2013-02-06 10:21:03
του Στέλιου Συρμόγλου
Η ρήση ανήκει στον Σεφέρη, ο οποίος αναφερόταν στις τότε δραματικές συνθήκες, που παρέσυραν κάθε ιδεολογικό εποικοδόμημα, για να αφήσουν γυμνό τον στοιχειοδέστερο ανθρώπινο πυρήνα του Ελληνισμού.
Ο Σεφέρης ανέλυε την κρίση αξιών και την πνευματική ένδεια της εποχής του. Και φοβόταν ότι και λαοί χιλιάδων ετών παύουν κάποτε να μιλούν την γλώσσα τους και ότι αυτή η στιγμή για τους Ελληνες έφτασε Είναι περιττό να επισημάνω ότι αν ζούσε σήμερα ο Σεφέρης, όπως και άλλες μεγάλες μορφές της διανόησης εκείνης της χρονικής περιόδου, θα βίωνε την αισθητική του ρεαλιστικού μηδενισμού και μια κοινωνία με απουσία θεσμών και ιδανικών. Και θα ατένιζε την ελληνική σημαία μπλεγμένη σε πεθαμένες ιδέες και πατριδοκάπηλη ρητορεία. Για τον Σεφέρη και τους άλλους μεγάλους διανοητές, η σημερινή εικόνα της Ελλάδας, τα πρόσωπα και οι καταστάσεις, θα έπαιρναν θέσεις στην όπερα του σύμπανος για να υμνολογήσουν το θάνατο του κύκνου. Μια όπερα με το δραματικό στοιχείο των ισοπεδωμένων θεσμών, με υποτείνουσα τον κοινωνικό θάνατο, με το σαρκασμό του εωσφόρου με τη μορφή του πολιτικού “σωτήρα”, τη σαδιστική ειρωνεία του νεωκόρου και τη σάπια καρδιά των ιερουργών της πολιτικής ντεκατέντσιας.
Κι αυτή η λειτουργία τελετουργείται μέσα στο απόλυτο μηδέν, που παριστάνει το απόλυτο είναι. Υπάρχει παρά ταύτα ένα ερώτημα: Υπάρχει τραγικό στοιχείο στο μηδέν; Υπάρχει…Είναι η αποτραγικοποίηση του τραγικού. Κι αυτός ο ηθικός μηδενισμός είναι η τελευταία τελετουργία που οδηγεί στο μηδέν. Το μηδέν αυτό δεν ειναι οντολογικό. Ενας τόπος μπορεί να αναδυθεί από το μηδέν. Δεν είναι απαισιόδοξος ούτε αισιόδοξος. Είναι απλά τόπος, όπως η αδιαπέραστη ομίχλη, που καλύπτει μια περιοχή. Ή το μηδέν μηδέν ή το μηδέν και η αρχή. Και το συμπέρασμα είναι ότι, αν ως κοινωνία ξεφορτωθούμε την ήττα μας, μπορεί να σωθούμε χωρίς νίκη…
Αν η κοινωνία ανασηκώσει τον καθωσπρεπισμό της, απολακτίσει ανασφάλειες και φοβίες και αφήσει ακάλυπτα και αφτιασίδωτα τα λείψανα, τα σχήματα, τις ιδέες, θα φτάσει μ’ αυτόν τον τρόπο στην αιώρηση του σύγχρονου Ελληνα, που νομίζει τάχατες ότι πατάει σίγουρα, ενώ τον τρώει κατάβαθα όχι η απιστία, αλλά η έλλειψη του αντικειμένου της κάθε πίστης. Κι αυτή η συνειδητοποίηση είναι μια καλή αρχή για την όποια ανατροπή.
Η συνειδητοποίηση ότι η ισοπέδωση και η κατεδάφιση, που συνοδεύονται με ίση αδιαφορία, παραμένουν ποσά “ευθέως ανάλογα” πάντα. Υπάρχουν μάλιστα χρονικές περίοδοι, που το ποσόν της αδιαφορίας ξεπερνάει την αναλογία του όγκου της ισοπέδωσης θεσμών και ιδεών. Τότε η ανισότητα μεγαλώνει μέσα μας και μας συντρίβει ανεπανόρθωτα ως κοινωνία και ως Ελληνισμό. Το μόνο αντίδοτο που κρατάμε και σ’ αυτή τη συντριβή, είναι πάλι η ισόποση αδιαφορία μας για μας πια προσωπικά. Από τον ανέλεο κόσμο, περνάμε στον ανέλεο εαυτό μας…
Στο βάθος, όμως της καρδιάς του λαού, κάποια ρωγμή που ανοίγει το δρόμο στο φόβο που τρέχει. Ισως αυτός ο φόβος να είναι το τελευταίο κράτημα στο κοινωνικό κατρακύλισμα. Το ζωώδες ίσως ξυπνήσει το αδιάφορο πνεύμα, όσο κι αν αυτεπάγγελτοι γυρολόγοι της σωτηρίας του λαού, έκαναν τη μηδενισμένη αναζήτηση αναγκαιότητα των λιμασμένων για άρτον και θεάματα.
Χρειάζεται ο ήχος του καταρράχτη που χύνεται σε ανθρωποθαλάμια και καθαρίζει την χρυσωμένη κοπριά, καταργώντας ταυτόχρονα και το μύθο, με το μύθο.
freepen.gr
Η ρήση ανήκει στον Σεφέρη, ο οποίος αναφερόταν στις τότε δραματικές συνθήκες, που παρέσυραν κάθε ιδεολογικό εποικοδόμημα, για να αφήσουν γυμνό τον στοιχειοδέστερο ανθρώπινο πυρήνα του Ελληνισμού.
Ο Σεφέρης ανέλυε την κρίση αξιών και την πνευματική ένδεια της εποχής του. Και φοβόταν ότι και λαοί χιλιάδων ετών παύουν κάποτε να μιλούν την γλώσσα τους και ότι αυτή η στιγμή για τους Ελληνες έφτασε Είναι περιττό να επισημάνω ότι αν ζούσε σήμερα ο Σεφέρης, όπως και άλλες μεγάλες μορφές της διανόησης εκείνης της χρονικής περιόδου, θα βίωνε την αισθητική του ρεαλιστικού μηδενισμού και μια κοινωνία με απουσία θεσμών και ιδανικών. Και θα ατένιζε την ελληνική σημαία μπλεγμένη σε πεθαμένες ιδέες και πατριδοκάπηλη ρητορεία. Για τον Σεφέρη και τους άλλους μεγάλους διανοητές, η σημερινή εικόνα της Ελλάδας, τα πρόσωπα και οι καταστάσεις, θα έπαιρναν θέσεις στην όπερα του σύμπανος για να υμνολογήσουν το θάνατο του κύκνου. Μια όπερα με το δραματικό στοιχείο των ισοπεδωμένων θεσμών, με υποτείνουσα τον κοινωνικό θάνατο, με το σαρκασμό του εωσφόρου με τη μορφή του πολιτικού “σωτήρα”, τη σαδιστική ειρωνεία του νεωκόρου και τη σάπια καρδιά των ιερουργών της πολιτικής ντεκατέντσιας.
Κι αυτή η λειτουργία τελετουργείται μέσα στο απόλυτο μηδέν, που παριστάνει το απόλυτο είναι. Υπάρχει παρά ταύτα ένα ερώτημα: Υπάρχει τραγικό στοιχείο στο μηδέν; Υπάρχει…Είναι η αποτραγικοποίηση του τραγικού. Κι αυτός ο ηθικός μηδενισμός είναι η τελευταία τελετουργία που οδηγεί στο μηδέν. Το μηδέν αυτό δεν ειναι οντολογικό. Ενας τόπος μπορεί να αναδυθεί από το μηδέν. Δεν είναι απαισιόδοξος ούτε αισιόδοξος. Είναι απλά τόπος, όπως η αδιαπέραστη ομίχλη, που καλύπτει μια περιοχή. Ή το μηδέν μηδέν ή το μηδέν και η αρχή. Και το συμπέρασμα είναι ότι, αν ως κοινωνία ξεφορτωθούμε την ήττα μας, μπορεί να σωθούμε χωρίς νίκη…
Αν η κοινωνία ανασηκώσει τον καθωσπρεπισμό της, απολακτίσει ανασφάλειες και φοβίες και αφήσει ακάλυπτα και αφτιασίδωτα τα λείψανα, τα σχήματα, τις ιδέες, θα φτάσει μ’ αυτόν τον τρόπο στην αιώρηση του σύγχρονου Ελληνα, που νομίζει τάχατες ότι πατάει σίγουρα, ενώ τον τρώει κατάβαθα όχι η απιστία, αλλά η έλλειψη του αντικειμένου της κάθε πίστης. Κι αυτή η συνειδητοποίηση είναι μια καλή αρχή για την όποια ανατροπή.
Η συνειδητοποίηση ότι η ισοπέδωση και η κατεδάφιση, που συνοδεύονται με ίση αδιαφορία, παραμένουν ποσά “ευθέως ανάλογα” πάντα. Υπάρχουν μάλιστα χρονικές περίοδοι, που το ποσόν της αδιαφορίας ξεπερνάει την αναλογία του όγκου της ισοπέδωσης θεσμών και ιδεών. Τότε η ανισότητα μεγαλώνει μέσα μας και μας συντρίβει ανεπανόρθωτα ως κοινωνία και ως Ελληνισμό. Το μόνο αντίδοτο που κρατάμε και σ’ αυτή τη συντριβή, είναι πάλι η ισόποση αδιαφορία μας για μας πια προσωπικά. Από τον ανέλεο κόσμο, περνάμε στον ανέλεο εαυτό μας…
Στο βάθος, όμως της καρδιάς του λαού, κάποια ρωγμή που ανοίγει το δρόμο στο φόβο που τρέχει. Ισως αυτός ο φόβος να είναι το τελευταίο κράτημα στο κοινωνικό κατρακύλισμα. Το ζωώδες ίσως ξυπνήσει το αδιάφορο πνεύμα, όσο κι αν αυτεπάγγελτοι γυρολόγοι της σωτηρίας του λαού, έκαναν τη μηδενισμένη αναζήτηση αναγκαιότητα των λιμασμένων για άρτον και θεάματα.
Χρειάζεται ο ήχος του καταρράχτη που χύνεται σε ανθρωποθαλάμια και καθαρίζει την χρυσωμένη κοπριά, καταργώντας ταυτόχρονα και το μύθο, με το μύθο.
freepen.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Κρεμ μπρυλέ με κανέλα,
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ