή, σε περίπτωση που έχει ήδη ασκηθεί προσφυγή, μέχρι να εκδοθεί απόφαση επ’ αυτής. anatakti
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ