2013-04-15 16:51:05
της Ελίνας Γαληνού
Τα αλησμόνητα σκίτσα του με τις εύστοχες σατιρικές στιχομυθίες, άφησαν εποχή. Ο ταλαντούχος Χρύσανθος Μποσταντζόγλου, υπήρξε ένα μεγάλο ταλέντο με πολυσχιδή δράση, τόσο στην πολιτική όσο και την καλλιτεχνική ζωή.
Σκιτσογράφος, γελοιογράφος και θεατρικός συγγραφέας, στιχουργός και ζωγράφος, χάρισε απλόχερα το γέλιο και τον γλυκόπικρο προβληματισμό για την Ελλάδα, την τύχη του λαού της και τα προβλήματα της εποχής του. Ασυμβίβαστος χαρακτήρας, προτίμησε να διαδίδει το πνεύμα του και να επικοινωνεί με τον δικό του τρόπο με τους ανθρώπους.
Η καριέρα του ως σκιτσογράφου, ξεκίνησε από εικονογραφήσεις περιοδικών και παιδικών βιβλίων. και από την άποψη ζωγραφικής, ήταν αυτοδίδακτος. Το 1952, έπιασε δουλειά στην εφημερίδα Καθημερινή ως ταμίας, αλλά εκεί, η Ελένη Βλάχου, είδε και εκτίμησε το ταλέντο του και αποφάσισε να τον προωθήσει δημοσιογραφικά
. Εργάστηκε στην εφημερίδα, αλλά και σε περιοδικά όπως οι Εικόνες και Ταχυδρόμος. Οι θρυλικοί του χαρακτήρες, η Μαμά Ελλάς, ο Πειναλέων και η Ανεργίτσα, κατέχουν κεντρικό ρόλο στον ποιητικό του κόσμο. Εισάγει τις γελοιογραφίες και τυποποιεί τις φιγούρες τους, αντλώντας στοιχεία από τη λαική τέχνη και ιδιαίτερα, τον Θεόφιλο και τον Καραγκιόζη. Η οικογένεια της Μαμάς Ελλάς, ζωντανεύει αβίαστα τα πολιτικά δράματα της μετεμφυλιακής Ελλάδας αλλά και της δικής μας, από τη σκοπιά του λαού. Ενα σημαντικό πρόβλημα που θέτει ο Μπόστ, είναι η περιθωριοποίηση της λαικής συμμετοχής στην διακυβέρνηση της χώρας. Ο ίδιος, τοποθετεί τους χαρακτήρες του απέναντι από την εξουσία με βασικό όπλο, τον λόγο. Η γλώσσα του, πληθωρική και πνευματώδης, σύνθεση από καθαρεύουσα με στοιχεία δημοτικής, τις γνωστές ασυνταξίες και ανορθογραφίες, όπου δήλωνε τολμηρά το δικαίωμα όλων για ελευθερία στην έκφραση. Οι επίτηδες ανορθογραφίες του και τα ανακατέματα λογίων εκφράσεων με λαικές, επιχειρούσαν να σατιρίσουν την χρήση της καθαρεύουσας ως υποχρεωτικής, αλλά και τον ημιμαθή Ελληνα που αναγκαζόταν να την χρησιμοποιεί τότε. Η επικοινωνιακή του δεινότητα, υπήρξε ανεπανάληπτη και όσοι τον θυμούνται θα το αναγνωρίζουν. Το σατιρικό του ύφος, ήταν εντελώς προσωπικό και αναγνωρίσιμο και η σάτιρά του, στοχεύει στον Ο μικροαστός Ελληνα; των μεταπολεμικών δεκαετιών, με τον καθωσπρεπισμό, την ημιμάθεια, τον νεοπλουτισμό, την ξενομανία και τις έντονες ταξικές αντιθέσεις, γίνεται ο στόχος του. Ο Μπόστ, σατιρίζει ιδιαίτερα την εξάρτηση της Ελλάδας από τον ξένο παράγοντα, ενώ δεν χαρίζεται σε καμία εγχώρια πολιτική παράταξη, όταν το κρίνει αναγκαίο.
Αυτό το θέμα επέλεξε το Μουσείο Μπενάκη για να πραγματοποιήσει μια έκθεση-αφιέρωμα στον αλησμόνητο Μπόστ. Ο τίτλος της έκθεσης, "Σερσέ να φάμ", αντιπροσωπευτικός ως προς το έργο και τα χαρακτηριστικά του Μπόστ, μας θύμισε την διαχρονικότητά του. Τα σκίτσα του της περιόδου 1959-1966, παρουσιάζονται σε ψηφιακή αναπαραγωγή, καθώς τα πρωτότυπα σκίτσα της τόσο γόνιμης εκείνης περιόδου του, έχουν χαθεί. Το κενό αυτό, μαρτυρά το πόσο πολιτικά ευθύβολη ήταν η σάτιρά του. Αλλωστε, τις πρώτες μέρες της δικτατορίας του 67, η ασφάλεια εισέβαλε στο σπίτι του και κατάσχεσε το σύνολο του έργου του, το οποίο δεν του επεστράφη ποτέ.
Παρ΄όλες τις αντιδράσεις και δυσκολίες που συνάντησε ο Μπόστ στην καριέρα του, πέτυχε κάτι που πολλοί καλλιτέχνες ονειρεύτηκαν, αλλά λίγοι κατόρθωσαν μέσα στον 20ο αιώνα. Το έργο του άρεσε και στους λίγους και στους πολλούς, καθώς ενώνει και δημιουργεί μια αίσθηση κοινότητας.
Στην έκθεση, περιλαμβάνεται και ένα τιμητικό αφιέρωμα για τον καλλιτέχνη, από σύγχρονους γελοιογράφους. Αλλωστε, στην παρούσα εθνική συγκυρία που ζούμε, μήπως η Μαμά Ελλάς, ο Πειναλέων και η Ανεργίτσα, δεν είμαστε εμείς οι ίδιοι; Και πόσοι σήμερα με τα χάλια που μας περιβάλλουν, δεν θα έχουν νοσταλγήσει ένα σκίτσο με μια στιχομυθία του Μπόστ, για να μας έλεγε πώς βλέπει αυτά που συμβαίνουν στην Ελλάδα και την Κύπρο Η έκθεση για τον Μπόστ, είχε προταθεί και σχεδιαστεί από την ιστορικό τέχνης Μαρία Κοτζαμάνη, που χάθηκε πρόσφατα από ατύχημα, οπότε ανελαβε η θυγατέρα της Μαρίνα ως προσφορά στη μνήμη της μητέρας της, να υλοποιήσει την έκθεση με δική της επιμέλεια. Στα εγκαίνια είχαμε την ευκαιρία να ακούσουμε και κάποιες αναφορές για τη ζωή του Μπόστ, από τον γιό του Κώστα. Ηταν πολύ κατατοπιστικό για το κοινό, που οι γελοιογραφίες του συνοδεύονταν από ιστορικά κείμενα και ντοκουμέντα, γιατί αποσαφηνίζουν την σχέση της γελοιογραφίας με την εποχή που αντιστοιχούσε και τα σχετικά γεγονότα. Γενικά, μας δόθηκε η ευκαιρία να θυμηθούμε και να νοσταλγήσουμε πολλά, για τον Μπόστ που μας ώθησε να αναγνωρίσουμε μέσα από την τέχνη, την βαθύτερη ουσία του δημόσιου βίου. Η έκθεση θα διαρκέσει ως τις 19 Μαΐου.
InfoGnomon
Τα αλησμόνητα σκίτσα του με τις εύστοχες σατιρικές στιχομυθίες, άφησαν εποχή. Ο ταλαντούχος Χρύσανθος Μποσταντζόγλου, υπήρξε ένα μεγάλο ταλέντο με πολυσχιδή δράση, τόσο στην πολιτική όσο και την καλλιτεχνική ζωή.
Σκιτσογράφος, γελοιογράφος και θεατρικός συγγραφέας, στιχουργός και ζωγράφος, χάρισε απλόχερα το γέλιο και τον γλυκόπικρο προβληματισμό για την Ελλάδα, την τύχη του λαού της και τα προβλήματα της εποχής του. Ασυμβίβαστος χαρακτήρας, προτίμησε να διαδίδει το πνεύμα του και να επικοινωνεί με τον δικό του τρόπο με τους ανθρώπους.
Η καριέρα του ως σκιτσογράφου, ξεκίνησε από εικονογραφήσεις περιοδικών και παιδικών βιβλίων. και από την άποψη ζωγραφικής, ήταν αυτοδίδακτος. Το 1952, έπιασε δουλειά στην εφημερίδα Καθημερινή ως ταμίας, αλλά εκεί, η Ελένη Βλάχου, είδε και εκτίμησε το ταλέντο του και αποφάσισε να τον προωθήσει δημοσιογραφικά
Αυτό το θέμα επέλεξε το Μουσείο Μπενάκη για να πραγματοποιήσει μια έκθεση-αφιέρωμα στον αλησμόνητο Μπόστ. Ο τίτλος της έκθεσης, "Σερσέ να φάμ", αντιπροσωπευτικός ως προς το έργο και τα χαρακτηριστικά του Μπόστ, μας θύμισε την διαχρονικότητά του. Τα σκίτσα του της περιόδου 1959-1966, παρουσιάζονται σε ψηφιακή αναπαραγωγή, καθώς τα πρωτότυπα σκίτσα της τόσο γόνιμης εκείνης περιόδου του, έχουν χαθεί. Το κενό αυτό, μαρτυρά το πόσο πολιτικά ευθύβολη ήταν η σάτιρά του. Αλλωστε, τις πρώτες μέρες της δικτατορίας του 67, η ασφάλεια εισέβαλε στο σπίτι του και κατάσχεσε το σύνολο του έργου του, το οποίο δεν του επεστράφη ποτέ.
Παρ΄όλες τις αντιδράσεις και δυσκολίες που συνάντησε ο Μπόστ στην καριέρα του, πέτυχε κάτι που πολλοί καλλιτέχνες ονειρεύτηκαν, αλλά λίγοι κατόρθωσαν μέσα στον 20ο αιώνα. Το έργο του άρεσε και στους λίγους και στους πολλούς, καθώς ενώνει και δημιουργεί μια αίσθηση κοινότητας.
Στην έκθεση, περιλαμβάνεται και ένα τιμητικό αφιέρωμα για τον καλλιτέχνη, από σύγχρονους γελοιογράφους. Αλλωστε, στην παρούσα εθνική συγκυρία που ζούμε, μήπως η Μαμά Ελλάς, ο Πειναλέων και η Ανεργίτσα, δεν είμαστε εμείς οι ίδιοι; Και πόσοι σήμερα με τα χάλια που μας περιβάλλουν, δεν θα έχουν νοσταλγήσει ένα σκίτσο με μια στιχομυθία του Μπόστ, για να μας έλεγε πώς βλέπει αυτά που συμβαίνουν στην Ελλάδα και την Κύπρο Η έκθεση για τον Μπόστ, είχε προταθεί και σχεδιαστεί από την ιστορικό τέχνης Μαρία Κοτζαμάνη, που χάθηκε πρόσφατα από ατύχημα, οπότε ανελαβε η θυγατέρα της Μαρίνα ως προσφορά στη μνήμη της μητέρας της, να υλοποιήσει την έκθεση με δική της επιμέλεια. Στα εγκαίνια είχαμε την ευκαιρία να ακούσουμε και κάποιες αναφορές για τη ζωή του Μπόστ, από τον γιό του Κώστα. Ηταν πολύ κατατοπιστικό για το κοινό, που οι γελοιογραφίες του συνοδεύονταν από ιστορικά κείμενα και ντοκουμέντα, γιατί αποσαφηνίζουν την σχέση της γελοιογραφίας με την εποχή που αντιστοιχούσε και τα σχετικά γεγονότα. Γενικά, μας δόθηκε η ευκαιρία να θυμηθούμε και να νοσταλγήσουμε πολλά, για τον Μπόστ που μας ώθησε να αναγνωρίσουμε μέσα από την τέχνη, την βαθύτερη ουσία του δημόσιου βίου. Η έκθεση θα διαρκέσει ως τις 19 Μαΐου.
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Αλλαγές στο εφάπαξ για Δημόσιο, ΔΕΚΟ, τράπεζες και ιδιωτικό τομέα.
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Π.Ο.Π.Ε.Κ :“Χημεία και Τεχνολογία Υδρογονανθράκων”
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ