2013-09-03 18:32:05
Φωτογραφία για Προτάσεις αναθεώρησης του Συντάγματος της Συμφωνίας για τη Νέα Ελλάδα
Η σημερινή εποχή αναδεικνύει πολλά προβλήματα και σύνθετες αντιξοότητες, που αφορούν την επιβίωση της ελληνικής κοινωνίας και την ένταξη σε πορεία ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.

Σήμερα, λοιπόν, που η χώρα βιώνει με δραματικούς όρους μια κρίση οικονομική, κοινωνική και πολιτική, το ζήτημα αναθεώρησης του Συντάγματος πρέπει να αντιμετωπιστεί από μία διαφορετική σκοπιά, σε σχέση τουλάχιστον με τις προηγούμενες αναθεωρήσεις. Δεν είναι πιά ζήτημα θεσμικών και πολιτικών ισοοροπιών. Και οπωσδήποτε δεν αποτελεί θέμα νομικής ή θεωρητικής πολυτέλειας. Ούτε επίσης μπορεί να αναλωθεί σε επουσιώδεις νομικές λεπτομέρειες ή κινήσεις εντυπωσιασμού. Είναι δε ταυτοχρόνως σαφές, ότι η συνταγματική αναθεώρηση δεν μπορεί να περιπλέξει περαιτέρω το ήδη περιπεπλεγμένο, γραφειοκρατικό, αντιπαραγωγικό και οπισθοδρομικό ελληνικό πολιτικό, διοικητικό και δικαιοδοτικό πρόβλημα. 

Όπως επίσης πρέπει να γίνεται και κατανοητό, ότι η αδυναμία ορισμένων πολιτικών φορέων να διατυπώσουν καθαρές πολιτικές προτάσεις, τους οδηγεί σε θεσμικές ακροβασίες ή κοινοτοπίες
. Για παράδειγμα, τόσο η πρόταση της ΝΔ για Πρόεδρο Δημοκρατίας ενισχυμένων αρμοδιοτήτων, όσο και η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για απευθείας εκλογή Προέδρου από το λαό, το μόνο που εγγυώνται είναι μία ατελείωτη περίοδο άγονων συγκρούσεων περί πρωτοκαθεδρίας, που θα καταστήσουν περαιτέρω αδρανές, αναποτελεσματικό και ξένο με τους πολίτες το πολίτευμα και το πολιτικό σύστημα της χώρας κι έτσι θα το παραδώσουν ως εύκολη λεία σε αντιδημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις. Κι ακόμη, στις σημερινές συνθήκες δεν είναι οφέλιμο, αλλά ούτε και την πολυτέλεια έχουμε να αναρωτιόμαστε για αλλαγές που αφορούν στη μορφή του πολιτεύματος, ως Προεδρευόμενης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας. 

Οι πολίτες της χώρας υποφέρουν από την έλλειψη θέσεων εργασίας, από μία έντονη και πολυετή ύφεση χωρίς πραγματική, ορατή διέξοδο. Στον πολίτη που είναι άνεργος, ή που ανησυχεί για τη δουλειά του, ή που δεν αρκούν τα εισοδήματά του, ή που δεν βλέπει πραγματική διέξοδο αλλά ακούει να του προτείνονται φανταστικά σενάρια επιτυχίας, το ζήτημα αν η μορφή του πολιτεύματος θα είναι Προεδρευομένη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία ή ενδεχομένως Προεδρική, είναι πλήρως αδιάφορο και στους σχετικούς διαλόγους όχι απλώς αποφεύγει να συμμετάσχει, αλλά και τους αποστρέφεται. Κι ακόμη, ή συζήτηση περί δήθεν πλεονεκτημάτων της μορφής του πολιτεύματος που δεν έχουμε, είναι απλώς μια απόπειρα φυγής από την πραγματικότητα, αν δεν είναι στρουθοκαμηλισμός. Η Ελλάδα είναι μία χώρα που λειτουργεί σταθερά ως Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, γνωρίζει καλά τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα του πολιτεύματος αυτού και δεν έχει κανένα λόγο να υποστεί νέες θεσμικές ταλαιπωρίες έως να ισορροπήσει σε άλλη μορφή δημοκρατικού πολιτεύματος, που και αυτή με τη σειρά της έχει πλεονεκτήματα, αλλά και μειονεκτήματα. Αντίθετα με όλα αυτά, η σημερινή αλλαγή του Συντάγματος πρέπει να έχει στο επίκεντρό της τον άνθρωπο, με όλες του τις ιδιότητες: ως πολίτη, ως προσώπου, ως διοικουμένου, ως διαδίκου, ως μέλους πολιτικών συλλογικοτήτων, ως μέλους κοινωνικών ομάδων, ως έχοντος την ανάγκη της κρατικής μέριμνας.

Με το Σύνταγμα του 1975 εγκαθιδρύθηκε η Γ´ Ελληνική Δημοκρατία. Σταθερό δημοκρατικό πολίτευμα, εκλογικευμένος κοινοβουλευτισμός-δηλαδή δημοκρατικό,κοινοβουλευτικό πολίτευμα αλλά με σταθερές κυβερνήσεις ως αποτέλεσμα του τερματισμού των συγκρούσεων μεταξύ του Πρωθυπουργού και του αρχηγού του κράτους-, δημιουργία μεγάλης και ισχυρής μεσαίας τάξης, ένταξη στην Ε.Ο.Κ. και στη συνέχεια στην Ευρωζώνη ήταν τα βασικά επιτεύγματα της περιόδου αυτής της ιστορίας μας. Μετατροπή του κράτους σε μαζική και τυφλή γραφειοκρατία εχθρική προς τον ιδιωτικό τομέα και την ανάπτυξη, δραματική καθυστέρηση στην απονομή της Δικαιοσύνης, υποταγή της πολιτικής στη γραφειοκρατία και τις πελατειακές σχέσεις, καταστρατήγηση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, διαφθορά, απώλεια της συνείδησης για όσα μας καθορίζουν ως έθνος ώστε να λειτουργήσουμε ως Έλληνες στην Ενωμένη Ευρώπη ήταν τα αρνητικά χαρακτηριστικά της περιόδου που αποκαλέσαμε "μεταπολίτευση". Η αλλαγή του Συντάγματος πρέπει να είναι ευρεία και ριζοσπαστική ώστε να γυρίσουμε σελίδα. Πρέπει να εγκαθιδρύσουμε την Δ´ Ελληνική Δημοκρατία. Να δημιουργήσουμε τη θεσμική βάση πάνω στην οποία θα οικοδομήσουμε την Ελλάδα που υπερβαίνει την κρίση, την Ελλάδα της Δικαιοσύνης, της Αλληλεγγύης, της Εθνικής Διάρκειας, της Δημοκρατικής Συμμετοχής, της ανάπτυξης και της ευημερίας. Οι αλλαγές, λοιπόν, που θα επιχειρήσουμε στο Σύνταγμα πρέπει να αφορούν τα σημεία του που αποτελούν την αχίλλειο πτέρνα της ελληνικής κοινωνίας και του ελληνικού κράτους. Η μάχη σε αυτά ακριβώς τα σημεία πρέπει να δοθεί και να κερδηθεί.

Τη μάχη, όμως, πρέπει να την κερδίσουμε από την αρχή. Η έναρξη της διαδικασίας αναθεώρησης του Συντάγματος μπορεί να αποκτήσει αξία για τον πολίτη, για την κοινωνία, για το λαό και για τη χώρα, μόνο εάν συνδυαστεί αμέσως και ευθέως με τα ζητήματα της πλήρους αναδιοργάνωσης της Διοίκησης, της βελτίωσης της ταχύτητας στην απονομή της Δικαιοσύνης, της θεμελίωσης των προϋποθέσεων της οικονομικής ανάπτυξης, των δραστικών αλλαγών στο πολιτικό σύστημα στην κατεύθυνση συμμετοχής του πολίτη, των ορισμένων λελογισμένων αλλά ριζοσπαστικών αλλαγών στις σχέσεις των οργάνων του κράτους και της εγγύησης από την πλευρά της ελληνικής πολιτείας ενός αξιόπιστου συστήματος κοινωνικής αλληλεγγύης. Με αυτές τις θέσεις προσερχόμαστε στο διάλογο για την αναθεώρηση του Συντάγματος με στόχους προφανείς: να πείσουμε έμπρακτα τους πολίτες πως η Ελλάδα είναι ένα κράτος δικαίου, που μάχεται για να κατοχυρώσει στην πράξη την Αλληλεγγύη, την Δικαιοσύνη, την Ευημερία και τη Δημοκρατία.

​Βασικός στόχος της Αναθεώρησης είναι να συγκροτήσουμε σοβαρό και αξιόπιστο κράτος. Ο ριζοσπαστικός μετασχηματισμός της δημόσιας διοίκησης είναι εθνική προτεραιότητα. Κράτος που οι μείζονες αποφάσεις του στα ζητήματα της φορολογίας και της δημόσια τάξης και ασφάλειας τελούν διαρκώς υπό αίρεση, δεν νοείται. Κράτος που μοιράζεται τα έσοδά του με φοροκλέπτες και εισφοροφυγάδες, με καταχραστές και επίορκους δεν νοείται. Κράτος που απορρίπτει, μετ’ επαίνων μάλιστα, αιτήματα για οικονομικές δραστηριότητες, ή αργεί να απαντήσει, ή οι υπάλληλοί του ατιμώρητα εχθρεύονται τον ιδιωτικό τομέα δεν νοείται. Κράτος, δηλαδή, που λειτουργεί στην κατεύθυνση του αποκλεισμού της εισόδου στην επιχειρηματικότητα και την αγορά εργασίας δεν νοείται. Το κράτος που χρειαζόμαστε δεν είναι ούτε το κράτος – πατερούλης της παλαιοαριστεράς, όπου το Δημόσιο αναλαμβάνει να κάνει τα πάντα, ούτε το κράτος – νυχτοφύλακας των υπερφιλελεύθερων, που θα κρατάει το φανάρι στους επιχειρηματίες. Χρειαζόμαστε ένα στιβαρό, παρεμβατικό κράτος, με υπαλληλία σύγχρονη και ευέλικτη και εν ταυτώ ένα κράτος επιτελικό, ικανό να σχεδιάζει μακροπρόθεσμα για όλους τους τομείς του δημοσίου συμφέροντος, από την οικονομία έως την εκπαίδευση και την κοινωνική πολιτική. Αυτό το κράτος δεν πρέπει να είναι ούτε «λίγο» ούτε «πολύ», ούτε «μικρό» ούτε «μεγάλο», αλλά ευφυές, ταχύ και αποτελεσματικό. Ο ριζοσπαστικός μετασχηματισμός του κράτους αποτελεί σήμερα το μείζονα εθνικό στόχο. Υπάρχει ανάγκη ενός κράτους που θα εκπληρώνει αφενός τον πάγιο και βασικό του σκοπό που είναι η γρήγορη και δίκαιη διεκπεραίωση των θεμάτων των πολιτών και αφετέρου θα ασκεί το ρυθμιστικό του ρόλο ως κοινωνικού κράτους.

​Άρα οφείλουμε:

• Να υπερβούμε την παράλυση της δημόσιας διοίκησης, η οποία ήταν ήδη αναποτελεσματική πριν την κρίση και αποδεικνύεται δύο φορές πιο αναποτελεσματική σε συνθήκες κρίσης.

• Να καταργήσουμε τους φραγμούς εισόδου στην αγορά εργασίας και την επιχειρηματικότητα, χτυπώντας τη γραφειοκρατία.

• Να οργανώσουμε καλύτερα την απονομή της Δικαιοσύνης, εμπεδώνοντας την πεποίθηση πως η Ελλάδα είναι ένα κράτος δικαίου που σέβεται τους πολίτες του κι όχι ένα κράτος όπου η απονομή της Δικαιοσύνης παρέχει απλώς άλλοθι και προσχήματα.

• Να ενισχύσουμε με κατάλληλους θεσμούς την αναπτυξιακή επιχειρηματικότητα και να διαρρήξουμε κάθε σχέση με τον οικονομικό παρασιτισμό.

•Να οργανώσουμε καλύτερα τους θεσμούς κοινωνικής αλληλεγγύης.

•Να ενισχύσουμε τη δημοκρατική συμμετοχή του πολίτη.

• Να ξεπεράσουμε τις αδυναμίες του πολιτικού συστήματος και να οργανώσουμε καλύτερα τις σχέσεις μεταξύ των οργάνων του κράτους.

Η βάση της αλλαγής του Συντάγματος, η αρχή που διέπει όλες μας τις προτάσεις, το πολιτικό νόημα της παρέμβασης αυτής, τα στοιχεία που θα χαρακτηρίσουν την Δ´ Ελληνική Δημοκρατία είναι η αναβάθμιση του ρόλου και της ζωής των ανθρώπων με τις βασικές για το Σύνταγμα ιδιότητές τους: ως πολιτών, ως προσώπων, ως μελών πολιτικών συλλογικοτήτων, ως διοικουμένων και διαδίκων, ως μελών κοινωνικών ομάδων, ως εχόντων ανάγκη την παρέμβαση του κράτους για την υποστήριξή τους.

Οι πτυχές της αναθεώρησηςτου Συντάγματος είναι έξι: ο ριζοσπαστικός μετασχηματισμός του διοικητικού συστήματος, η οργάνωση της απονομής της Δικαιοσύνης, η κατοχύρωση της δημοκρατικής συμμετοχής του πολίτη, η καλύτερη συνεργασία των κρατικών οργάνων, η οργάνωση του συστήματος αλληλεγγύης και οι αλλαγές στο πολιτικό σύστημα της χώρας.

I. ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ

α. Θέσπιση αποκλειστικών προθεσμιών σχετικά με το χρόνο δράσης της διοίκησης. Με τις ρυθμίσεις αυτές θα αποκλειστεί η μετατροπή των αποκλειστικών προθεσμιών που εισάγει ο νομοθέτης ως ενδεικτικών, από τη Διοίκηση και τη Δικαιοσύνη.

β. Στο άρθρο 101 του Συντάγματος θα προβλεφθεί η αρχή της ταχείας και ψηφιακής Διοίκησης και θα καθοριστεί ως συνταγματικό desideratum η εξ αποστάσεως και μόνο σχέση Διοίκησης και διοικουμένων. Έτσι θα επιχειρηθεί να περιοριστεί η πελατειακή σχέση διαμεσολάβησης κράτους – πολίτη.

γ. Καθιέρωση, με σεβασμό των ενωσιακών διαδικασιών, ειδικών κινήτρων σε ό,τι αφορά τις ξένες επενδύσεις.

δ. Η προστασία του χρόνου του διοικούμενου, του πολίτη, του οικονομικώς ενεργού ανθρώπου επιβάλλει την ταχεία διεκπεραίωση των διοικητικών υποθέσεων με οικονομικό περιεχόμενο, συμβάλλοντας έτσι στην πολυπόθητη ανάπτυξη που αποτελεί το βασικό εργαλείο αντιμετώπισης της ύφεσης.

ε. Θέσπιση ειδικού εξαιρετικού καθεστώτος σε σχέση με τη στελέχωση της δημόσια διοίκησης από νέα ή και από εξωτερικά στελέχη, με βάση προσόντα και δεξιότητες που έχουμε ανάγκη, προκειμένου το κράτος να ανταποκριθεί στο ρυθμιστικό του ρόλο. Η επετηρίδα πρέπει να καταστεί παρελθόν.

στ. Στο άρθρο 101 θα πρέπει να προστεθεί μια πέμπτη παράγραφος, βάσει της οποίας θα προβλεφθεί ενιαία για όλη τη Διοίκηση προκοινοβουλευτική νομοθετική διαδικασία, ώστε οι νόμοι να είναι ομοιόμορφα προετοιμασμένοι, επαρκώς επεξεργασμένοι και απολούστεροι σε διατύπωση.

ζ. Αναθεώρηση του άρθρου 103 του Συντάγματος, ώστε η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων να προβλεφθεί υπό προϋποθέσεις. Εδώ πρέπει να προστεθεί και η προστασία του ιδιωτικού βίου του υπαλλήλου. Οι υπερβολές του κοινού νομοθέτη με αυτό τον τρόπο θα αποφεύγονται.

II. ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

α. Ίδρυση Συνταγματικού Δικαστηρίου. Ο διάχυτος έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων αποδείχτηκε πηγή καθυστέρησης απονομής της Δικαιοσύνης και τελικώς προσχηματικός, αφου ο έλεγχος αυτός παράγει αποτελέσματα μόνο όταν εν τέλει αποφασίσουν τα ανώτατα δικαστήρια. Το Συνταγματικό Δικαστήριο αποφασίζει για τις σχετικές ενστάσεις αντισυνταγματικότητας κατασταλτικά, αλλά και σε λελογισμένες περιπτώσεις και προληπτικά. Επίσης, το Συνταγματικό Δικαστήριο θα είναι αρμόδιο για τις διαδικασίες ίδρυσης ενός κόμματος , όπως και για την εκ μέρους του τήρηση της δήλωσής του πως δεν παραβιάζει έμπρακτα τις θεμελιώδεις αρχές της Δημοκρατίας και του Συντάγματος ( βλ. και σημείο VI). Τέλος, το Συνταγματικό Δικαστήριο θα ελέγχει τη συνταγματικότητα ορισμένων πράξεων των οργάνων του κράτους (βλ. κατωτέρω, υπό IV).

β. Ο δεύτερος μεγάλος στόχος που προωθείται με την αναθεώρηση διατάξεων που ανήκουν στην ενότητα της Δικαιοσύνης, είναι η επίλυση σοβαρών τριβών που επί χρόνια απασχολούν τη νομολογία ως προς την κατανομή της δικαιοδοσίας μεταξύ των διοικητικών και των πολιτικών δικαστηρίων, αλλά και μεταξύ του Συμβουλίου της Επικρατείας, των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Στο πλαίσιο αυτό κρίσιμο ζήτημα αποτελεί η ορθολογική ρύθμιση του ρόλου του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά βάση σε σχέση με τον παρεμπίπτοντα έλεγχο νομιμότητας, που πολλές φορές αδικαιολογήτως ασκεί, αλλά και σε σχέση με το ρόλο και τις αρμοδιότητες της Ανεξάρτητης Αρχής Προμηθειών. Θα πρέπει επίσης να θεσπισθεί ευκρινέστερα η δυνατότητα ανάθεσης, σε ειδικές περιπτώσεις, της εκδίκασης μιας δέσμης διοικητικών διαφορών από τα πολιτικά δικαστήρια και το αντίστροφο, εφόσον π.χ. εφαρμόζεται και επί ιδιωτικών και επί διοικητικών διαφορών το ίδιο νομοθετικό πλαίσιο (π.χ. δημόσια έργα και έργα νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου τομέα), ή οι διαφορές αυτές προκύπτουν στο πλαίσιο μίας και της αυτής υπόθεσης.

γ. Επίσης, πρέπει να προβλεφθεί ρητώς στο άρθρο 20 § 1 του Συντάγματος, η αρχή της ταχείας απονομής της Δικαιοσύνης, ως βασικής συνιστώσας της αποτελεσματικότητάς της, ειδικά για υποθέσεις με οικονομικό-επενδυτικό ενδιαφέρον.

δ. Στον ακυρωτικό έλεγχο του ΣτΕ προτείνεται να παραμείνουν μόνο οι κανονιστικές πράξεις της Διοίκησης, καθώς και ορισμένες, μείζονος σημασίας, εφέσεις κατά αποφάσεων των Διοικητικών Εφετείων. Ταυτοχρόνως, πρέπει να προβλεφθεί αυστηρότερο πλαίσιο, όπου θα υποχρεώνει τη Διοίκηση να συμμορφώνεται στις αμετάκλητες αλλά και στις τελεσίδικες (η εκτέλεση των ο­ποίων δεν έχει ανασταλεί νόμιμα) αποφάσεις όχι μόνον του ΣτΕ, αλλά και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Ο τρό­πος συμμόρφωσης και το πλαίσιο κυρώσεων πρέπει υποχρεωτικά πλέον να υποδεικνύεται από την ίδια την απόφαση. Προτείνεται επίσης η ίδρυση ειδικού τμήματος στο Συμβούλιο της Επικρατείας για την γρήγορη εκδίκαση υποθέσεων μεγάλων δημόσιων συμβάσεων και ιδιωτικών επενδύσεων.

ε. Θέσπιση ειδικών τμημάτων των πολιτικών αλλά και των διοικητικών δικαστηρίων για υποθέσεις μεγάλου οικονομικού και κοινωνικού ενδιαφέροντος και θέσπιση συνταγματικής προθεσμίας για ταχύτατη εκδίκαση και

έκδοση απόφασης.

III. ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ

α. Η αυτοπρόσωπη υποστήριξη των αναφορών των πολιτών σε ειδική επιτροπή της Βουλής (αναθεώρηση του άρθρου 69 του Συντάγματος). Εφόσον οι αναφορές υπογράφονται τουλάχιστον από 10.000 πολίτες, πρέπει να εισάγονται προς συζήτηση σε ειδική επιτροπή της Βουλής.

β. Η θέσπιση ελάχιστου αριθμού παρόντων βουλευτών κατά την ψήφιση των σχεδίων νόμων (άρθρο 67), που πρέπει να είναι τουλάχιστον το 1/3 του συνόλου των βουλευτών.

γ. Η ρητή πρόβλεψη ότι η σύσταση εξεταστικής των πραγμάτων επιτροπής αποτελεί δικαίωμα της μειοψηφίας (άρθρο 68 § 2).

δ. Η θέσπιση μορφών άμεσου, διεισδυτικού και απροειδοποίητου ελέγχου, κατά τα αγγλοσαξωνικά πρότυπα (άρθρο 70 § 6). Να σημειωθεί εδώ, πως ενώ για το νομοθετικό έργο το Σύνταγμα αφιερώνει ειδικό κεφάλαιο, για τον κοινοβουλευτικό έλεγχο «αρκείται» σε μία παράγραφο επτά σειρών!

ε. Η θέσπιση της λαϊκής, νομοθετικής πρωτοβουλίας, με τις υπογραφές ενός ποσοστού του εκλογικού σώματος, με την ταυτόχρονη αλλαγή του άρθρου 73 § 3 του Συντάγματος σύμφωνα με το οποίο – κατά την ερμηνεία του – οι προτάσεις νόμων των Βουλευτών δεν τίθενται σε ψηφοφορία!

στ. Η αλλαγή του άρθρου 16 του Συντάγματος, στην κατεύθυνση της ίδρυσης ειδικών νομικών προσώπων, ενός δηλαδή ειδικού καθεστώτος νομικών προσώπων, τα οποία θα παρέχουν τριτοβάθμια εκπαίδευση.

ζ. Καθιέρωση δυνατότητας διαδικτυακής ψήφου σε τοπικής η περιφερειακής σημασίας θέματα.

IV. ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

α. Το Συνταγματικό Δικαστήριο θα αποφασίζει και για ζητήματα που αφορούν τις σχέσεις των οργάνων του κράτους, όπως, πχ, η πρόωρη διάλυση της Βουλής, ακόμη και για την περίπτωση που το σχετικό άρθρο επαναδιατυπωθεί, κατά την αμέσως επόμενη πρότασή μας.

β. Η θητεία της Βουλής θα καταστεί υποχρεωτικά τετραετής. Εάν η Βουλή διαλυθεί πρόωρα, τότε οι εκλογές γίνονται για το υπόλοιπο της τετραετίας.

γ. Αλλαγή του άρθρου 86 περί ποινικής ευθύνης των υπουργών. Η Βουλή καλείται να δώσει απλώς την άδειά της και στη συνέχεια οι υπουργοί δικάζονται από τα κοινά ποινικά δικαστήρια (τριμελές Εφετείο).

δ. Εξορθολογισμός των αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Δημοκρατίας, πχ κατάργηση της πρωθυπουργικής προσυπογραφής του διαγγέλματός του και κατοχύρωση της δυνατότητάς του να συγκαλεί τους πολιτικούς αρχηγούς και τους διατελέσαντες πρωθυπουργούς, ως Συμβούλιο, για μείζονος σημασίας θέματα.

ε. Προσαρμογή του άρθρου 70&8 του Συντάγματος στη νέα ενωσιακή πραγματικότητα. Η κυβέρνηση θα πρέπει να ελέγχεται για την πολιτική που συνδιαμορφώνει και ασκεί στο πλαίσιο της Ε.Ε.

V. ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΘΕΣΜΟΥΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

α. Είναι προφανές σε αυτή την περίοδο της δραματικής και παρατεταμένης οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, πως ο Συνταγματικός Χάρτης πρέπει να αποκτήσει πρόσημο κοινωνικής δικαιοσύνης και αλληλεγγύης. Μόνο έτσι θα καταστεί εφικτό να αποδεχτεί ο πολίτης να μετέχει σε κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές ενότητες, αλλά και να αισθάνεται ζωντανό μέλος του ελληνικού έθνους. Γι’ αυτό είναι όσο ποτέ αναγκαίο να θεσμοθετηθεί ένα ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα για το σύνολο των πολιτών που έχουν αυτή την ανάγκη και ειδικά για τους συνταξιούχους. Ως προς αυτό, ωφέλιμη θα ήταν η σχετική προσθήκη στα άρθρα 21 § 3 και 22 § 5 του Συντάγματος.

β. Οι δαπάνες κοινωνικής αλληλεγγύης αποτελούν σταθερή κοινωνική και πολιτική υποχρέωση. Η κατοχύρωσή τους με συγκεκριμένους όρους στους προϋπολογισμούς θα γεννά σχετικές αγώγιμες αξιώσεις στους πολίτες, γι' αυτό είναι σκόπιμη και η συνταγματική πρόβλεψη της υποχρέωσης για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς.

γ. Υποχρέωση της Κυβέρνησης να υποβάλει στη Βουλή απολογισμό τον τέταρτο μήνα του επόμενου έτους, με τις διαδικασίες που προβλέπονται για τον προυπολογισμό.

δ. Ενδιαφέρον παρουσιάζει, επίσης, η κατοχύρωση ενός λόγου ανάμεσα στις κοινωνικές δαπάνες που αφορούν τις λειτουργικές ανάγκες του κοινωνικού κράτους και τις δαπάνες που καλύπτουν τις ανάγκες των εχόντων ανάγκη τις υπηρεσίες ή τους πόρους του.Η συνταγματική αρχή εδώ συνοψίζεται στη φράση "κοινωνικό κράτος για τους αδύναμους κι όχι για τους προμηθευτές ή το πελατειακό κράτος". Με τη ρύθμιση αυτή θα καταστεί εφαρμοσιμη η υποχρέωση του κράτους να ασφαλίζει σε ένα ελάχιστο επίπεδο όλους τους ανασφάλιστους πολίτες και ιδιαίτερα τους πολίτες με χαμηλά εισοδήματα, από το περίσσευμα που θα προκύπτει από την κατά τα ανωτέρω εξοικονόμηση δαπανών. Συναφούς σημασίας είναι και η προσθήκη στο άρθρο 5 του Συντάγματος, της ρύθμισης που αφορά την παράνομη μετανάστευση. Το βάρος που σηκώνει η Ελλάδα είναι δυσανάλογο σε σχέση με τις δυνατότητές της. Και το βάρος αυτό το σηκώνει για λογαριασμό όλης της Ε.Ε., δίχως να έχει την απαιτούμενη συμπαράσταση. Το Σύνταγμά μας πρέπει να εξοπλιστεί με μία σχετική ρύθμιση.

VI. ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

α. Κατοχύρωση του θεσμού της δικαστικής προστασίας των πολιτών που διαγράφονται ή που εν γένει τα δικαιώματά τους περιορίζονται από την αντιδημοκρατική λειτουργία των πολιτικών κομμάτων στα οποία εντάσσονται.

β. Πρόβλεψη της δυνατότητας ελέγχου ενός πολιτικού κόμματος από το Συνταγματικό Δικαστήριο, σε πολύ οριακές περιπτώσεις, όταν υπάρχουν απτά στοιχεία πως εμπράκτως επιβουλεύεται τη δημοκρατική βάση του πολιτεύματος.

γ. Μια σειρά αλλαγές που έχουν ήδη προταθεί στις προηγούμενες ενότητες, θα συμβάλουν αποφασιστικά στην επούλωση των πληγών του πολιτικού μας συστήματος και στην ποιοτική του αναβάθμιση. Η πιο καίρια αφορά την ανάδειξη της Βουλής για τέσσερα χρόνια με την υποχρέωση, αν διαλυθεί πρόωρα, η νέα Βουλή να εκλέγεται για το υπόλοιπο της θητείας της προηγουμένης. Με αυτή τη ρύθμιση οι εκλογές θα πάψουν να είναι το άλλοθι της ανικανότητας του πολιτικού συστήματος. Κι ακόμη, η ύπαρξη του Συνταγματικού Δικαστηρίου και ο εξορθολογισμός των αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Δημοκρατίας θα οδηγήσουν σε μια νέα και καλύτερη ισορροπία των κρατικών οργάνων, ενισχύοντας τη δημοκρατική νομιμοποίηση, δηλαδή τη Δημοκρατία. Στην κατεύθυνση της αναβάθμισης του πολιτικού συστήματος λειτουργούν εξ αντικειμένου και οι παρεμβάσεις που αφορούν την ενίσχυση της δημοκρατικής συμμετοχής των πολιτών (βλ. προηγούμενη ενότητα III).

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΠΟΥ ΑΠΕΥΘΥΝΕΤΑΙ ΣΤΙΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΟΑΡΙΣΤΕΡΑΣ

Η συνταγματική αναθεώρηση, όπως ήδη έχει αναφερθεί, η οποία θα μπορούσε να έχει εκκινήσει τυπικά από το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2013, πρέπει να παρωθήσει με τη δυναμική της τους θεσμούς της Διοίκησης και της Δικαιοσύνης να λειτουργήσουν στο πνεύμα της και, υπό την εκδοχή της πραγματοποίησής της, εκ των προτέρων. Επειδή η οποιαδήποτε πρόταση για να τεθεί σε συζήτηση πρέπει να υπογράφεται από πενήντα τουλάχιστον βουλευτές και οι βουλευτές των κομμάτων της κεντροαριστεράς στη Βουλή των Ελλήνων αλλά και οι ανεξάρτητοι βουλευτές του χώρου είναι σαράντα εννέα, έχει μεγάλη σημασία να αποδειχτεί στην πράξη, αν μπορούμε να συμφωνήσουμε τουλάχιστον ως προς τις αναγκαίες συνταγματικές αλλαγές. Απευθύνουμε λοιπόν πρόσκληση, να συγκεντρωθούμε όλοι οι βουλευτές και τα κόμματα του χώρου, να καταρτίσουμε μία κοινή πρόταση αναθεώρησης του Συντάγματος και με βάση την πρόταση αυτή να προσπαθήσουμε να συγκεντρώσουμε τις πενήντα τουλάχιστον υπογραφές, που θα μας επιτρέψουν να θέσουμε σε κίνηση την πρότασή μας, αλλά και τη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος, όποτε αποφασίσουμε από κοινού πως ο πολιτικός χρόνος είναι κατάλληλος. Μια τέτοια συμφωνία θα μπορούσε να είναι πρόκριμα και για ευρύτερες πολιτικές συνεργασίες στον πολιτικό χώρο του κέντρου και της κεντροαριστεράς. Ως Συμφωνία για τη Νέα Ελλάδα παίρνουμε σήμερα μια συγκεκριμένη πρωτοβουλία κορυφαίων θεσμικών αλλαγών. Και είμαστε έτοιμοι να καθήσουμε στο τραπέζι του διαλόγου. Η πρόταση αναθεώρησης του Συντάγματος που θα καταθέσει ο ενιαίος αυτός πολιτικός χώρος πρέπει να είναι σαρωτική. Άρα, οι αλλαγές του Συντάγματος που θα προταχθούν από όλους μας, πρέπει να είναι ριζοσπαστικές, ανατρεπτικές. Με ημίμετρα και βερμπαλισμούς τίποτε δεν θα οδηγήσει στα αναγκαία και επιθυμητά αποτελέσματα. Η αναθεώρηση του Συντάγματος πρέπει να συνδυαστεί με το πανηγυρικό πέρας της Γ´ Ελληνικής Δημοκρατίας και τη γέννηση της Δ´ Ελληνικής Δημοκρατίας. Η σχετική συζήτηση πρέπει, λοιπόν, να είναι μια συζήτηση ανατροπής. Το θεσμικό στοιχείο πρέπει να ενσωματώσει και να συμβολίσει τις ανατροπές, τις σαρωτικές αλλαγές, το ριζοσπαστισμό που πρέπει να χαρακτηρίσει τον αγώνα μας για Δικαιοσύνη, Αλληλεγγύη, Ευημερία, Δημοκρατία, δηλαδή ανάπτυξη, θέσεις εργασίας, προοπτική. Σε αντίθετη περίπτωση, οι όποιες αλλαγές προταθούν θα διευκολύνουν απλώς μια ατέρμονη συζήτηση για το τίποτα, ενώπιον ενός λαού που δοκιμάζεται από τη φτώχεια, τους αποκλεισμούς και την έλλειψη δικαιοσύνης.
Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ