2012-11-22 09:24:06
Ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός, αποτελεί διαχρονικά το αναπόσπαστο κομμάτι του ευρύτερου Ηπειρωτικού Ελληνισμού
Παναγιώτης Μπάρκας, Αργυρόκαστρο
Όσο η κρίση στην Ελλάδα παρατείνεται, τόσο περισσότερο αποδεικνύεται αναγκαίο ότι η έξοδος από την κρίση απαιτεί για μια ακόμα φορά την ιστορική συνιστώσα λύτρωσης του Ελληνικού Γένους και έθνους που είναι οι μεγάλες ιδέες που οδηγούν στο συλλογικό πατριωτισμό μέχρι την ύψιστη θυσία. Όσο όμως οι πολιτικοί έχουν επιδοθεί στην προσπάθεια να αποφύγουν τις ευθύνες για την κρίση με την ανάληψη ρόλου αναζήτησης φωτός στο τούνελ, όσο οι διανοούμενοι δεν μπορούν να νικήσουν την σιωπή που τους επιβάλει το σκληρυμένο κατεστημένο κρίσης, (μη μπορώντας να ανταποκριθούν αφιλοκερδώς στο εθνικό χρέος), όσο οι απλοί Έλληνες μόνο φωνάζουν για τα δυσμενή οικονομικά μέτρα που τους βαραίνουν προσωπικά και δεν αντιδρούν με συλλογική ελληνική ψυχή κατά της κατρακύλας της πατρίδας, τόσο βαθαίνει το κενό της πραγματικής και αξιοπρεπής λύσης.
Στο κενό αυτό που διευρύνεται με ταχύτητα κολυμπούν τόσο ο ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ όσο και η Χρυσή Αυγή. Η κοινωνική και πολιτική τους ισχύ στην Ελλάδα, το επιβεβαιώνει. Η ισχύ τους θα μεγαλώνει όσο το πολιτικό κατεστημένο όχι μόνο δεν ανοίγει δρόμο, παρά τη λαϊκή ετυμηγορία, αλλά συνεχίζει, σε μεγάλο βαθμό, να επιβάλλεται με την ίδια νοοτροπία, εμποδίζοντας κάθε προσπάθεια απελευθέρωσης θετικών δυνάμεων του γνωστού ελληνικού πατριωτισμού, ή εγκλωβίζοντας την όλη υπόθεση της κρίσης σε οικονομικές συνιστώσες, διακυβεύοντας, την εθνική και κοινωνική υπόσταση.
Δυστυχώς όμως, κι αυτό θα προβεί αύριο πολύ απογοητευτικό για την Ελλάδα, ο ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ, έρχεται να καλύψει το κενό αυτό ως άρνηση των οικονομικών μέτρων. Η Χρυσή Αυγή ως «εφήμερος πατριωτισμός», άρα, κινείται στο χώρο του εθνικού ελληνικού πατριωτισμού, ο οποίος έχει μείνει επικίνδυνα κενός. Δηλαδή χωρίς τις μεγάλες ιδέες και την συμπαράσταση του ελληνικού πνεύματος που θα ενέπνεαν τις αστέρευτες λαϊκές ενέργειες.
Μια από τις συνιστώσες του πατριωτισμού στη Χρυσή Αυγή είναι ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός.
Ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός, αποτελεί διαχρονικά το αναπόσπαστο κομμάτι του ευρύτερου Ηπειρωτικού Ελληνισμού, που ιστορικά αποτέλεσε το λίκνο έμπνευσης για το Γένος των μεγάλων ιδεών και ύψιστων θυσιών. Είχε στην ιστορία το προνόμιο της ευπρέπειας και χάρης να προσφέρει στο Έθνος τα «γράμματα, γρόσια και άρματα». Δυστυχώς, τα τελευταία 20 χρόνια η αντιμετώπισή του βορειοηπειρωτικού ελληνισμού, από τα εθνικά κέντρα αποφάσεων ήταν εφήμερη. Κινήθηκαν με αυθορμητισμό, από τα κλισέ στα ταμπού και γενικώς τέθηκε σε εξάρτηση και υπηρεσία επίλυσης οικονομικών συμφερόντων ελληνικών κύκλων, ή και για την κάλυψη μαύρων τρυπών από ελληνικούς παράγοντες. (Είναι αυτός ο λόγος που ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός στρέφεται υπέρ του κάθε υποστηρικτή που προβάλλει στο προσκήνιο. Στην προκειμένη περίπτωση προς τη Χρυσή Αυγή.)
Εντούτοις, ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός, όχι μόνο αποτελεί των θεματοφύλακα του ιδιαίτερα αναπτυγμένου διαχρονικού ελληνισμού στην περιοχή όπου κατοικεί, όχι μόνο αποτελεί την μόνη εθνική ελληνική μειονότητα ως συνέχεια των ελληνικών εδαφών, (παρά τα σύνορα), όχι μόνο έπαιξε και παίζει ρυθμιστικό ρόλο ισορροπιών στο σημερινό Νότο της Αλβανίας, όχι μόνο παίζει ουσιαστικό ρόλο στις διμερείς σχέσεις, αλλά απ΄ ό, τι όλα δείχνουν θα κληθεί να παίξει σημαντικό ρόλο στις αναμενόμενες εξελίξεις στην περιοχή. Συνεπώς, η κάθε θετική και πραγματική υποστήριξη αυτού του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού, είναι ευπρόσδεχτη, απ΄ όπου και αν προέρχεται.
Γιατί εγκυμονεί κινδύνους για το Βορειοηπειρωτικό «ο πατριωτισμός» της Χρυσής Αυγής.
Τους κινδύνους θα πρέπει να αναζητήσουμε πρώτα στην πραγματικότητα του ίδιου του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού.
Ταλαιπωρημένος στην ελπίδα της σωτηρίας από τη μάνα Ελλάδα, δεν μπόρεσε να γνωρίσει τον εαυτόν του, να προσέξει, εντοπίσει και προβάλλει τη σημασία του, την ιστορία και πολιτισμό που διαχρονικά κουβαλάει, να αρθρώσει πολιτικό και εθνικό λόγο, να διεκδικήσει δικαιώματα από το αλβανικό κράτος και εφαρμογή στην πράξη των υποχρεώσεων από το εθνικό κέντρο. Απεναντίας, μετατράπηκε σε ασήμαντες μονάδες, φωνάζοντας το κραυγαλέο «ήμαστε Βορειοηπειρώτες» (χωρίς να γνωρίζει τη εστί αυτό). Ως άτομα και όχι ως κοινοτικό σύνολο, επιδίωξαν την αυθόρμητη ένταξη στην ελληνική κοινωνία, περνώντας από την ταυτότητα του ανώνυμου πλήθους σε εκείνη της διπλής υπηκοότητας. Και τώρα που ξανά διαπιστώνει ότι στις πλάτες τους έπεσε τριπλά η κρίση (ως βορειοηπειρώτης σε σχέση με τον εαυτόν του, σε σχέση με την Ελλάδα και πιο επικίνδυνα σε σχέση με το αλβανικό στοιχείο), αναζητά ένα καταφύγιο. Προσφέρεται με τη στήριξή της η Χρυσή Αυγή.
Είναι ασφαλώς θετικό, που το θέμα του ελληνισμού της Βορείου Ηπείρου, αποχτάει
διάσταση εν μέσω κρίσης στην Ελλάδα. Αλλά Μέχρι τώρα, η Χρυσή Αυγή δεν παρουσιάζει πραγματικούς στόχους. «Ο αγώνας για τη λύση του Βορειοηπειρωτικού» που ακούμε, κινείται σε ένα επίπεδο κοινού ενδιαφέροντος, που ξεκινάει από συνθηματολογία περί παλιών ιστορικών κεκτημένων και καταλήγει στο γενικό πλαίσιο .
Ακριβώς όμως εδώ θα πρέπει να προσέξουμε. Ο αυθορμητισμός και ο λαϊκισμός δεν έχει καμιά σχέση με εθνικά θέματα εξαιρετικής σημασίας και περίπλοκης υφής.
Πρώτο. Σε περίπτωση που δεν έχεις ένα σύγχρονο πολιτικό όραμα για ένα λεπτό και περιπλεγμένο εθνικό θέμα, καλύτερα κάνε υπομονή, παρά να εγείρεις ξεπερασμένες λύσεις όσο σωστές και αν ήταν στην εποχή τους. Έτσι λοιπόν, αν εγερθεί και διεκδικηθεί στις σημερινές καταστάσεις, ατόφιο (τόσο το χειρότερο συνθηματολογικά) το πακέτο της αυτονομίας του 1914, αν εμείς δεν μπορέσουμε να διαρρυθμίσουμε τα ιστορικά μας κεκτημένα στις σημερινές καταστάσεις και εξελίξεις ένταξης και παγκοσμιοποίησης, είναι σίγουρο που θα είμαστε εκτός τόπου και χρόνου και η Ευρώπη και οι διεθνείς οργανισμοί θα έρθουν καταπάνω μας και θα μας ξεράσουν.
Δεύτερο. είναι αποδεδειγμένο ότι κάθε προσπάθεια «εισαγωγής» κούφιου και ανέπαφου εθνικισμού, χωρίς στόχους και προετοιμασίες, χωρίς διεργασίες και συντονισμό, χωρίς ιδέες, πατριώτες, ηγέτες και πατριωτισμό, αντιστρέφεται σε ποινή και τιμωρία για τον ίδιο τον βορειοηπειρωτικό ελληνισμό, μετατρέπεται σε λαβή από τον αλβανικό εθνικισμό να πλήξει εθνικά την εθνική ελληνική μειονότητα. Το δοκιμάσαμε αυτό για πολλοστή φορά αυτή την 20-ετία, το 1993-94-97 κλπ.
Τρίτο. κανείς δεν δικαιούται να εκδηλώσει τον εθνικισμό του, όσο σωστός και δίκαιος κι αν είναι αυτός, όταν δεν πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις. Τότε αντιστρέφεται σε προβοκάτσια που μετατρέπει σε εύκολο θύμα τον βορειοηπειρωτικό ελληνισμό. Το θέμα γίνεται πιο λεπτό και επικίνδυνο όταν έχουμε υπόψη ότι ο αλβανικός εθνικισμός, ο οποίος τελευταία εκδηλώνεται ως ανθελληνισμός, είναι σε έξαρση. Όταν ο ιστός ελληνισμού της εθνικής ελληνικής μειονότητας έχει εξαντληθεί και τα αποθέματα αντίστασης είναι προ λήξεως.
Τέταρτο. Επίσης, μοιραίο θα είναι το λάθος, αν για να αποφύγουμε όποια βεβιασμένη κίνηση, ή για λογαριασμό άλλον συμφερόντων, αποσιωπήσουμε το θέμα. Επικίνδυνη είναι και η θέση που λέει ότι με την ένταξη της Αλβανίας στην Ευρώπη θα λυθεί αυτομάτως και το Βορειοηπειρωτικό. Είναι επικίνδυνο διότι μέχρι τότε δεν θα μείνει τίποτε όρθιο που να φανερώνει πως υπάρχει στην αλβανική επικράτεια εθνική ελληνική μειονότητα. Αυτή η πραγματικότητα θα ανήκει τότε στην ιστορία.
Πέμπτο και το πιο σημαντικό. Νομίζω όμως, ότι, τόσο η Χρυσή Αυγή που ζητάει την πρωτοκαθεδρία στο Βορειοηπειρωτικό, όσο και η επίσημη Αθήνα και άλλοι πολιτικοί φορείς, θα πρέπει πρωτίστως να ασχοληθούν σοβαρά με την πολιτική ηγεσία της εθνικής ελληνικής μειονότητας και σε πρώτη γραμμή με εκείνη της ΟΜΟΝΟΙΑΣ-ΚΕΑΔ. Οι σημαντικότερες νίκες ιστορικά επιτεύχθηκαν ή μέσω προδοσίας από την πλευρά των ηττημένων, ή μέσω πολλών θυσιών από τους νικητές. Στην περίπτωση της εθνικής ελληνικής μειονότητας η σημερινή διάλυση, δηλαδή η εθνική ήττας της οφείλεται στο ρόλο αυτής της ηγεσίας που μπορεί να χαρακτηριστεί «Δούρειος Ίππος». Αυτή μεθόδευσε και επέτρεψε να διαλυθούν τα σχολεία στην ελληνική γλώσσα Δεν διεκδίκησε τις περιουσίες μας αλλά επέτρεψε να ιδιωτικοποιηθούν, από αλλοεθνείς δήθεν πρώην ιδιοκτήτες και από την Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Αλβανική Εκκλησία. Αυτή φέρνει τις καίριες ευθύνες για την δημογραφική αλλοίωση των περιοχών με αμιγή ελληνικό πληθυσμό. Με τη συμπεριφορά της καλλιέργησε τη διάσπαση και εσωτερικό αλληλοσπαραγμό, την πολιτική και εθνική ανηθικότητα, τις ανίερες συμμαχίες και πολιτικό ξεπούλημα στ΄ αλβανικά κόμματα και συμφέροντα. Με εσκεμμένες επιπολαιότητες, ανθελληνικές συμπεριφορές και προβοκατόρικες κινήσεις, έφερε σε παρακμή των ελληνισμό στη Χιμάρα. (Τώρα καταπιάστηκε με την Κορυτσά).
Γενικώς υποβάθμισε το εθνικό μας θέμα σε τέτοιο βαθμό που στην πρόσφατη έκθεση του Επιτρόπου για Διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Φούλε, για την προενταξιακή πορεία της Αλβανίας, αναφέρει μόνο δύο σειρές για τον ελληνισμό της Αλβανίας και τα δικαιώματά του, την στιγμή που έπρεπε να ήμασταν ο ρυθμιστικός παράγοντας. Υπό το σκεπτικό αυτό νομίζω ότι είναι ευπρόσδεκτη κάθε συμπαράσταση προς τον εθνικό μας θέμα. Διαφορετικά η κατηφόρα στην οποία εισήλθε από χρόνια θα επισπευσθεί.
InfoGnomon
Παναγιώτης Μπάρκας, Αργυρόκαστρο
Όσο η κρίση στην Ελλάδα παρατείνεται, τόσο περισσότερο αποδεικνύεται αναγκαίο ότι η έξοδος από την κρίση απαιτεί για μια ακόμα φορά την ιστορική συνιστώσα λύτρωσης του Ελληνικού Γένους και έθνους που είναι οι μεγάλες ιδέες που οδηγούν στο συλλογικό πατριωτισμό μέχρι την ύψιστη θυσία. Όσο όμως οι πολιτικοί έχουν επιδοθεί στην προσπάθεια να αποφύγουν τις ευθύνες για την κρίση με την ανάληψη ρόλου αναζήτησης φωτός στο τούνελ, όσο οι διανοούμενοι δεν μπορούν να νικήσουν την σιωπή που τους επιβάλει το σκληρυμένο κατεστημένο κρίσης, (μη μπορώντας να ανταποκριθούν αφιλοκερδώς στο εθνικό χρέος), όσο οι απλοί Έλληνες μόνο φωνάζουν για τα δυσμενή οικονομικά μέτρα που τους βαραίνουν προσωπικά και δεν αντιδρούν με συλλογική ελληνική ψυχή κατά της κατρακύλας της πατρίδας, τόσο βαθαίνει το κενό της πραγματικής και αξιοπρεπής λύσης.
Στο κενό αυτό που διευρύνεται με ταχύτητα κολυμπούν τόσο ο ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ όσο και η Χρυσή Αυγή. Η κοινωνική και πολιτική τους ισχύ στην Ελλάδα, το επιβεβαιώνει. Η ισχύ τους θα μεγαλώνει όσο το πολιτικό κατεστημένο όχι μόνο δεν ανοίγει δρόμο, παρά τη λαϊκή ετυμηγορία, αλλά συνεχίζει, σε μεγάλο βαθμό, να επιβάλλεται με την ίδια νοοτροπία, εμποδίζοντας κάθε προσπάθεια απελευθέρωσης θετικών δυνάμεων του γνωστού ελληνικού πατριωτισμού, ή εγκλωβίζοντας την όλη υπόθεση της κρίσης σε οικονομικές συνιστώσες, διακυβεύοντας, την εθνική και κοινωνική υπόσταση.
Δυστυχώς όμως, κι αυτό θα προβεί αύριο πολύ απογοητευτικό για την Ελλάδα, ο ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ, έρχεται να καλύψει το κενό αυτό ως άρνηση των οικονομικών μέτρων. Η Χρυσή Αυγή ως «εφήμερος πατριωτισμός», άρα, κινείται στο χώρο του εθνικού ελληνικού πατριωτισμού, ο οποίος έχει μείνει επικίνδυνα κενός. Δηλαδή χωρίς τις μεγάλες ιδέες και την συμπαράσταση του ελληνικού πνεύματος που θα ενέπνεαν τις αστέρευτες λαϊκές ενέργειες.
Μια από τις συνιστώσες του πατριωτισμού στη Χρυσή Αυγή είναι ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός.
Ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός, αποτελεί διαχρονικά το αναπόσπαστο κομμάτι του ευρύτερου Ηπειρωτικού Ελληνισμού, που ιστορικά αποτέλεσε το λίκνο έμπνευσης για το Γένος των μεγάλων ιδεών και ύψιστων θυσιών. Είχε στην ιστορία το προνόμιο της ευπρέπειας και χάρης να προσφέρει στο Έθνος τα «γράμματα, γρόσια και άρματα». Δυστυχώς, τα τελευταία 20 χρόνια η αντιμετώπισή του βορειοηπειρωτικού ελληνισμού, από τα εθνικά κέντρα αποφάσεων ήταν εφήμερη. Κινήθηκαν με αυθορμητισμό, από τα κλισέ στα ταμπού και γενικώς τέθηκε σε εξάρτηση και υπηρεσία επίλυσης οικονομικών συμφερόντων ελληνικών κύκλων, ή και για την κάλυψη μαύρων τρυπών από ελληνικούς παράγοντες. (Είναι αυτός ο λόγος που ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός στρέφεται υπέρ του κάθε υποστηρικτή που προβάλλει στο προσκήνιο. Στην προκειμένη περίπτωση προς τη Χρυσή Αυγή.)
Εντούτοις, ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός, όχι μόνο αποτελεί των θεματοφύλακα του ιδιαίτερα αναπτυγμένου διαχρονικού ελληνισμού στην περιοχή όπου κατοικεί, όχι μόνο αποτελεί την μόνη εθνική ελληνική μειονότητα ως συνέχεια των ελληνικών εδαφών, (παρά τα σύνορα), όχι μόνο έπαιξε και παίζει ρυθμιστικό ρόλο ισορροπιών στο σημερινό Νότο της Αλβανίας, όχι μόνο παίζει ουσιαστικό ρόλο στις διμερείς σχέσεις, αλλά απ΄ ό, τι όλα δείχνουν θα κληθεί να παίξει σημαντικό ρόλο στις αναμενόμενες εξελίξεις στην περιοχή. Συνεπώς, η κάθε θετική και πραγματική υποστήριξη αυτού του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού, είναι ευπρόσδεχτη, απ΄ όπου και αν προέρχεται.
Γιατί εγκυμονεί κινδύνους για το Βορειοηπειρωτικό «ο πατριωτισμός» της Χρυσής Αυγής.
Τους κινδύνους θα πρέπει να αναζητήσουμε πρώτα στην πραγματικότητα του ίδιου του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού.
Ταλαιπωρημένος στην ελπίδα της σωτηρίας από τη μάνα Ελλάδα, δεν μπόρεσε να γνωρίσει τον εαυτόν του, να προσέξει, εντοπίσει και προβάλλει τη σημασία του, την ιστορία και πολιτισμό που διαχρονικά κουβαλάει, να αρθρώσει πολιτικό και εθνικό λόγο, να διεκδικήσει δικαιώματα από το αλβανικό κράτος και εφαρμογή στην πράξη των υποχρεώσεων από το εθνικό κέντρο. Απεναντίας, μετατράπηκε σε ασήμαντες μονάδες, φωνάζοντας το κραυγαλέο «ήμαστε Βορειοηπειρώτες» (χωρίς να γνωρίζει τη εστί αυτό). Ως άτομα και όχι ως κοινοτικό σύνολο, επιδίωξαν την αυθόρμητη ένταξη στην ελληνική κοινωνία, περνώντας από την ταυτότητα του ανώνυμου πλήθους σε εκείνη της διπλής υπηκοότητας. Και τώρα που ξανά διαπιστώνει ότι στις πλάτες τους έπεσε τριπλά η κρίση (ως βορειοηπειρώτης σε σχέση με τον εαυτόν του, σε σχέση με την Ελλάδα και πιο επικίνδυνα σε σχέση με το αλβανικό στοιχείο), αναζητά ένα καταφύγιο. Προσφέρεται με τη στήριξή της η Χρυσή Αυγή.
Είναι ασφαλώς θετικό, που το θέμα του ελληνισμού της Βορείου Ηπείρου, αποχτάει
διάσταση εν μέσω κρίσης στην Ελλάδα. Αλλά Μέχρι τώρα, η Χρυσή Αυγή δεν παρουσιάζει πραγματικούς στόχους. «Ο αγώνας για τη λύση του Βορειοηπειρωτικού» που ακούμε, κινείται σε ένα επίπεδο κοινού ενδιαφέροντος, που ξεκινάει από συνθηματολογία περί παλιών ιστορικών κεκτημένων και καταλήγει στο γενικό πλαίσιο .
Ακριβώς όμως εδώ θα πρέπει να προσέξουμε. Ο αυθορμητισμός και ο λαϊκισμός δεν έχει καμιά σχέση με εθνικά θέματα εξαιρετικής σημασίας και περίπλοκης υφής.
Πρώτο. Σε περίπτωση που δεν έχεις ένα σύγχρονο πολιτικό όραμα για ένα λεπτό και περιπλεγμένο εθνικό θέμα, καλύτερα κάνε υπομονή, παρά να εγείρεις ξεπερασμένες λύσεις όσο σωστές και αν ήταν στην εποχή τους. Έτσι λοιπόν, αν εγερθεί και διεκδικηθεί στις σημερινές καταστάσεις, ατόφιο (τόσο το χειρότερο συνθηματολογικά) το πακέτο της αυτονομίας του 1914, αν εμείς δεν μπορέσουμε να διαρρυθμίσουμε τα ιστορικά μας κεκτημένα στις σημερινές καταστάσεις και εξελίξεις ένταξης και παγκοσμιοποίησης, είναι σίγουρο που θα είμαστε εκτός τόπου και χρόνου και η Ευρώπη και οι διεθνείς οργανισμοί θα έρθουν καταπάνω μας και θα μας ξεράσουν.
Δεύτερο. είναι αποδεδειγμένο ότι κάθε προσπάθεια «εισαγωγής» κούφιου και ανέπαφου εθνικισμού, χωρίς στόχους και προετοιμασίες, χωρίς διεργασίες και συντονισμό, χωρίς ιδέες, πατριώτες, ηγέτες και πατριωτισμό, αντιστρέφεται σε ποινή και τιμωρία για τον ίδιο τον βορειοηπειρωτικό ελληνισμό, μετατρέπεται σε λαβή από τον αλβανικό εθνικισμό να πλήξει εθνικά την εθνική ελληνική μειονότητα. Το δοκιμάσαμε αυτό για πολλοστή φορά αυτή την 20-ετία, το 1993-94-97 κλπ.
Τρίτο. κανείς δεν δικαιούται να εκδηλώσει τον εθνικισμό του, όσο σωστός και δίκαιος κι αν είναι αυτός, όταν δεν πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις. Τότε αντιστρέφεται σε προβοκάτσια που μετατρέπει σε εύκολο θύμα τον βορειοηπειρωτικό ελληνισμό. Το θέμα γίνεται πιο λεπτό και επικίνδυνο όταν έχουμε υπόψη ότι ο αλβανικός εθνικισμός, ο οποίος τελευταία εκδηλώνεται ως ανθελληνισμός, είναι σε έξαρση. Όταν ο ιστός ελληνισμού της εθνικής ελληνικής μειονότητας έχει εξαντληθεί και τα αποθέματα αντίστασης είναι προ λήξεως.
Τέταρτο. Επίσης, μοιραίο θα είναι το λάθος, αν για να αποφύγουμε όποια βεβιασμένη κίνηση, ή για λογαριασμό άλλον συμφερόντων, αποσιωπήσουμε το θέμα. Επικίνδυνη είναι και η θέση που λέει ότι με την ένταξη της Αλβανίας στην Ευρώπη θα λυθεί αυτομάτως και το Βορειοηπειρωτικό. Είναι επικίνδυνο διότι μέχρι τότε δεν θα μείνει τίποτε όρθιο που να φανερώνει πως υπάρχει στην αλβανική επικράτεια εθνική ελληνική μειονότητα. Αυτή η πραγματικότητα θα ανήκει τότε στην ιστορία.
Πέμπτο και το πιο σημαντικό. Νομίζω όμως, ότι, τόσο η Χρυσή Αυγή που ζητάει την πρωτοκαθεδρία στο Βορειοηπειρωτικό, όσο και η επίσημη Αθήνα και άλλοι πολιτικοί φορείς, θα πρέπει πρωτίστως να ασχοληθούν σοβαρά με την πολιτική ηγεσία της εθνικής ελληνικής μειονότητας και σε πρώτη γραμμή με εκείνη της ΟΜΟΝΟΙΑΣ-ΚΕΑΔ. Οι σημαντικότερες νίκες ιστορικά επιτεύχθηκαν ή μέσω προδοσίας από την πλευρά των ηττημένων, ή μέσω πολλών θυσιών από τους νικητές. Στην περίπτωση της εθνικής ελληνικής μειονότητας η σημερινή διάλυση, δηλαδή η εθνική ήττας της οφείλεται στο ρόλο αυτής της ηγεσίας που μπορεί να χαρακτηριστεί «Δούρειος Ίππος». Αυτή μεθόδευσε και επέτρεψε να διαλυθούν τα σχολεία στην ελληνική γλώσσα Δεν διεκδίκησε τις περιουσίες μας αλλά επέτρεψε να ιδιωτικοποιηθούν, από αλλοεθνείς δήθεν πρώην ιδιοκτήτες και από την Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Αλβανική Εκκλησία. Αυτή φέρνει τις καίριες ευθύνες για την δημογραφική αλλοίωση των περιοχών με αμιγή ελληνικό πληθυσμό. Με τη συμπεριφορά της καλλιέργησε τη διάσπαση και εσωτερικό αλληλοσπαραγμό, την πολιτική και εθνική ανηθικότητα, τις ανίερες συμμαχίες και πολιτικό ξεπούλημα στ΄ αλβανικά κόμματα και συμφέροντα. Με εσκεμμένες επιπολαιότητες, ανθελληνικές συμπεριφορές και προβοκατόρικες κινήσεις, έφερε σε παρακμή των ελληνισμό στη Χιμάρα. (Τώρα καταπιάστηκε με την Κορυτσά).
Γενικώς υποβάθμισε το εθνικό μας θέμα σε τέτοιο βαθμό που στην πρόσφατη έκθεση του Επιτρόπου για Διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Φούλε, για την προενταξιακή πορεία της Αλβανίας, αναφέρει μόνο δύο σειρές για τον ελληνισμό της Αλβανίας και τα δικαιώματά του, την στιγμή που έπρεπε να ήμασταν ο ρυθμιστικός παράγοντας. Υπό το σκεπτικό αυτό νομίζω ότι είναι ευπρόσδεκτη κάθε συμπαράσταση προς τον εθνικό μας θέμα. Διαφορετικά η κατηφόρα στην οποία εισήλθε από χρόνια θα επισπευσθεί.
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Κινητοποιήσεις ΑΔΕΔΥ και ΠΟΕ - ΟΤΑ κατά της διαθεσιμότητας
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ