2012-11-22 07:47:21
Φωτογραφία για Ρωσία και ΕΕ: Η Αναπόφευκτη Επαναπροσέγγιση, του Βασίλειου Μαρκεζίνη
Αλλαγή και Αντίδραση[1]

Αλλαγές στη φύση, την υγεία, το πολιτικό περιβάλλον, απαιτούν όλες προσαρμογές. Αυτές μπορούν να πάρουν τη μορφή βιολογικών μεταβολών, εναλλαγής στον τρόπο ζωής, ή αναθεωρήσεων παραδοσιακών πολιτικών. Όλες αυτές οι αντιδράσεις έχουν ένα σκοπό: την επιβίωση. Ο Herbert Spencer πρώτος διατύπωσε την ιδέα ότι η επιβίωση του πιο ισχυρού σημαίνει την επιβίωση του πιο ευπροσάρμοστου αν και οι πλείστοι αποδίδουν αυτή την ιδέα στον Δαρβίνο ο οποίος, πράγματι, αργότερα την υιοθέτησε. Αδυναμία ή βραδύτητα προσαρμογής  είναι η συνήθης ανταπόκριση του συντηρητικού. Εάν αυτό δεν οδηγεί σε ακαριαίο θάνατο, – στην κυριολεξία ή μεταφορικά – τότε καταλήγει στην ‘αδυναμία’.  Αυτή η διαλεκτική εξέλιξη επηρεάζει όλες τις πτυχές της ζωής και είναι αναπόφευκτη.

Το Φαινόμενο στη Γεωπολιτική

Σε ό,τι αφορά τη γεωπολιτική πραγματικότητα, η σεισμική αλλαγή που μας αφορά σήμερα, ταυτίσθηκε με το τέλος του “Ψυχρού Πολέμου”
. Οι αντιδράσεις προς αυτή ακολούθησαν το πρότυπο που ανέφερα πιο πάνω. Βιολογικά ή, σε αυτή την περίπτωση, γεωπολιτικά, διαδραματίστηκε η καθορισμένη εξελικτική πορεία. Η μονοδιάστατη – αντίδραση – αποκρύβει στην πραγματικότητα μια ποικιλία ανταποκρίσεων. Η ποικιλότητα είναι κανόνας της φύσης. Δεν είναι όμως όλες οι προσαρμογές το ίδιο πετυχημένες.  Μερικά κράτη αντιλήφθηκαν αμέσως  πως θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν το νέο περιβάλλον προς όφελός τους. Η Τουρκία είναι ένα πρωταρχικό υπόδειγμα αυτής της τάσης. Πράγματι, ο διορατικός τέως Πρόεδρος της χώρας Οζάλ διαισθάνθηκε την αλλαγή που ερχόταν προτού μάλιστα αυτή λάβει χώρα και εργάσθηκε για την επανατοποθέτηση της χώρας του ανάλογα. Βασικά, διέβλεψε ένα νέο αναδυόμενο κόσμο στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, καθώς και στον Αραβικό χώρο. Συμπέρανε ότι η χώρα του θα έπρεπε να αλλάξει ρόλο και από αμυντικό ανάχωμα των ΗΠΑ που ήταν, να γίνει κάτι καινούργιο: λιγότερο αφοσιωμένη στο Κεμαλικό πρόσχημα ότι ήταν Ευρωπαϊκή χώρα, λιγότερο άκαμπτα συνδεδεμένη προς τη κατεύθυνση της εθνικής καθαρότητας εντός των συνόρων της (και έτσι πιο ανοικτή προς τους Κούρδους) και λιγότερο περιφρονητική προς τον Αραβικό κόσμο με τον οποίο μοιράζεται μια παλιά θρησκεία. Η πολιτική μεταστροφή αντανακλάται σε μια μεταστροφή βαρύτητας από την Κωνσταντινούπολη προς στην Κεντρική και Ανατολική Τουρκία από όπου ο Πρόεδρος έλκε την καταγωγή του.

Ένας λαμπρός στοχαστής, ο νύν Υπουργός Εξωτερικών αυτής της χώρας (ο Αχμέτ Νταβούτογλου), οικοδομώντας πάνω στη δουλειά προηγούμενων διανοούμενων, συνέτεινε στη διαμόρφωση του επόμενου βήματος. Από εδώ και μπρός οι ρόλος της Τουρκίας δεν θα είναι πια αμυντικός (προς όφελος άλλων), αλλά επεκτατικός, επιδιώκοντας το δικό της όφελος. Είπα ‘επεκτατικός’ όχι ‘επιθετικός’ καθότι η νέα πολιτική θα επιχειρεί να προβάλλει την ισχύ της μέσω ‘μαλακής δύναμης’ και θα αποκομίζει τον διανοητικό της δυναμισμό από το ίδιο το παρελθόν της χώρας. Μαλακή δύναμη ωστόσο, ουδέποτε σήμαινε ότι η πραγματική δύναμη δεν θα είναι επίσης παρούσα, για να φανεί αν ποτέ χρειασθεί.

Το Αζερμπαϊτζάν είναι άλλη μια χώρα η οποία έμαθε να παίζει το παιχνίδι της ‘φιλίας με όλους’, ή καλύτερα, να παίζει όλους εναντίον όλων. Σήμερα για το Αζερμπαϊτζάν η πολιτική αυτή αποτελεί κάτι περισσότερο από πολιτική επιβίωσης  μια και θα  ήταν αδύνατο να επέλεγε να εργασθεί αποκλειστικά με τους Αμερικανούς, τους Ρώσους ή τους Τούρκους. Ίσως το νέο καθεστώς στη Γεωργία να κινηθεί προς μια παρόμοια κατεύθυνση, αν και η Γεωργία δεν τόσο πλούσια όσο το Αζερμπαϊτζάν και έτσι οι επιλογές της ενδεχομένως θα είναι λιγότερο εκτεταμένες.

Ο τρόπος με τον οποίο ζωντανά όντα και κρατικές οντότητες αντιδρούν στην αλλαγή του πολιτικού περιβάλλοντος καθορίζει αν θα επιβιώσουν ή θα πεθάνουν. Στη μάχη για επιβίωση η φύση πάντα έχει χαμένους και κερδισμένους. Η Ελλάδα προσφέρει το καλύτερο παράδειγμα αποσύνθεσης, ελπίζω όχι μη αναστρέψιμη. Οι απόγονοι του Οδυσσέα δεν έχουν πια ούτε την επινοητικότητα, ούτε την προσαρμοστικότητα του. Διεφθαρμένοι – κυριολεκτικά και μεταφορικά – από το καταναλωτικό πνεύμα της δεκαετίας του 1990, το οποίο, οι κοντόφθαλμοι πολιτικοί τους ηγέτες προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν προς όφελος τους, ξεκίνησαν  την πτωτική πορεία της χώρας  την οποία ούτε ο ‘μεταρρυθμιστής’ Πρωθυπουργός Σημίτης στις αρχές της δεκαετίας του 2000 ούτε ο ‘αδρανής’ Κος. Καραμανλής είχαν τα κότσια να αντιμετωπίσουν στην διάρκεια των αντίστοιχων πρωθυπουργικών τους θητειών (1996-2004, 2004-2009).  Η ‘δόξα’ όμως να  ‘αποτελειώσουν την Ελλάδα’ έπεσε στους διαδόχους τους – τον Κο. Παπανδρέου και Κο. Παπαδήμο. Η κρίση για την επίδοση του νύν Πρωθυπουργού μπορεί να αναμένει αν και τα σημάδια των καιρών δεν είναι ευοίωνα για την χώρα.  Η δική μου ενστικτώδης αίσθηση είναι ότι η ιστορία θα κρίνει – δικαίως – όλους τους σύγχρονους πολιτκούς μας αυστηρά. Γιατί, σε αντίθεση με την ηθική η οποία εφευρίσκει λόγους για άφεση αμαρτιών, και την δικαιοσύνη η οποία βασίζεται σε νομικές δικαιολογίες για να αμβλύνει την αυστηρότητα της, η ιστορία κρίνει μόνο στη βάση αποτελεσμάτων. Η ιστορία κρίνει χωρίς οίκτο.

Οι Σεισμοί έρχονται με Προειδοποιήσεις

Περιέγραψα το τέλος του Ψυχρού Πολέμου ως μια σεισμική αλλαγή γιατί αυτό ακριβώς συνέβη. Και όμως πριν συμβεί, εξέπεμψε τα δικά της προειδοποιητικά σήματα όπως συμβαίνει στις περιπτώσεις όλων των σεισμών. Το Σεισμολογικό Ινστιτούτο της Άγκυρας, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, αντιλήφθηκε την έλευση του. Για εκείνο στο Λάνγκλι (Langley) της Βιργινίας των ΗΠΑ, δεν μπορεί να λεχθεί το ίδιο. Παράξενο μπορεί να πείτε, δεδομένου ότι το δεύτερο είναι τεχνικά ένα από τα πιο καλά εξοπλισμένα στον κόσμο. Όμως, προτιμούσε να εξάγει τις πληροφορίες του από τεχνικές συσκευές και δορυφόρους, και όχι από την ανθρώπινη παρουσία επί του εδάφους. Έτσι στερείτο της ανθρώπινης ευαισθησίας να αντιληφθεί ‘ξένες’ κοινωνικές ανησυχίες και να εντοπίσει την έλευση σημαντικών πολιτικών δονήσεων. Απέτυχε έτσι να καταλάβει τα σήματα που προέρχονταν από το Κουβέιτ το 1991 αναφορικά με την επικείμενη εισβολή από το Ιράκ. Ένα χρόνο νωρίτερα και πάλι απέτυχε να αντιληφθεί ότι η τεράστια σεισμική δόνηση στην Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη επρόκειτο να οδηγήσει στη πτώση ενός μείζονος ‘διαιρετικού τοίχους’. Και όμως οι προειδοποιήσεις ήταν εκεί. Και έρχονται και άλλες αναφορικά με το μέλλον τους και το δικό μας. Οι Νεόπλουτοι μπορούν να αποκτούν ακριβά ‘παιχνίδια’, αλλά συχνά τους λείπει η εμπειρία η οποία συνοδεύεται από μια μακρά ιστορία, και η οποία βοηθά στην κατανόηση των ανθρώπων και των λαών.

Οι Μετακινούμενες Τεκτονικές Πλάκες

Τα σημεία της σχέσης μεταξύ της παρακμάζουσας Ευρώπης και της μεταπολεμικής Αμερικής ήταν ολοφάνερα από τότε που η δεύτερη ως μοντέρνα Αφροδίτη αναδύθηκε από τους αφρούς ενός αποσυντιθέμενου αποικιοκρατισμού. Συγκέντρωσα ένα δείγμα από τέτοιες ενδείξεις στο βιβλίο μου Μια Νέα Εξωτερική Πολιτική για την Ελλάδα με πολλές παραπομπές σε Αμερικάνικα και Αγγλικά συγγράμματα. Και πολλά άλλα τέτοια σημεία υπάρχουν ακόμα για αυτούς που ενδιαφέρονται να δουν οι ίδιοι γιατί οι σεισμικές ενδείξεις είναι, για ακόμα μια φορά, αρκούντως ξεκάθαρες σε όποιον είναι διατεθειμένος να τις δει. Έγραψα το διατεθειμένος με πλάγια γράμματα αντί να χρησιμοποιήσω τη λέξη μπορεί. Στη γεωπολιτική, αυτοί οι οποίοι κλείνουν τα μάτια στις επερχόμενες αλλαγές είναι πολιτικοί εγκληματίες. Αυτοί, από την άλλη μεριά, που δεν τις βλέπουν επειδή στερούνται ευαίσθητη όραση και ευαίσθητες αντένες είναι απλώς αφελείς και τους αξίζει αποβολή από τον πολιτικό χώρο. Αυτά τα σημεία δείχνουν σε μία κατεύθυνση: Για δεκαετίες η Ευρώπη και η Αμερική, πολιτικώς, αποχωριζόντουσαν η μία από την άλλη, όπως έκαναν και οι ήπειροί τους γεωλογικώς, σε προϊστορικές εποχές.

Αυτές οι γεωλογικές μετατοπίσεις μετατράπηκαν σε ορατές ρωγμές μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου οι οποίες εκδηλώθηκαν σε τρεις σημαντικές περιοχές. Αυτό σημαίνει ότι όλο και λιγότεροι πολιτικοί δικαιολογούνται να τις αγνοούν πια σήμερα. Αυτές οι ρωγμές έθεσαν και θέτουν τις ακόλουθες ερωτήσεις.

(i)               Θα απεφάσιζε η Δύση να εκμεταλλευτεί την αποσυντιθέμενη Ρωσία του Κου. Γέλτσιν και με την δογματική στήριξη των νέο-συντηριτικών στοχαστών της να προσπαθήσει να καταστρέψει την Σοβιετική αυτοκρατορία, καθόσον θα οικοδομούσε τον δικό της επιχειρηματογενή νέο-αποικισμό; Η, αντιθέτως  θα βοηθούσε στην εξεύρεση ενός τρόπου συνύπαρξης με τον παλιό της αντίπαλο; Θετική απάντηση στην πρώτη επιλογή ήταν τόσο δελεαστική ώστε φυσιολογικά απέκλεισε τη δεύτερη. Αλλά στη ζωή δεν τρως πάντα τα ομορφότερα μανιτάρια!

(ii)            Αυτή η απόφαση ακολουθήθηκε από την επίσημη εγκατάλειψη του δόγματος το οποίο κυριάρχησε από τη Συνθήκη της Βεστφαλίας: το απαράβατο της κρατικής κυριαρχίας. Αυτό, επίσης, εμφανίστηκε με τη γέννηση και ανάπτυξη του δόγματος του προληπτικού πολέμου. Η Ιστορία – φευ – υποστηρίζει την ιδέα ότι η ισχύς υπερισχύει της δικαιοσύνης και της ηθικής.  Μας διδάσκει όμως επίσης ότι υπάρχουν στιγμές που μια μερική νίκη είναι περισσότερο ελκυστική και βιώσιμη από τους κινδύνους που συνοδεύουν την ανθρώπινη επιθυμία να  βγαινει πάντα κερδισμένη 100% μόνο μια πλευρά;

(iii)          Η σημασία αυτής της εκτροπής από τα κατοχυρωμένα δόγματα του διεθνούς δικαίου, διανοίγει μύρια άλλα ζητήματα τα οποία μας προκαλούν ακόμη προβλήματα. Διότι παραμένει η απουσία συμφωνίας σε ό,τι αφορά αυτόν που πρέπει να πάρει αυτές τις αποφάσεις: (α) για μια προληπτική δράση (Ηνωμένα Έθνη, ΝΑΤΟ, μια κύρια δύναμη από μόνη της); (β) πώς θα αξιολογήσεις τη σοβαρότητα της απειλής η οποία καλεί για τέτοια δράση; (γ) κατά πόσο λόγοι άλλοι από την επιθετικότητα του εχθρού – π.χ. ανθρωπιστικές καταστροφές –  μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν ως δικαιολογίες για εισβολή σε άλλες χώρες ή για επέμβαση στις υποθέσεις τους.

(iv)          Υπήρχε μια τέταρτη συνέπεια των αλλαγών που διαμόρφωσαν το  διεθνές σύστημα την δεκαετία του 1990. Αυτό αφορούσε την αυξημένη χρησιμοποίηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε διεθνείς πολιτικές διαμάχες. Και επειδή αυτό το θέμα είναι ιδιαίτερα σημαντικό δικαιούται την δική του επικεφαλίδα. 

Υποκρισία και Ανθρώπινα Δικαιώματα

Επεμβαίνοντας στις υποθέσεις άλλων χωρών, κυρίως για τον έλεγχο των φυσικών τους πόρων – Καύκασος, Μέση Ανατολή, Βόρειος Αφρική, Κεντρική Ασία, και ποιο πρόσφατα Ανατολική Μεσόγειος – ενισχύει τις ορέξεις του νέου αποικιοκρατισμού και μαζί με αυτές τις απαράδεκτες συνέπειες τους. 

Εδώ δεν αναφέρομαι απλώς στο ‘δικαίωμα’ εισβολής ή βομβαρδισμού άλλων χωρών, αλλά επίσης στην κατάφωρη παραβίαση των δικαιωμάτων των τοπικών εθνοτήτων για αυτοδιάθεση όπως στην περίπτωση της Παλαιστίνης, πράγμα που συμβαίνει εδώ και δεκαετίες τώρα. Αναφέρομαι ακόμα στη στήριξη απολυταρχικών καθεστώτων όπως αυτά της Αιγύπτου του Σαντάτ και του Μουμπάρακ, ως επίσης και στην επαναφορά τυραννικών καθεστώτων στον κύκλο των πολιτισμένων χωρών – όπως εκέινο του Συνταγματάρχη Καντάφι – αποκλειστικά και μόνο για την προώθηση των οικονομικών συμφερόντων μιας Βρετανικής εταιρείας πετρελαίων, ή, τέλος, στην ενοχοποίηση της Ρωσίας όταν αυτή η οικονομική στη βάση της παρέμβαση αποτυγχάνει, και ούτω καθεξής.

Αυτή η υποκρισία τελικά ‘ανατινάχτηκε’ στον αέρα – και ως συνήθως – η πιθανότητα της αποτυχίας αυτής της πολιτικής δεν προβλέφθηκε από το Σεισμολογικό Κέντρο του Λάνγκλι της Βιργινίας. Αποτέλεσμα: Η πολιτική αυτή απερισκεψία τελικώς, άγγιξε – το 2001 – με άσχημο και απαράδεκτο τρόπο τις ίδιες τις ΗΠΑ, με συνέπεια να ακολουθήσει σ’ αυτή την χώρα μια ριζοσπαστική και ατυχής μεταβολή στους νόμους των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.  Αυτή η σπασμωδική Αμερικανική αντίδραση ήταν ατυχής. Ταυτόχρονα όμως κατέδειξε την αλαζονεία της δύναμης στον βαθμό που αιτιολόγησε στα μάτια της Αμερικής του Κου. Μπους, την ιδέα ότι θα μπορούσε να εκτείνει τους νόμους της σε άλλες χώρες. Ότι αυτό επετράπη να συμβεί, και συνέβηκε με τον απαράδεκτο θεσμο της rendition – δηλαδή της ανεπίρεπτης συλλήψως υπόπτων σε μια χώρα και της μεταφοράς των σε άλλη για βασανισμό – ήταν μερικώς το αποτέλεσμα της υποτέλειας που δείχνουν άλλες χώρες προς τις ΗΠΑ μια και την διευκόλυναν σε αυτό το εγχείρημα. Ο αναγνώστης αυτού του κειμένου θα σημειώσει, αν διαβάσει το κείμενο στην ολότητα του, ότι αυτό είναι μια από τις κυριότερες μου ανησυχίες σε ό,τι αφορά τον τρόπο που λειτουργεί μια σχέση με την Αμερική. Γιατί η σχέση αυτή, αργά ή γρήγορα μεταβάλλεται σε σχέση όχι φιλίας αλλά υποτελείας

Ας είμαστε ξεκάθαροι για δύο πράγματα για να κατανοήσουμε τη βάση των ενστάσεων μας αναφορικά με την επανάσταση που έχει γίνει στο δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις ΗΠΑ.  

Πρώτον, rendition, water boarding (βασανιστήρια δια εικονικού πνιγμού)  Γκουαντάναμο, αποτελούν τεράστιες παραβιάσεις του κλασσικού καθεστώτος ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Δεύτερο, οι επικλήσεις της Δύσης για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων από άλλους – από Ρώσους και Κινέζους για παράδειγμα – καθίστανται πολύ πιο υποκριτικές από ό,τι στο παρελθόν. 

Ένα τρίτο σημάδι υποκρισίας αποτελεί η εκκωφαντική “σιωπή” της Αμερικής όταν οι παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων αφορούσαν χώρες που υποστήριζαν τα δικά της οικονομικά και αμυντικά συμφέροντα: Αίγυπτος, Αλγερία, Τυνησία, Σαουδική Αραβία, Τουρκία. Ακόμα, βιαστικά και ασυγκράτητα εκφραζόταν αυτή η υποκρισία από αυτή την ξεχασμένη μορφή του Αμερικάνικου Συντάγματος – τον Αντιπρόεδρο – όταν αυτοί οι επίσημοι καταδίκαζαν παραβιάσεις στην Ρωσία ή την Κίνα ή όταν εξωθούσαν άλλες χώρες στην περιφέρεια της Ρωσίας να αποδράσουν από την έλξη της Μόσχας. Μόνο εάν και όταν οι ΗΠΑ προσπαθούσαν να αποσπάσουν την Ρωσική ή Κινεζική συνεργασία για ένα συγκεκριμένο θέμα – για παράδειγμα τη  επιβολή κυρώσεων ενάντια στο Ιράν – τέτοιες υποκριτικές καταδίκες θα έμπαιναν προσωρινά στο περιθώριο.

 Μήπως όλα αυτά σημαίνουν ότι συγχωρώ παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων; Πολύ εμφατικά όχι. Αυτό που σημαίνει όμως είναι ότι καταδικάζω την επιλεκτική τους επίκληση. Σημαίνει επίσης ότι απεχθάνομαι αυτή την στάση όταν αναφύεται από καθαρά πολιτικά κίνητρα. Και σημαίνει ακόμα ότι κατηγορώντας άλλους για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν εκχωρώ στους κατήγορους το δικαίωμα να διαπράττουν τις δικές τους παραβιάσεις.

Έτσι, στο πλαίσιο του τελευταίου σημείου ερωτώ, μήπως ήταν η rendition ή το water-boarding και το στρατόπεδο του Γκουαντάναμο συμβατά με τα ανθρώπινα δικαιώματα; Ή μήπως μπορούν σε τέτοιες περιπτώσεις οι φίλοι των ΗΠΑ να απαντήσουν με το επιχείρημα ότι αυτά αποτελούν παρεκκλίσεις ‘περιορισμένης έκτασης’ σε σύγκριση με τις συστηματικές παραβιάσεις που συμβαίνουν στην Ρωσία ή την Κίνα;

Εάν αυτό αποτελεί μια βάσιμη απάντηση τότε ομολογώ ότι παρερμήνευσα την ανάγνωσή  των “Δέκα Εντολών” τις οποίες από εδώ και μπρός πρέπει να αντιλαμβάνομαι ως να λέγουν “ου διαπράξεις δέκα (ή περισσότερους) φόνους ” ή “ου διαπράξεις επανειλημμένα μοιχεία παρά μόνο μια ή δύο φορές που ο Θεός σου με κάποιο τρόπο θα συγχωρήσει στην καρδιά του.” [Πράγματι, Τα Έργα των Αποστόλων μας λέγουν – 13. 22 – ότι ο Δαυίδ ο ψαλμωδός, όχι μόνο συγχωρέθηκε ως πρώην δολοφόνος και μοιχός, αλλά ότι θεωρήθηκε ως “όμοιος στην καρδιά (δηλαδή με τον Κύριο του).” Δεν έχω υπόψη μου πως οι θρησκευτικοί συγγραφείς υπερασπίστηκαν αυτής της γραφής, αλλά σε ένα νομικό ακούγεται σαν κάτι αχρείαστο και πολύ ευρύ]. 

Η θρησκευτική ερμηνευτική δεν περιλαμβάνεται στη λίστα των ενδιαφερόντων μου. Η παραβίαση όμως ηθικών αρχών με απασχολεί συχνά. Δεν πιστεύω ότι αυτή η αξιολόγηση (και ηθική καταδίκη) μπορεί να εξαρτάται από  “ποσοτικές παραβάσεις”, (αν και η επανάληψη μπορεί να μεγεθύνει τη βαρύτητα τους και να παίζει ρόλο στον καθορισμό της  τιμωρίας!).

Εάν η φρικιαστική πράξη της 11ης Σεπτεμβρίου 2011 μπορούσε να εξουσιοδοτήσει δύο πολέμους και σύμφωνα με εκτιμήσεις, εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς, – πολλοί από αυτούς αθώοι πολίτες – στο Ιράκ και το Αφγανιστάν τότε γιατί οι Ρώσοι καταδικάστηκαν για ‘υπερβολική αντίδραση’ στις τις ενέργειες και πράξεις των ίδια αδίστακτων Τσετσένων επαναστατών; ΟΧΙ και πάλιν! Εκείνος ο οποίος επιθυμεί να ‘παίζει κρυφτούλι’ με έννοιες όπως ηθική στον τομέα της πολιτικής, πρέπει να προσεγγίζει αυτή την έννοια με “καθαρά χέρια” – μια προσδοκία που ήταν αδύνατο να ικανοποιήσουν ακόμη και  οι Αρχαίοι Αθηναίοι που κατάσφαξαν τους Πολίτες της Μήλου και επιχειρηματολόγησαν σε μια ομιλία ψυχρού κυνισμού, ότι ακόμα και οι Θεοί θα συμφωνούσαν με την φιλοσοφική τους στάση στο ζήτημα.

Ζώντας στην Εποχή της Παραπληροφόρησης

Η επανάσταση της επικοινωνίας στην εποχή μας είναι ένα γεγονός. Οι επιπτώσεις της όμως στην  πολιτική ζωή διαμάχη δεν έχουν ακόμη ερευνηθεί συστηματικά. Το δικό μου ενδιαφέρον έγκειται λιγότερο στην ‘διεύρυνση της γνώσης’ που έχει επιτευχθεί ως αποτέλεσμα αυτής της επανάστασης, αφού νομίζω ότι αυτή η νέα γνώση είναι γνώση άνευ αξίας που αποκτάται μέσω των αμφιλεγόμενων μέσων κοινωνικής δικτύωσης όπως το face-book και το twitter σε βάρος του χρόνου που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί περισσότερο παραγωγικά. Αυτό που με ενδιαφέρει ωστόσο, είναι η επέκταση της δυνατότητας παραπληροφόρησης  των σύγχρονων πολιτών και του τρόπου που κάτι τέτοιο μπορεί να λειτουργήσει στο μυαλό των ανθρώπων και ακόμα να μετασχηματίσει τον ρόλο τους ως ενεργών πολιτών.

Η παραπληροφόρηση ως φαινόμενο είναι τουλάχιστο τόσο αρχαίο όσο και ο πόλεμος, το οποίο σημαίνει την ιστορία του ανθρώπου. Στις σύγχρονες εποχές όμως εφαρμόσθηκε με περισσότερο τελειοποιημένους και συνεπώς περισσότερο απειλητικούς τρόπους καθότι μπορεί να επηρεάσει την βασική ψυχολογία και σκέψη του αποδέκτη.  Μια συγκριτική συζήτηση για το θέμα δεν έχει ακόμα νομίζω επιχειρηθεί, ειδικότερα με στόχο να διαπιστώσει (α) ποια χώρα είναι η καλύτερη σε αυτό και (β) ποια μέσα ακριβώς χρησιμοποιούνται για να επιτύχουν το σκοπό τους. Τέλος, (γ) οι ψυχολογικές επιδράσεις στα μυαλά εκείνων πάνω στους οποίους εφαρμόζεται η παραπληροφόρηση είναι επίσης τεράστιας αλλά ανεξερεύνητης σημασίας. 

Ακόμα, μερικά πρόχειρα σχόλια για τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρθηκαν τα μαζικά μέσα επικοινωνίας στην Ελλάδα, ειδικότερα κατά την διάρκεια των τελευταίων πέντε ή έξι χρόνων της συνεχώς επιδεινούμενης οικονομικής κρίσης, πιθανό να προσφέρουν ένα χρήσιμο πρώτο σκιαγράφημα του φαινομένου και των συνεπειών του. Είναι μια πρακτική η οποία επιφέρει την απόλυτη ντροπή στην κυβέρνηση του Κου. Παπανδρέου και του δίνει μια “πρωτιά” την οποία λίγοι σώφρονες άνθρωποι θα ήθελαν ποτέ να συνέδεαν τα ονόματά τους μαζί της.

Η Ελλάδα, όπως ξέρετε, όπως και οι περισσότερες χώρες σε πρόσφατες εποχές, έζησαν πέραν των δυνατοτήτων τους. Οι πολιτικοί που ήξεραν, ή που έπρεπε να ξέρουν, ή – για να πάρουμε το πιο ευνοϊκό γι αυτούς σενάριο – μετά που είχαν λάβει επίγνωση του ερχομού της πιστωτικής σκλήρυνσης δεν έκαναν σχεδόν τίποτα για να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της, έχουν πολλά για τα οποία πρέπει να λογοδοτήσουν. Αυτοί είναι πρώτιστα πίσω από το παιγνίδι της παραπληροφόρησης το οποίο διευκόλυνε την παραμονή τους στην εξουσία. Το ενεθάρρυναν, και ένας μπορεί να υποπτευθεί, το χρηματοδότησαν κιόλας.

Έτσι, παραμένοντας  στην Ελλάδα, ακόμη και στα τέλη του 2007 και αρχές του 2008, υψηλά ιστάμενοι πολιτικοί διαβεβαίωναν  τους συμπατριώτες τους ότι η “οικονομία” ήταν “καλά θωρακισμένη” – θωρακισμένη ήταν η λέξη του τότε Πρωθυπουργού Καραμανλή – έναντι της οικονομικής κρίσης, η οποία ξεκίνησε σοβαρά με την κατάρρευση της Northern Rock στην Αγγλία και το σκάνδαλο της Lehmann Brothers στην Αμερική. Φυσικά, οι διαβεβαιώσεις δεν ανταποκρίνονταν στην αλήθεια.

Η επίκριση, όχι μόνο για την απουσία πληροφόρησης αλλά επίσης και για την αποτυχία να αποτρέψουν αυτές τις χρηματοοικονομικές καταστροφές (ή τουλαχιστον να περιορίσουν τις επιπτώσεις τους), ισχύει και για την  Αγγλία και τις ΗΠΑ επίσης. Διότι τώρα ξέρουμε ότι οι εποπτικές αρχές και των δύο αυτών χωρών είχαν αρκετές πληροφορίες στην κατοχή τους ώστε να αναμένουν ότι κάτι καταστροφικό μπορούσε να συμβεί. Ξέρουμε επίσης ότι δεν έκαναν τίποτε για να το αποτρέψουν, ενώ οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης, οι οποίοι σήμερα έχουν τέτοια δύναμη ώστε να μπορούν να καταστρέψουν μια εθνική οικονομία, εξέδωσαν ένα ανενδοίαστα καθαρό πιστοποιητικό υγείας στη Lehmann brothers μερικούς μήνες πριν το μοιραίο τους καρδιακό επεισόδιο.

Εάν οι πολιτικοί δεν έκαναν σωστά τη δουλειά τους, ούτε ο Τύπος εκπλήρωσε το δικό του κύριο καθήκον ως ο φρουρός έναντι των καταχρήσεων. Για να επανέλθω στην Ελλάδα, την οποία πιστεύω ξέρω καλύτερα, η εντύπωση μου είναι ότι οι κύριες ανησυχίες του Τύπου – τουλάχιστον την Ελλάδα – παρέμεναν στα δικά τους χρηματοοικονομικά συμφέροντα. Και αυτά εξυπηρετούνταν κάλλιστα αναφέροντας αυτά που η κυβέρνηση των ημερών τους ήθελε να αναφέρουν. Ως επί το πλείστο, ακόμα αυτό κάνουν, το οποίο μπορεί να εξηγήσει εν μέρει, την κατάρρευση των πωλήσεων τους.

Ότι μια τέτοια νοοτροπία έναντι της δημοσιογραφίας σήμαινε ένα συνεχές πολιτικό ‘τουμπάρισμα’ για να παραμείνουν ‘κοντά’ στον οποιονδήποτε ήταν/είναι στην εξουσία λίγο με απασχολεί, αφού προθύμως ομολογώ ότι έχω συνηθίσει και στις πιο ακραίες μορφές πολιτικού οπορτουνισμού ο οποίος ευημερεί στην Ελλάδα. Το αναφέρω όμως  γιατί  δεν το βρίσκω καθόλου πειστικό να δοκιμάσω να εξάγω μια πειστική γραμμή μεταξύ της ηθικής του Τύπου στο Δυτικό κόσμο και τη Ρωσία. Στην Ελλάδα όπως και να έχει, αυτό το ‘τουμπάρισμα’ υπήρξε το αγαπημένο χόμπι των μεγιστάνων του Τύπου. Οι συνέπειες; Κατά τα τελευταία χρόνια συνέβαλαν τα μέγιστα – δημοσιογράφοι και καναλάρχες – στο σπάσιμο των νεύρων του Ελληνικού λαού.

Οι συνδυασμένες ενέργειες ήταν μέρος της πρακτικής του κ. Παπανδρέου να παραλύσει τον πληθυσμό με αντιφατικά μηνύματα, εναλλακτικά επιβάλλοντας αυστηρά μέτρα λιτότητας και μετά προβλέποντας άμεση σωτηρία. Αυτό (το θανάσιμο) παιγνίδι παιζόταν (και παιζεται) κάθε τρείς μήνες ή τόσο, καθώς η Ελλάδα προσέγγιζε τη στιγμή της πτώχευσης και έπρεπε να συμφωνήσει σε νέα μέτρα λιτότητας ώστε να πάρει περισσότερα χρήματα από την Ευρώπη και το ΔΝΤ. Τέτοια Σκωτσέζικα λουτρά κράτησαν την πιο ανεπαρκή και αντιπαραγωγική κυβέρνηση που είχε ποτέ η Ελλάδα στην εξουσία για περίπου τρία χρόνια. Διότι το όλο-και-πιο-βαριά-κτυπημένο εκλογικό σώμα δεν τολμούσε καν να παραπονεθεί, χώρια να διαμαρτυρηθεί, στους δρόμους φοβούμενο ότι αν το έκανε δεν θα έβλεπε μόνο τις απολαβές του να πέφτουν περισσότερο αλλά και τις δουλειές να εξαφανίζονται.

Μια και η πολιτική αυτή συνεχίζεται, πολλοί στην Ελλάδα πιστεύουν, πράγματι ελπίζουν, ότι κάποιοι από αυτούς τους πολιτικούς, μαζί με τον συνεργαζόμενο Τύπο, μια μέρα μπορεί να κληθούν να λογοδοτήσουν ενώπιων των δικαστηρίων για τις ενέργειές τους και (πιθανόν) για τα αθέμιτα κέρδη που αποκόμισαν ενώ ήταν στην εξουσία. Γιατί δεν μιλάμε για ευθύνη αλλά για πλήρη συνευθύνη!

Αυτή είναι η πτυχή της παραπληροφόρησης που με ενδιαφέρει περισσότερο. Είναι η ικανότητα και η προθυμία των πολιτικών να την χρησιμοποιήσουν για να επηρεάσουν αν όχι να καταστρέψουν ψυχολογικά τα μυαλά των εκλογέων. Ο τρόπος που κάτι τέτοιο εφαρμόζεται στην Ελλάδα παραμένει ακόμα να μελετηθεί επιστημονικά. Αλλά οι ψυχολογικές επιδράσεις δεν πρέπει να υποτιμούνται.

Ποιες ήταν οι συνέπειες μιας τέτοιας τεράστιας απάτης; Όπως λέχθηκε, η περίπτωση της Ελλάδας πρέπει μια μέρα να μελετηθεί στενά διότι είναι εξαιρετικά σκοτεινή. Ωστόσο οι επιπτώσεις είναι εμφανείς για όλους να τις δουν. Σημειώστε, για παράδειγμα, πόσο ‘πειθήνιοι’ οι πεινασμένοι και στερημένοι Έλληνες έχουν καταστεί σε σύγκριση με τους Ισπανούς ή τους Πορτογάλους οι οποίοι τουλάχιστο διατηρούν ακόμα την ηθική αντοχή να διαμαρτύρονται ενάντια στην κακοδιαχείριση και οικονομική καταπίεση, την ανεργία και την πτώση των απολαβών ή στις πιέσεις της Ευρώπης. Και τι γίνεται με τους άστατους και ευέξαπτους Έλληνες; Μούδιασμα και υποταγή σκοτίζουν τα μυαλά τους και εμποδίζουν κάθε ενέργεια μέχρι την στιγμή της έλευσης της ηφαιστειακής έκρηξης που πολύ σίγουρα θα έλθει.

Σε αυτό το συνέδριο, ωστόσο, συζητούμε ένα άλλο θέμα: τις σχέσεις μεταξύ ΕΕ και Ρωσίας. Έτσι πρέπει να κοιτάξουμε πως χρησιμοποιείται η παραπληροφόρηση για να σαμποτάρει μια τέτοια επαναπροσέγγιση, διότι αυτό επίσης έγινε, με ένα συστηματικό τρόπο. Σε αυτή την περίπτωση επίσης, χρησιμοποιήθηκαν παρόμοιες τεχνικές από τον Τύπο, ειδικότερα τον ούτω καλούμενο συντηρητικό (αστικό) Τύπο.

Η Παραπληροφόρηση Μεταλλάσσεται σε Ανεντιμότητα και Επεκτείνεται σε Προπαγάνδα Εμποδίζοντας κάθε ιδέα Συνεργασίας με τη Ρωσία

Είναι καλύτερα να επιχειρήσουμε τη διερεύνηση μας πάνω σε αυτό το θέμα κάτω από δύο επικεφαλίδες.

Πρώτα, πρέπει να σημειώσουμε την έκταση στην οποία η παραπληροφόρηση που έγινε μετατράπηκε σε συστηματική εξαπάτηση. Στην πραγματικότητα έγιναν πολλαπλές εξαπατήσεις αφού η παραπληροφόρηση εφαρμόσθηκε από όλους που ήταν αποφασισμένοι να εμποδίσουν την αναβίωση της Ρωσίας από τον πάτο που είχε ξεπέσει κατά τα χρόνια του Γιέλτσιν. Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε εν ολίγοις μέσω ποιών τρόπων εξασκήθηκε.

Ο διεθνής τύπος και οι πολυεθνικές επιχειρήσεις (οι οποίες συνδέουν ενεργά τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες με τη διεθνή πολιτική) διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στην προώθηση της αντί-Ρωσικής εκστρατείας όταν τους αρνήθηκαν ένα μερίδιο στον πλούτο της χώρας. Το ‘Ατλαντικό Κίνημα’, το οποίο υπήρχε κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, επανα-δραστηριοποιήθηκε από την δεκαετία του 1990 και μετά, προικοδοτήθηκε καλά και πήρε οδηγίες να επεκτείνει τις δραστηριότητες του μέσω διαφόρων Μη Κυβερνητικών Οργανισμών (ΜΚΟ)– όπως το Marshall Fund και τα συνδεδεμένα μέλη ή συνεταίρους του – που πολλαπλασιάσθηκαν σε όλο τον κόσμο, αλλά ειδικότερα στην Ευρώπη και την Μέση Ανατολή. Εν μέρει απροκάλυπτα πολιτικά, αλλά συχνά λειτουργώντας κάτω από τον μανδύα των δεξαμενών σκέψης και ακαδημαϊκών που (παρά) τονίζουν τη πνευματική τους ανεξαρτησία, αυτοί οι οργανισμοί και αυτοί οι άνθρωποι εργάσθηκαν για να προωθήσουν το είδος των ιδεών που η Αμερική ή οι βιομήχανοί της ευνοούσαν για να επεκτείνουν περισσότερο την οικονομική τους επιρροή. Μπορεί κανείς να υποψιαστεί ότι λίγοι θα το θεωρούσαν αυτό είτε ως ‘μεγάλη ή ‘αξιέπαινη’ επιδίωξη.  Για αυτό δεν μένει κανείς εντελώς κατάπληκτος στο ότι τελικά τέτοιου είδους οργανώσεις καταφέρνουν να ελκύσουν κυρίως δημοσιογράφους και ακαδημαϊκούς γαλουχημένους στην επιθυμία για το πολιτικό παρασκήνιο ακόμη και την πολιτική συνομωσία.

Εδώ στην Κύπρο λίγα χρειάζεται να πω για τις απαράδεκτες  δραστηριότητες αυτών των σωμάτων και των συνδεδεμένων εταίρων τους στην Ελλάδα που διεδραμάτισαν τόσο μεγάλο – αλλά ευτυχώς ανεπιτυχή – ρόλο στην προσπάθειά τους να επιβάλουν το Σχέδιο Ανάν στους Κύπριους. Αρκεί να λεχθεί ότι μερικοί από αυτούς τους ίδιους ανθρώπους είναι τώρα δραστηριοποιημένοι στην Ελλάδα και οι προσπάθειες τους υποστηρίζονται σθεναρά από την μερίδα του Τύπου που παραμένει (υπέρμετρα θα έλεγα) αφοσιωμένη στα Αμερικάνικα συμφέροντα και φιλοδοξίες. Διότι μετά βίας χάνουν ευκαιρία να υποσκάψουν τις οποιεσδήποτε διασυνδέσεις η χώρα καταγωγής μου θα μπορούσε να αναπτύξει με την Ρωσία, όχι – πρέπει να τονισθεί – αντί αυτών που έχει με την Αμερική αλλά επιπρόσθετα με αυτές.[2]

Όπως και να έχει, όσο δραστήριοι και καλά επιδοτημένοι και αν είναι αυτοί οι ακτιβιστές, οι αριθμοί τους μειώνονται – τουλάχιστον στην Ελλάδα. Κυριότερα, ανάμεσα στην πληθυσμό γενικά, ο οποίος έχει επίγνωση της ύπαρξής τους και της απειλής που οι πλείστοι των ανθρώπων αισθάνονται ότι προβάλλουν ως προς τα ελληνικά συμφέροντα αυτές τις μέρες, δεν εισπράττουν τίποτα εκτός από περιφρόνηση. Στην απουσία ενός αληθινά ελεύθερου Τύπου, η καλύτερη απόδειξη αυτής της ‘αρνητικής’ αντίδρασης ξεπροβάλλει αμέσως ακόμα και από μια πρόχειρη ματιά στα δικτυακά ημερολόγια (blog sites), τα οποία οι κοινοί άνθρωποι συμβουλεύονται όλο και περισσότερο με την ελπίδα να βρουν κομματάκια μιας σωστότερης πληροφόρησης. Τουλάχιστο από αυτή την γωνία αντίκρισης των πραγμάτων, η υπόσταση αυτών των ‘διανοουμένων Ατλαντιστών’ έχει μειωθεί στην Ελλάδα αφού έχασαν την αίγλη  και το γόητρο που οι ακαδημαϊκοί συνάδελφοί τους (μόνοι τους) ισχυρίζονταν ότι είχαν κατά τα πρώτα χρόνια της εμφάνισης τους ως οργανωμένης ομάδας πίεσης.

Το δεύτερο θέμα το οποίο πρέπει να σημειώσουμε για λεπτομερή μελέτη στο μέλλον, είναι πώς αυτή η απάτη εναντίον της Ρωσίας έγινε πράξη στην Ελλάδα. Όπως διατυπώθηκε ήδη, η προσπάθεια εδώ, την οποία έκαναν αυτοί οι φορείς και τα ενεργά μέλη τους, ήταν να καταστρέψουν τις περιορισμένες επιχειρηματικές σχέσεις που η κυβέρνηση Καραμανλή δημιούργησε με την Ρωσία κατά την διάρκεια της πρωθυπουργίας του. Αυτά ήταν τα χρόνια κατά τα οποία λάμβανε χώρα η Ρωσική ανανέωση καθώς χαμένα κομμάτια της αυτοκρατορίας επέστρεφαν υπό την σκεπή της (π.χ. Ουκρανία), ή καταστέλλονταν μετά από απερίσκεπτες εξεγέρσεις οι οποίες υποκινούνταν από τους Αμερικανούς. Η Γεωργία είναι, ασφαλώς, το υπόδειγμα, αν και δεν πρέπει να ξεχνιούνται άλλες προσπάθειες να εξωθήσουν εξεγέρσεις που έγιναν από τους Αντιπροέδρους Τσέϊνη και Μπάϊντεν, ειδικότερα λόγω της οξείας γλώσσας που χρησιμοποιήθηκε και από τους δύο.

Οι (θαρραλέες) προσπάθειες του Καραμανλή να δημιουργήσει ένα ρόλο στην Ελλάδα στον τομέα της ενέργειας βρήκαν μεγάλη αντίσταση από αυτές τις ομάδες ανθρώπων. Όταν έκανε το επόμενο βήμα και έδειξε την προθυμία του να αγοράσει όπλα από την Ρωσία, πάρθηκε – φαντάζομαι – τελικά η απόφαση για την ανατροπή του. Παίρνει καιρό μέχρις ότου να αποδειχτούν τέτοιοι ισχυρισμοί με τη δημοσίευση επίσημων εγγράφων αλλά αυτή τουλάχιστον είναι η επικρατούσα άποψη στην Ελλάδα την ώρα που γράφεται αυτό το κείμενο.

Οι δημοσιογράφοι αυτές τις μέρες ξοδεύουν τον χρόνο τους εξασκώντας την τέχνη της επικοινωνίας μηνυμάτων τα οποία διατυπώνονται στη βάση των στρατηγικών σκοπιμοτήτων που επιθυμούν να προωθήσουν. Έτσι, η ανατροπή του συντηρητικού Πρωθυπουργού, ο οποίος τόσο ‘απερίσκεπτα’ – στα μάτια τους – πήρε την ευθύνη επάνω του να διευρύνει μια πολιτική εξάρτησης από στης ΗΠΑ, θα έπαιρνε μια λεπτή μορφή. Το καλοκαίρι του 2009 πείσθηκε από τους ‘ούτω-καλούμενους πολιτικούς του συμμάχους’ να διενεργήσει εκλογές για να τις χάσει και έτσι να επιτρέψει στον ανοργάνωτο αντίπαλο του – τον Κο. Παπανδρέου – να αρθεί στην εξουσία απροετοίμαστος. Αυτό θα σήμαινε ότι θα διατηρούσε την εξουσία μόνο για μερικούς μήνες δίνοντας στον Κο. Καραμανλή την ευκαιρία να επιστρέψει στην εξουσία ως ο ‘αδικημένος αλλά τώρα δικαιωμένος και ξανά νομιμοποιημένος’ πολιτικός. Κατά τη μεσοβασιλεία, ο ρόλος του ως ηγέτη, θα ασκείτο από ένα ‘αφοσιωμένο’ υφιστάμενο ο οποίος θα κρατούσε την ‘καρέκλα’ ζεστή γι αυτόν. Όλα, ασφαλώς, έπρεπε να απολάμβαναν της υποστήριξης της Ουάσινγκτον, που ωστόσο, ενεργώντας από μόνη της είχε κιόλας διασφαλίσει ότι ο Κος. Παπανδρέου δεν θα ήταν τόσο ενοχλητικός για αυτήν όσο ήταν μερικές φορές ο τέως, (και αναμφισβήτητα χαρισματικός) πατέρας του.

Η προσπάθεια επέμβασης στα εσωτερικά πολιτικά δρώμενα μιας άλλης χώρας, δεν ήταν, και πάλιν, τίποτα καινούργιο. Η ιστορία της νεώτερης Ελλάδας δεν μπορεί να γραφτεί χωρίς συζήτηση αυτών των κατάφορων επεμβάσεων, κυρίως στο πιο πρόσφατο παρελθόν, που σχεδιάσθηκαν και εκτελέσθηκαν με τη σιωπηρή υποστήριξη των ΗΠΑ ώστε να ελέγξουν την επιρροή της Ρωσίας, συνήθως μια πραγματική – αλλά επίσης κατά καιρούς – μια προκατασκευασμένη απειλή. Αλλά πρέπει να πιστώσουμε τους συνήθεις μηχανορράφους γιατί αυτή τη φορά, τουλάχιστο, σχεδίασαν μια δημοκρατική ενδυμασία για να διευθετήσουν τη μετακύληση της εξουσίας σε άτομα πιο επιδεκτικά στις επιθυμίες τους και δεν εξουσιοδότησαν (ούτε ανέχτηκαν) ένα στρατιωτικό πραξικόπημα όπως έκαναν το 1967. Εν πάση περιπτώσει, κανείς μπορεί μόνο να ελπίζει ότι η μέθοδος των πραξικοπημάτων έχει πια ξεπεραστεί για τα καλά στην Ελλάδα.

Το εκλογικό σώμα όμως, δεν συμμεριζόταν αυτούς τους σχεδιασμούς και, (α) τιμώρησε τη Δεξιά για την αναποτελεσματική διαχείριση της οικονομίας και τη γενικότερη ατμόσφαιρα διαφθοράς που δημιούργησε κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης της, ειδικότερα κατά τα τελευταία (άθλια) δύο χρόνια που ήταν στην εξουσία (2007-2009) και, (β) ο υποψήφιος που ευρέως εθεωρείτο ως ο ‘καταλληλότερος’ διάδοχος του Κου. Καραμανλή, κατατροπώθηκε  από το συντηρητικό κόμμα όταν ήρθε η ώρα να επιλέξουν τα μέλη τον επόμενο (καθ’ υπόθεση, κάποιοι νόμιζαν) μεταβατικό αρχηγό.

Αυτό το εκλογικό αποτέλεσμα πρέπει να προκάλεσε τεράστια ανησυχία στα μαζικά μέσα επικοινωνίας και στους Μη Κυβερνητικούς Οργανισμούς, καθώς επίσης και σε εκείνους που απέδιδαν μεγάλη σημασία στις επιθυμίες της Αμερικάνικης εξωτερικής πολιτικής. Διότι, πρωτίστως, ο εκλεγείς διάδοχος του Κου. Καραμανλή, φάνηκε – στην αρχή – ωσάν να μπορούσε να συνεχίσει την καινοτόμο εξωτερική πολιτική του προκατόχου του. Πράγματι, ενωρίτερα στην καριέρα του, είχε δώσει σημάδια τέτοιας ανεξάρτητης σκέψης. Επομένως, όχι αφύσικα, εκείνοι που βρισκόντουσαν κοντά στα Αμερικάνικα συμφέροντα και αδημονούσαν να κρατήσουν την Ελλάδα όσο πιο απομακρυσμένη από την Ρωσία μπορούσαν, εξαπέλυσαν μια παρατεταμένη – συχνάκις συκοφαντική και δυσφημιστική – εκστρατεία να τον εξευτελίσουν στα μάτια του εκλογικού σώματος ως διψασμένο της εξουσίας και μη εκλέξιμο.

Αυτό που επέλεξαν να προσβάλουν ήταν η πίστη του νέου αρχηγού – που εκ των υστέρων αποδείχτηκε σωστή – ότι τα έξωθεν επιβαλλόμενα μέτρα λιτότητας θα έφερναν βαθύτερη ύφεση και θα εμπόδιζαν ακόμα περισσότερο τις όποιες προοπτικές υπήρχαν για ανάπτυξη. Η πίεση που ασκήθηκε επάνω του πρέπει να είχε αποτέλεσμα, τουλάχιστο εν μέρει, γιατί μέσα από μια σειρά πολιτικών μεταστροφών ο νύν Πρωθυπουργός σύντομα έδωσε χειροπιαστά δείγματα γραφής ότι δεν θα τάραζε τα νερά και δεν θα ταρακουνούσε τη βάρκα που τόσο επιδέξια κατεύθυναν προς τους βράχους όσοι απέτρεπαν την δημιουργία επιπρόσθετων συμμαχιών.

Κατά πόσο, στην διάρκεια αυτών των χρόνων, η Ρωσία έκανε ότι μπορούσε για να βελτιώσει την εικόνα της στην Ελλάδα είναι ένα άλλο ζήτημα και το αφήνω στους ίδιους τους Ρώσους να αξιολογήσουν μια μέρα αν η πολιτική τους θα μπορούσε να ήταν πιο λεπτή σε αυτό το σημείο. Ίσως η απάντηση να βρίσκεται στην εσωτερική πολιτική σκηνή της Ρωσίας κατά την περίοδο Προεδρία Μεντβιεντεφ που όπως φαίνεται, μόλις πρόσφατα άρχισε να επανέρχεται σε μια πιο αποφασιστική τροχιά.

Τα λίγα που έχουμε πει, μόλις και μετά βίας αγγίζουν την επιφάνεια του προβλήματος. Δείχνουν όμως πόσο δύσκολο είναι ακόμα και να μιλάς για Ευρωπαϊκή-Ρωσική συνεργασία μέσα στο ισχύον κλίμα αντί-Ρωσικών συναισθημάτων που καλλιεργούνται συστηματικά από τους φίλο-Αμερικάνικους Μη Κυβερνητικούς Οργανισμούς και τον φιλικό προς αυτούς Τύπο παντού στην Ευρώπη.

Παρεμπιπτόντως, αυτή η χρήση ‘μαλακής δύναμης’ για να καταπολεμήσουν τη Ρωσία, είναι μια περιοχή της συνολικής σύγκρουσης στην οποία η Αμερική διατηρεί ένα σημαντικό προβάδισμα, αφού η Ρωσία δεν κατάφερε να αποκτήσει επαρκή γνώση της τέχνης αξιοποίησης των Μη Κυβερνητικών Οργανισμών, για να κάνουν την βρώμικη δουλειά της. Ούτε μπορούν να ανταγωνιστούν τις τεχνικές της δυτικής προπαγάνδας. Ας αφήσουμε όμως τους επιφανείς Ρώσους που είναι παρόντες σε αυτό το συνέδριο να σκεφτούν και να σταθμίσουν αυτές τις παρατηρήσεις και όχι να τις εκλάβουν ως προσβολή!

Το φαινόμενο συνεπώς δεν συναντάται μόνο στην Ελλάδα. Για παράδειγμα, η Αγγλική εφημερίδα The Times είναι ένα καλό παράδειγμα εφημερίδας η οποία συνεχώς παροτρύνει τους Ευρωπαίους να υποστηρίζουν τις αποτυχημένες πολιτικές της Αμερικής στην Κεντρική Ασία. Έτσι, κατ’ επανάληψη παρότρυναν τους Βρετανούς να διατηρήσουν τους στρατιώτες τους στο Αφγανιστάν αν και προβλέψαμε τότε, αυτό που ξέρουμε τώρα ότι έγινε: χαραμίστηκαν ανθρώπινες ζωές μόνο και μόνο για το γόητρο αυτών που λανθασμένα συνέλαβαν την ιδέα ενός άχρηστου πολέμου. Σπάνια επίσης, χάνουν ευκαιρία να ‘χλευάσουν’ τον Κο. Πούτιν ή να παραπονεθούν όταν η χώρα του εμποδίζει την χρήση εμπάργκο ή τη χρήση βίας κάπου στον κόσμο.

Όπως και να έχουν τα πρ InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ